Κυριακή, Ιανουαρίου 14, 2007

Femme Natale (part I)



" Who can say where the road goes,
where the day flows, only time.
And who can say if your love grows,
as your heart chose, only time."

Enya, “ Only Time”


Γεννήθηκα στο Βορρά. Πριν σχεδόν 25 χρόνια. Γεννήθηκα μια φλόγα. Μια φλόγα που καίει αμείωτη. Μια φλόγα που πριν απ’ όλους απειλεί εμένα. Κι ύστερα, όλους τους άλλους.
Ναταλία το όνομά μου. Κατά μια εξήγηση, προέρχεται από το natal, δηλαδή "Χριστούγεννα". Ναταλία η χριστουγεννιάτικη. Ώρες ώρες νομίζω πως γεννήθηκα για να αγαπάω. Αγαπώ, θαρρώ, κάθε ζωντανό πλάσμα, τα δέντρα, τα φυτά, τ’ αγριολούλουδα, τα μικρά και τα μεγάλα ζώα, τα άγρια και τα ήμερα, ό,τι έχει μέσα του ζωντάνια. Αγαπώ τη ζωή. Αγαπώ κάθε ζωντανό πλάσμα, εκτός… Μου φαίνεται πως πια δεν μπορώ να αγαπήσω τους άντρες.
Εσθονία - Ρωσία
Δεν μπορώ να θυμηθώ καθαρά. Έχουν περάσει τόσα χρόνια! Πότε ξεκίνησε άραγε; Πρώτος πρέπει να ήταν ο πατέρας μου. Τόσο απρόσιτος, τόσο στενόμυαλος, τόσο απροετοίμαστος για μια κόρη σαν κι εμένα! Δεν μπόρεσε ποτέ να με καταλάβει. Με έβλεπε να μεγαλώνω, να γίνομαι γυναίκα – μια όμορφη γυναίκα- και πρέπει να τρόμαζε. Δεν ήξερε τι να περιμένει από εμένα. Έβλεπε την έλξη που ασκούσα στα αγόρια, αλλά και στους μεγαλύτερους άντρες. θα είχα το μυαλό να διαχειριστώ την έλξη αυτή; Ή θα μου κατέστρεφε την ζωή; Φοβόταν. Κι αντί να προσπαθήσει να με πλησιάσει, φώναζε αυτό που φοβόταν πως μπορεί να γινόμουν: πουτάνα. Έκανα παρέα με πολλά αγόρια, μα ο φόβος τον εμπόδιζε να δει πως ήμουν αγνή. Δεν υπήρξα ποτέ πρόστυχη στην επαφή μου με τα αγόρια, τουλάχιστον όχι τότε… Και όποτε μαλώναμε, επαναλαμβανόταν η γνωστή, η εύκολη φράση: πουτάνα!

Έτσι, ήταν ο πρώτος – σε μια μακριά σειρά αντρών που ακολούθησε- που με βίασε. Βίασε τον ψυχικό και συναισθηματικό μου κόσμο. Κι όπως συνήθως συμβαίνει, έσπειρε μέσα μου την αμφιβολία. Αμφιβολία για τον ίδιο μου τον εαυτό, για το είναι μου. Μήπως έβλεπε κάτι μέσα μου που εγώ δεν καταλάβαινα; Οι γονείς μέχρι την ωρίμανσή μας αντιπροσωπεύουν την αλήθεια για μας. Ο λόγος τους έχει βαρύτητα. Ακόμα κι αν δεν το καταλαβαίνεις, "γράφεται" στο υποσυνείδητό σου. Κάπως έτσι σημαδεύτηκα, όπως σημάδευαν τα βόδια με πυρακτωμένο σίδερο, από τον ίδιο τον πατέρα μου: πουτάνα.

Δεν άργησε ο καιρός να μου βιάσουν και το σώμα, πάλι άντρας φυσικά. Μικρό κορίτσι ακόμα, δεν είχα τελειώσει καν το σχολείο. Εκείνο το βράδυ. Πώς θα ήθελα να μην έχει υπάρξει! Γιατί σε εμένα; Γιατί τότε; Γιατί έτσι; Μήπως…, μήπως έφταιγα εγώ; Μήπως είχε δίκιο ο πατέρας μου τόσον καιρό; Μέσα μου ήξερα πως δεν είχα κάνει τίποτα διαφορετικό απ’ ότι κάνουν εκατομμύρια κορίτσια σε όλον τον κόσμο. Ήμουν όμορφη, ίσως και ποθητή και… απλώς γυρνούσα σπίτι μου! Πιο μέσα μου όμως, είχα την αμφιβολία που είχε τοποθετήσει ο πατέρας μου. Θυμάμαι το βλέμμα του όταν επέστρεψα στο σπίτι με τα ρούχα μου σκισμένα, πιο αργά απ’ ότι συνήθως εκείνο το βράδυ. Δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Βλέμμα απόρριψης, βλέμμα πόνου μα και βλέμμα επιβεβαίωσης. "Το ήξερα εγώ", σα να έλεγε. Βλέμμα που μου έσκισε την ψυχή και την καρδιά. Πόνεσα τόσο, που για λίγο ξέχασα τι μου είχε συμβεί στο δρόμο. Διπλά βιασμένη: στο σώμα και στην ψυχή. Τι πονάει περισσότερο; Ακόμα και τώρα, τόσα χρόνια μετά, δεν μπορώ να αποφασίσω. Έχω προσπαθήσει πολύ να ξεχάσω τα γεγονότα εκείνης της νύχτας. Να τα θάψω μέσα στα βάθη του μυαλού μου, να μην πονάνε τόσο. Εν πολλοίς, το έχω καταφέρει. Προσπαθώ να μην θυμάμαι, να μην σκέφτομαι. Ένα όμως θυμάμαι ξεκάθαρα. Ήταν το βράδυ που αποφάσισα πως δεν με αγαπά ο πατέρας μου. Ήταν το βράδυ που αποφάσισα- υποσυνείδητα θαρρώ- πώς θα τον εκδικηθώ: θα έβγαζα τον μεγαλύτερο φόβο του αλήθεια. θα γινόμουν αυτό που πάνω απ’ όλα δεν ήθελε: πουτάνα!

Αυτό που δεν υπολόγισα τότε ήταν πως έτσι θα κατέστρεφα και τον εαυτό μου, εν μέρει τουλάχιστον. Θα κατέστρεφα τη ζωή μου. Θα ζούσα άλλα από αυτά που ονειρευόμουν, άλλα από αυτά που ήθελα.
Έφυγα μετά από κάποιο καιρό από το σπίτι μου. Δεν άντεχα. Δεν άντεχα την ατμόσφαιρα, δεν άντεχα να με κοιτούν σαν να έφταιγα εγώ. Δεν άντεχα τη δημοσιότητα που πήρε η υπόθεση, την καταγγελία, το δικαστήριο, όλους τους ανθρώπους της περιοχής. Μα πιο πολύ δεν άντεχα που για τον πατέρα μου ήταν πια σαν να μην υπήρχα καθόλου. Η μάνα μου προσπαθούσε. Προσπαθούσε, μα δεν μπόρεσε να με προστατεύσει αποτελεσματικά. Ήταν αφόρητα και έτσι έφυγα για την Μόσχα. Χωρίς λεφτά, πήγα να ζήσω μόνη μου, να σπουδάσω. Και όπως ήταν αναπόφευκτο, βρέθηκα να συζώ με έναν άντρα. Μου πλήρωνε το σπίτι. Πλήρωνε για τις ανάγκες και τα έξοδά μου. Πλήρωνε για να με έχει γκόμενα. Με πλήρωνε. Ο τρίτος στη σειρά που με βίασε: βίασε την αξιοπρέπειά μου. Επιβεβαίωσε αυτό που φοβόμουν. Εδραίωσε μέσα μου τον φόβο πως ήμουν αυτό που έλεγε ο πατέρας μου. Ή τουλάχιστον άρχιζα πλέον να γίνομαι, κάτι σαν πουτάνα.

Ο πόλεμος που είχε ξεσπάσει μέσα μου όλο και φούντωνε. Από τη μια μεριά αυτό που ζούσα, αυτό που φοβόμουν, αυτό που οι άλλοι περίμεναν από εμένα να γίνω, μια πρόστυχη. Από την άλλη όμως, μέσα μου εξακολουθούσα να αισθάνομαι ένα μικρό κορίτσι. Πληγωμένο, παραστρατημένο, μπερδεμένο, ένα κορίτσι όμως! Δεν ήταν πολύς καιρός που ακόμα μπορούσα να ονειρεύομαι, που σκεφτόμουν τα αγόρια με αγνότητα, που τα είχα φτιάξει με τον πρώτο μου, που είχα κάνει για πρώτη φορά έρωτα. Άρχιζαν οι μνήμες αυτές να ξεθωριάζουν, μα ακόμα ήταν νωπές. Βασανιζόμουν. Ήταν τότε, νομίζω, που άρχισα να πίνω όλο και πιο πολύ. Βοηθούσε, έστω και πρόσκαιρα. Να περάσει ακόμα μια νύχτα. Να ξημερώσει ξανά. Μήπως με το πρώτο της μέρας φως άλλαζε κάτι. Σκεφτόμουν και δεν μπορούσα να αποφασίσω. Ήθελα να τα τινάξω όλα αυτά από τη ζωή μου, να ζω έτσι που θα ήμουν ευχαριστημένη από τον εαυτό μου. Όμως ήθελα να εκδικηθώ και τον πατέρα μου. Κι όχι μόνον αυτόν. Με τον καιρό, είχα φθάσει στο σημείο να θέλω να εκδικηθώ όλους τους άντρες. Στο μυαλό μου πλέον, άντρας ίσον βιασμός – κάθε μορφής. Ήθελα να εκδικηθώ όποιον άντρα έβρισκα, σε όποιον άντρα άρεσα. Και ήταν τόσοι πολλοί αυτοί… Ήταν και το άλλο: μαθαίνεις να ζεις με λεφτά που σου δίνουν οι άλλοι, πολλά και "εύκολα" λεφτά και συνηθίζεις. Αυξάνεις τις ανάγκες σου και τις απαιτήσεις από τη ζωή σου και είναι δύσκολο να τα αφήσεις όλα αυτά και να ζήσεις τη μιζέρια. Μοναδικό αντίβαρο στις ανέσεις, μοναδικό στήριγμα για να αλλάξεις ζωή, η αγάπη. Πώς όμως ν’ αγαπήσω; Ποιόν; Φοβόμουν μην πληγωθώ ξανά. Και έτσι συνέχιζα…

Ελλάδα

Τότε ήταν που με αφορμή τις δυσκολίες της αδελφής μου, αποφάσισα να φύγω για την Ελλάδα. Να δουλέψω σε στριπτιζάδικο, όπως και αυτή. Αφού είχα εκ των πραγμάτων αποφασίσει να τα "τρώω" από τους άντρες, ας το έκανα σε μια χώρα που τα λεφτά ήταν περισσότερα από τη Ρωσία. Θα ήμουν ξένη, θα με ενοχλούσε λιγότερο η κατάσταση. Θα ήταν καλύτερα. Θα ζούσα μόνη μου, δεν θα είχα κάποιον να ζει μέσα στο σπίτι μου και να πληρώνει για μένα. Θα έβγαζα λεφτά από το μαγαζί. Και δεν θα χρειαζόταν να πηδιέμαι! Απλώς να χαϊδεύομαι, να χορεύω, να δείχνω το κορμί μου και να λέω ψέματα. Να παραμυθιάζω τους άντρες, δεν με ενοχλούσε καθόλου. Αν ήταν τόσο μαλάκες που τα πίστευαν, καλά να πάθουν. Έτσι κι αλλιώς, δεν με ενδιέφερε τι θα προκαλούσα στους άντρες. Υπήρχαν άλλωστε φορές που ήθελα να τους προκαλέσω πόνο. Απολάμβανα να τους βασανίζω. Να με θέλουν και να μην μ’ έχουν. Ή να μ’ έχουν με τον τρόπο που εγώ επέλεγα. Ήμουν ο κυρίαρχος στις σχέσεις και τις επαφές μου με τους άντρες. Έτσι τουλάχιστον νόμιζα.



Και έτσι ξεκίνησε η "καριέρα" μου στα strip-show της Αθήνας. Στην αρχή, ξεχνιόμουνα πιο εύκολα. Κάτι η προσαρμογή μου σε μια ξένη χώρα, κάτι τα προβλήματα που αντιμετώπιζα με τα χαρτιά μου, κάτι η νέα μου δουλειά, λίγο ο τυπικός γάμος μου για την άδεια παραμονής, με απορρόφησαν από τα δικά μου εσωτερικά προβλήματα. Δεν κράτησε πολύ όμως…Μέσα μου αντιδρούσα, δεν μπορούσα να πείσω τον εαυτό μου πως αυτό ήθελα να κάνω. Και συνέχιζα να πίνω. Χωρίς ποτό, υπήρχαν βραδιές, όλο και συχνότερα, που δεν άντεχα τη δουλειά μου. Δεν άντεχα τα χέρια των ξένων πάνω μου. Δεν άντεχα τις λέξεις τους στο μυαλό μου. Δεν μπορούσα να το νοιώθω άλλο πια. Ήταν κάτι σαν κατάρα. Συνέχιζαν να με βιάζουν. Τώρα πια βίαζαν το μυαλό, τη μνήμη, την όρεξή μου για ζωή. Μια ευλογία, που φρόντισα – αν και όχι μόνη μου εντελώς – να την μετατρέψω σε κατάρα: άρεσα στους άντρες. Κάτι που οι περισσότερες κοπέλες θα παρακαλούσαν να συμβαίνει στη ζωή τους. Κάτι που στην αρχή απολάμβανα. Τώρα όμως, όλο και περισσότερο με έκανε να υποφέρω. Όσο πιο πολύ τους άρεσα, τόσο πιο πολύ με ενοχλούσαν. Άναβα τα πάθη στους άντρες, και κάθε φορά, ό,τι κι αν σκαρφιζόμουν, η κατάσταση έφευγε απ’ τον έλεγχό μου. Υπήρξαν εποχές που πάχυνα, ασχήμυνα, σιχαινόμουν τον εαυτό μου, προσπαθούσα φαίνεται να μην τους αρέσω πια. Όμως, τίποτα. Χοντρή ή όχι, μεθυσμένη ή νηφάλια, ψεύτικη ή αληθινή, ήμουν πάντα η φλόγα που γεννήθηκα. Μια μοιραία φλόγα, ίσως μια μοιραία γυναίκα. Μοιραία για τους άλλους, μα δυστυχώς και για τον εαυτό μου. Και το πιο άσχημο ήταν πως για κανέναν τους δεν ένοιωθα κάτι…

Ώσπου δεν άντεξα φαίνεται. Και ερωτεύτηκα. Έναν πιτσιρικά Έλληνα. Ήθελα να θυμηθώ πώς ήταν να θέλεις κάποιον. Σιγά σιγά τον αγάπησα. Μείναμε μαζί. Ήταν η πρώτη μου σχέση από τότε που η ζωή μου είχε πάρει τον δρόμο της απώλειας. Και τότε άρχισα να καταλαβαίνω. Ποτέ δεν θα ήταν όπως πριν. Δεν μπορούσα να έχω μια φυσιολογική σχέση. Πώς θα ήταν δυνατό άλλωστε, από τη στιγμή που δε ζούσα μια φυσιολογική ζωή;
Είχε πρόβλημα με τη δουλειά μου. Ζήλευε. Θύμωνε. Υπήρξαν φορές που με χτυπούσε πάνω στα νεύρα του. Προσπάθησα να σταματήσω τη δουλειά, μα δεν είχαμε να φάμε. Ούτε αυτός είχε λεφτά. Αδιέξοδο. Ένα ακόμα, για άλλη μια φορά στη ζωή μου. Με τρόμο συνειδητοποίησα, πως ο δρόμος που είχα διαλέξει ήταν μονόδρομος! Πώς κατέληξα έτσι; Μόλις στα εικοσιτέσσερά μου και αισθανόμουν γριά. Αισθανόμουν απελπισμένη. Έπρεπε να σβήσω από το μυαλό μου τα όνειρα που έκανα μικρή. Προσπάθησα, μα δεν έβρισκα τον τρόπο. Μέσα μου δεν μπορούσα να το αποδεχθώ. Η πάλη στο εσωτερικό συνέχιζε αμείωτη. Και το ποτό. Άρχισα να γίνομαι αλκοολική. Ακόμα ένα βήμα προς την καταστροφή. Μια γυναίκα βιασμένη κατ’ επανάληψη, στριπτιζού και αλκοολική! Και είχα το θράσος να κάνω ακόμα όνειρα, έστω και βουβά.


Έβλεπα την αδελφή μου. Αυτή τα "κατάφερνε" καλύτερα. Δεν πάλευε τόσο μέσα της. Είχε δεσμό με ένα "γουρούνι", της δουλειάς κι αυτός. Είχε λεφτά και δεν τον πείραζε η δουλειά της αδελφής μου – στριπτιζού κι αυτή. Είχε συμβιβαστεί με τη ζωή της, με το ποια ήταν, και πορευόταν ανάλογα, ίσως και να το προτιμούσε. Αυτό με συμβούλευε κι εμένα: να βρω κάποιον πλούσιο να ζω μαζί του και ίσως να σταματούσα τη δουλειά. Μα δεν καταλάβαινε! Αν το έκανα αυτό, θα σκότωνα και την τελευταία μου ελπίδα να αλλάξω ζωή. Θα παραδεχόμουν πως ήμουν αυτό που πάντα με αποκαλούσε ο πατέρας μου: πουτάνα. Απλώς, θα ήμουν η πουτάνα ενός και όχι πολλών. Αυτές ήταν οι επιλογές μου; Των πολλών ή του ενός, μα πουτάνα όπως και να ‘χει; Πόσες φορές έχω κλάψει! Λένε πως τα δάκρυα, ξεπλένουν την ψυχή από τη βρωμιά. Μα τότε, πρέπει να έχω πολλά να ξεπλύνω…


Χώρισα από το αγόρι μου. Αποφάσισα να πορευτώ μόνη μου. Άρχισα να κάνω Αγγλικά. Θα ξεκινούσα να σπουδάσω. Έβαλα όλες τις δυνάμεις μου, μπας και αλλάξω ζωή. Άρχισα ξανά να κάνω όνειρα. Φοβόμουν βέβαια, μα προσπαθούσα. Δουλειά και διάβασμα. Στριπτίζ και μαθήματα. Μόνο μου στήριγμα, η δασκάλα των αγγλικών. Με συμβούλευε, μου έδινε δύναμη, με όπλιζε με κουράγιο τις στιγμές που μου φαίνονταν όλα μάταια. Τότε ήταν που τα έφτιαξα με τον Δέλτα. Ελληνο-Ουκρανός, παντρεμένος με παιδί. Με ήθελε πολύ. Ήθελα έναν σύντροφο, ήθελα και σεξ- νέα κοπέλα ήμουν. Πιο ισορροπημένη σχέση: δυο ζωές αυτός (οικογένεια και σπίτι μαζί μου), δυο ζωές κι εγώ ( στριπτιζάδικο και σπίτι). Λιγότερη αγάπη, λιγότερος έρωτας, λιγότεροι καβγάδες. Ούτε αυτός είχε λεφτά, μα δεν με ένοιαζε. Αυτό ήταν το άλλοθί μου: δεν ήμουν με κάποιον για τα λεφτά του, μπορεί να μην ήμουν και τελείως πουτάνα… Έτσι ήταν στην αρχή τουλάχιστον. Γιατί μετά… Δεν ξέρω πώς άλλαξαν τα πράγματα, μα άρχισα να του δίνω εγώ λεφτά. Όλο και περισσότερα. Με ήθελε πολύ ή… Ή μήπως δεν ήταν κι έτσι; Δεν ξέρω πια. Είναι όλα τόσο μπερδεμένα! Η δασκάλα μου δεν συμφωνούσε με την επιλογή μου, ήθελε να χωρίσω. Ήθελε να είμαι με κάποιον μόνο αν τον ήθελα πραγματικά, μια κανονική σχέση. Πού να καταλάβει κι αυτή…


Έτσι, η ζωή μου κάπως ηρέμησε, πήρε μια πορεία. Περίμενα να δώσω εξετάσεις τον Σεπτέμβριο. Δούλευα, διάβαζα και ζούσα με το Δέλτα. Μάλλον όχι! Δεν ζούσα μόνο με το Δέλτα. Είχα και τις δυο πραγματικές αγάπες μου: το κουνάβι και τη σκυλίτσα μου! Αυτή ήταν η ζωή μου στο διαμέρισμα στην Καλλιθέα, ούτε ένα χιλιόμετρο μακριά από το στριπτιζάδικο, λες κι έπρεπε να είμαι κοντά στο μαγαζί, για να μην το ξεχνάω, να μην ξεχνάω τι ήμουν και τι έκανα!





( to be continued)

17 σχόλια:

allmylife είπε...

αυτή είναι...
και ο Λουστάλ και ο Μπιλάλ
της αξίζουν.

NinaC είπε...

Εξαιρετικό, Σόφο!

Ντεφι είπε...

καμιά φορά μια οδυνηρή κι επαναλαμβανόμενη συνήθεια είναι λίγοτερο ανασφαλής από μια αλλαγή ζωής που αποκαθιστά το κοινό περί δικαίου αίσθημα και βάζει τον ήρωα της ζώσας τραγωδίας στο πουπουλένιο στρώμα της αμάθιας...

ίσως, ίσως πάλι όχι.

σίγουρα το βιωματικό κομμάτι που δίνει απάντηση, εγώ προσωπικά δε θα ήθελα να το ξέρω.

κι ας μην μπορώ να δω που ξεκινά η μυθοπλασία και που την παίρνει στα χέρια της η αληθινή καταγραφή, οφείλω να αποδώσω τα εύσημα στην πένα σου.

καλημέρα.

Кроткая είπε...

!!!

Goudaki! είπε...

Τι να πω τώρα; Πολύ...τι;;; Εξαιρετικό δεν ξέρω αν είναι, γιατί είναι (δυστυχώς) αληθινό αν κατάλαβα καλά. Ένα respect φτάνει νομίζω για την ευαισθησία και την αντιμετώπιση απο μέρους σου.
Νομίζω οτι σχεδόν πάντα η συμπεριφορά κάποιου γονιού φταίει για αυτά τα παιδιά που καταλήγουν στην πορνεία...πολύ μαλά*** ο πατέρας. Και ωραίο το τραγούδι στην εισαγωγή...

stefy είπε...

Όταν γράφεις, ''γράφεις''.

Sofogreg είπε...

@ allmylife
:)))

@ composition doll

Ευχαριστώ

@ ντέφι
Κι εγώ, αρκετές φορές δεν μπορώ να καθορίσω τα όρια μυθοπλασίας και πραγματικότητας.

@ krotkaya
!!!!!!!!!

@ goudaki! και stefy
Ευχαριστώ για τα καλά σας λόγια.

γιωργος είπε...

Περιμένω εναγωνίως-καλά μη τα παραλέμε- με ενδιαφέρων τη συνέχεια για δύο ή τρεις λόγους:Ομορφη εξιστόρηση σε πρώτο πρόσωπο, προυπηρεσία στο θέμα...ξεχνάμε προς το παρόν τον τρίτο λόγο...

Кроткая είπε...

Ξέχασα ακόμη να πω πριν ότι το "τραγούδι των τίτλων" (εννοώ το στιχάκι της εισαγωγής, όχι αυτό που ακούγεται) είναι από τα πιο αγαπημένα μου -και με εκπλήσσεις ευχάριστα, πολύ ευχάριστα!!

Λούκι είπε...

Μυθοπλασία και πραγματικότητα ένα και το αυτο!
Όσο πιο καλά ψυχογραφείς τόσο καλύτερα αισθάνεσαι και τους ανθρώπους γύρω σου...
Συνεχίζω να είμαι θαυμάστριά σου!

manosantonaros είπε...

Τιμώ το σοφό ταλέντο σου!

Sofogreg είπε...

@ axenbax

Θα προσπαθήσω να ανταποκριθώ.

@ krotkaya

Είμαι γεμάτος εκπλήξεις. Έχω κι άλλες.
φιλιά

@ Λούκι
Ευχαριστώ πολύ.

@ Manosantonaros
Ευχαριστώ επίσης.

o kairos είπε...

Να τα μαζευεις,να τα εκδοσεις.Ειναι αδικο να εκδιδονται μονο οι γυναικες σου.

Sofogreg είπε...

@ o kairos

Είναι άδικο να εκδίδονται, όντως. Γι' αυτές πρωτίστως.

Ανώνυμος είπε...

πως μου ξέφυγες εσύ τόσον καιρό;

απορώ....

εξαιρετικό κείμενο, εξαιρετικό στόρυ, εξαιρετική γραφή:)

τα φιλιά μου

Ανώνυμος είπε...

είναι άδικο για τέτοιες ψυχές να έχουν τέτοια πορεία.
δυστυχώς, σήμερα υπάρχουν βιζιτούδες χωρίς επίσημα να δουλεύουν σε κάποιο ανάλογο μαγαζί.
υπάρχουν γονείς που, ωθούν τα παιδιά τους να ερωτευθούν κάποια/ον πλούσιο.. και μόνον. η βίζιτα δεν έχει ταμπέλα, είναι μέσα μας, αν εχουμε όνειρα που βασίζονται σε ξένες τσέπες.

Ανώνυμος είπε...

μπορουσες ,να πλενεις πιατα σε κουζινες η να προσεχεις ηλικιωμενους ηπαιδια η να εισαι γκαρσονα,κατι τςπ λιγοτερο αστραφτερο,ισως ειχε δικιο ο πατερας σου.Μην παραπονιεσαι οι επιλογες ειναι δικες σου.Κατι χαλασμενο εχεις μεσα στο κεφαλι σου