Τετάρτη, Ιανουαρίου 31, 2007

Το striptease της "allmylife"

Την γνωρίσατε. Είναι αυτό που νομίζετε. Είναι και πολλά άλλα. Δεν είναι τίποτα απ’ όσα φαντάζεστε. Είναι ένα συναπάντημα, με ελαφρό περπάτημα. Την βλέπεις ή την διαβάζεις, την ακούς ή την συναντάς, το ίδιο είναι. Και εκεί που αφουγκράζεσαι να δεις περί τίνος πρόκειται, έχει ήδη μπει μέσα σου, με τέτοια άνεση που δεν έχω ματασυναντήσει. Μπαίνει στο μυαλό και την ψυχή σου. Ούτε καν το επιδιώκει, αυτή την εντύπωση σου δίνει. Και όμως μπαίνει και αλωνίζει, από νεραϊδογενιά, μην το ξεχνάτε ποτέ – για τον εαυτό της το λέει και έτσι είναι.

Δεδομένα

  • Είναι αυθεντική. Wysiwyg (νομίζω πως έτσι το λένε οι κομπιουτεράδες), δηλαδή “what you see is what you get”. Δεν προσποιείται, είναι αυτό που φαίνεται. Κι αν καμιά φορά παίζει και λίγο θέατρο, είναι για καλό σκοπό. Κάποιον δε θέλει να στενοχωρήσει, κάποιον θεωρεί σε αδύναμη θέση.

  • Είναι αληθινή. Μπορεί να λέει ψέματα, όταν κρίνει πως χρειάζονται, ποτέ όμως δεν υπήρξε ψεύτικη.

  • Είναι δίκαιη. Αυτό όμως δεν λέει και πολλά, από την στιγμή που τα κριτήρια οι κώδικες και οι νόμοι είναι της απολύτου αποδοχής της, αυστηρώς προσωπικοί. Θέλω να πω πως είναι δίκαιη, μα στους άλλους μπορεί κάποιες φορές να φαίνεται άδικη. Αυτή δεν αισθάνεται έτσι. Αν ποτέ αισθανθεί, θα ζητήσει με λόγια και έργα συγγνώμη.

  • Η αισθητική, με την ευρύτερη έννοια, είναι από τις υψηλότερες αξίες της. Αισθητική σε όλους και για όλα, πολυεπίπεδη και ασυμβίβαστη. Πόσο κουραστικό είναι αυτό μερικές φορές, δεν φαντάζεστε…

  • Είναι Κεφαλλονίτισα. 100%. Αυτά.

  • Το θυμικό της, είναι το κέντρο της ύπαρξής της. Κυριαρχεί επάνω της. Το ακολουθεί, δείχνει σα να μην μπορεί να κάνει αλλιώς. Μπορεί να χαρεί όσο δεν έχει χαρεί άνθρωπος. Και μέσα σε πέντε λεπτά να νοιώθει τόση δυστυχία, όσο λίγοι άνθρωποι έχουν νοιώσει. Και τα δύο με την ίδια ένταση. Με την ίδια αλήθεια. Από το θυμικό προέρχεται και ο θυμός… Ή το αντίθετο, τι σημασία έχει;

  • Σιχαίνεται τα ανθρωπάκια. Όσο τίποτα. Μην μπερδεύεστε, όχι τους ανθρώπους που έχουν ανάγκη ή που δεν στάθηκε καλή η ζωή μαζί τους, τα ανθρωπάκια, ιδίως αυτά που έχουν και δύναμη ή λεφτά. Είναι απέναντί τους. Πάντα.

  • Δεν μπορεί τους δειλούς άντρες. Τους δειλούς, όχι τους φοβισμένους.

  • Δεν μπορεί τους δήθεν. Τους μυρίζεται από χιλιόμετρα μακριά. Τους αποφεύγει διακριτικά, αν γίνεται. Αλλιώς καθόλου διακριτικά!

  • Υπερασπιστής των αδυνάτων! Batman και Superman μαζί, δύο σ’ ένα σαν το Vidal Sasoon. Θεωρεί υποχρέωσή της να παρέμβει όταν κάποιος είναι σε δύσκολη θέση. Ή όταν αυτή νομίζει πως είναι έτσι. Αυτό το τελευταίο είναι πρόβλημα, πιστέψτε με! Ποιον υπερασπίζεται; Οποιονδήποτε. Δεν υπάρχει καμία εξαίρεση, αρκεί να πιστέψει πως βρίσκεται σε αδύναμη θέση.

  • Φιλόζωη. Μπα, δεν αρκεί αυτή η λέξη. Δεν μπορώ να βρω όμως άλλη. Η αγάπη της για τα ζώα δεν μπορεί να περιγραφεί, μόνο να την καταλάβεις μπορείς την ώρα που τη δείχνει σε κάποιο ζωντανό. Άλλο πρόβλημα κι αυτό. Πιστέψτε με και πάλι, ξέρω τι σας λέω…

  • Εγωίστρια και ξεροκέφαλη. Πολύ. Πιο πολύ κι από πολύ. Βράχος. Αμετακίνητη. Δεν της αλλάζεις άποψη – ειδικά αν έχει προέλθει από κάτι που έχει η ίδια βιώσει – με ΤΙΠΟΤΑ. Το μόνο που σου παραχωρεί, αν σε αγαπάει, είναι να κάνει πως πείστηκε. Τίποτα άλλο.

  • Ευαίσθητη. Πληγώνεται εύκολα. Πριν απ’ όλους το ξέρει η ίδια πως είναι έτσι. Αποτέλεσμα; Για να μην πληγωθεί, μπορεί να ισοπεδώσει με την επίθεσή της κάποιον. Για να προλάβει τη δική του. Συνήθως, έχει δίκιο…

  • Πιστεύει στον Χριστό. Όπως λέει και η ίδια, στο Χριστό, όχι στο Θεό. Τώρα πώς τα διαχωρίζει, προσπαθώ να καταλάβω εδώ και 23 χρόνια. Μην της μιλήσετε όμως για παπαδαριό! Τους σιχαίνεται, με ελάχιστες εξαιρέσεις αγίων ανθρώπων – έναν είχα την τύχη να της τον γνωρίσω εγώ.

Πώς σας φάνηκε το striptease της allmylife; Αν έχει κι άλλο; Μα φυσικά, δεν είναι όμως σωστό να την αφήσω και τσίτσιδη. Εξάλλου, με τι θα έχω να την εκβιάζω, αν δεν μου κάνει κάποιες φορές αυτό που θέλω; Ε; Μην ξεχνάτε, είμαι ο πλέον έγκριτος allmylife-ολόγος, κανείς δεν ξέρει όσα εγώ!
Είσαστε τυχεροί που τη συναντήσατε. Ήρθε στη ζωή σας. Δεν ξέρω αν θα χαρείτε ή θα σας προκαλέσει θλίψη. Για ένα είμαι όμως σίγουρος: θα περάσετε έντονα μαζί της, αληθινά και παθιασμένα. Το προκαλεί αυτό, η νεραϊδογενιά που λέγαμε.
Δεν ξέρω για πόσο θα μείνει μαζί σας. Ένα σας λέω όμως: αν φύγει, θα φταίτε εσείς. Κάτι δεν υπολογίσατε, κάτι από τα χιλιάδες μικρά ή μεγάλα που την ενοχλούν. Αυτή δεν φταίει, πολλέσ φορές ούτε καν θέλει να φύγει. Δεν μπορεί να κάνει αλλιώς...
Και μην παρασυρθείτε και απαιτήσετε αποκλειστικότητα! Αυτό ξεχάστε το. Αυτήν την χαρίζει μόνο εκεί που η ίδια αποφασίζει, κι αυτό πολύ σπάνια. Μην σας στενοχωρεί όμως αυτό. Καλύτερα. Δεν ξέρετε τι κέρατο βερνικωμένο που είναι! Για φανταστείτε να την έχετε και αποκλειστικά!
Και μια υποσημείωση: όποιος ή όποια απ’ αυτά που έγραψα αισθανθεί ανασφάλεια, τότε δεν καταλαβαίνει ούτε εμένα, ούτε την allmylife. Είναι μακριά νυχτωμένος.


Επίλογος

Στην αίθουσα του αεροδρομίου στην Αβάνα, κάθεται σε ένα τραπέζι, κοιτώντας έξω από την τζαμαρία το αεροπλάνο που μόλις προσγειώθηκε. Αυτό που σε λίγο θα απογειωθεί ξανά για να τον πάει στις ΗΠΑ. Να τον ταξιδέψει μακριά από τη γυναίκα που περισσότερο απ' οτιδήποτε αγάπησε στη ζωή του.Έρχεται αθόρυβα πίσω του, εκείνη, στέκεται για λίγο και τον ρωτάει:

Roberta Duran (Lena Olin): Are you waited for me?
Jack Weil (Robert Redford): All my life!

Και έτσι προέκυψε το όνομά της στο διαδίκτυο, από την ταινία HAVANA.


Σημείωση: Γιατί έφυγε ο μαλάκας και δεν την πήρε μαζί του; Γιατί; Γιατί δεν τη βούταγε από το μαλλί να την χώσει στο αεροπλάνο; Τι ήθελε να μας αποδείξει; Πως σεβάστηκε αυτό που η ίδια ήθελε; Πίπες! Άστο διάολο με τον χέστη. Τα είπα και ξεθύμανα.

Παρασκευή, Ιανουαρίου 26, 2007

Στριπτιζο- Ελληνικό λεξικό



Τόσον καιρό σας γράφω κι έχω παραλείψει κάτι σημαντικό:
Στριπτιζο-ελληνικό λεξικό.
Ας τα πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Όπως σε κάθε ξεχωριστό και "ιδιαίτερο" χώρο, υπάρχουν λέξεις και φράσεις που μόνο εκεί συναντάς, όπως και λέξεις με διαφορετική ερμηνεία και χρήση από την καθομιλουμένη.




  • Στριπτιζούδες: τα κορίτσια.


  • Πελάτες: εγώ, εσύ και όλοι οι άλλοι.


  • Κάρτα(-ες): το νόμισμα του μαγαζιού. Κάτι σαν τις μάρκες του λούνα παρκ. Τις δίνουν τα γκαρσόνια, αφού πληρώσεις το αντίτιμο - συνήθως 10 ευρώ η κάρτα.


  • Χορός πριβέ: ο χορός που σου κάνει μια κοπέλα που εσύ θα διαλέξεις, σε έναν καναπέ σκοτεινό και απομακρυσμένο. Περιλαμβάνει και πιασίματα - εκτός της πολύ ευαίσθητης περιοχής και φιλιά - όχι στο στόμα όμως.


  • Χορός: ο χορός που κάνει η κοπέλα στην πίστα, αυτός με την περίφημη μπάρα. Κάθε κοπέλα χορεύει με τη σειρά της δύο ή τρεις φορές κάθε βράδυ.


  • Λαγός: ο πελάτης που είναι καψούρης με μια στριπτιζού, πηγαίνει πολύ συχνά και ξοδεύει πολλά λεφτά γι' αυτήν (σαμπάνιες και λοιπά), χωρίς συνήθως κανένα αντίκρυσμα ή ανταπόδοση εκ μέρους της. Συνώνυμο του θύματος. Φράση: " φέρε και κανένα καροτάκι", την λες όταν υποψιάζεσαι πως κάποια κοπέλα σε έχει για λαγό. Ή " για λαγό με πέρασες μωρή μαλακισμένη;"


  • Φάγωμα: όταν μια στριπτιζού σε έχει για λαγό, σε κοροϊδεύει και θέλει να σου φάει τα λεφτά. Φράση: "Σε έχει για φάγωμα ρε μαλάκα" ή " Σε τρώει, δεν το καταλαβαίνεις;"


  • Τάπερ: μια γυναίκα από τον "έξω κόσμο" που σε συνοδεύει στο στριπτιζάδικο. Η σημασία της λέξης προέρχεται από την εξής παρομοίωση: όταν πηγαίνεις με γυναίκα σε τέτοιο μαγαζί, είναι σαν να πηγαίνεις με τάπερ από το σπίτι σου σε εστιατόριο. Φράση: "καλά, πόσα ταπεράκια έφερες σήμερα;"


  • Σεπαρέ: χώροι απομονωμένοι από το κυρίως μαγαζί. Υπήρχαν παλιότερα, τώρα έχουν απαγορευθεί. Εκεί γίνονταν πραγματικά πριβέ οι χοροί.


  • Φραπέ: κωδική λέξη για την μαλακία(κυριολεκτικά, όχι μεταφορικά). Φράση: " Ποιά κάνει καλό φραπέ;" ή " Σε κέρασε και φραπέ;"


  • Μάνατζερ: ο νταβατζής της κοπέλας. Φράση: " Δεν την αφήνει ο μάνατζέρ της να βγαίνει έξω με άντρες"


  • Φουσκωτός: ο μπράβος του μαγαζιού. Συνήθως δεν κάθεται μέσα στο μαγαζί. Έρχεται μόνο σε περίπτωση ανάγκης. Φράση: " Μην κάνεις μαλακίες, θα πλακώσουν οι φουσκωτοί"


  • Ποτό: όταν μια κοπέλα κάθεται μαζί σου για παρέα, την κερνάς ποτό (-ά). Συνήθως κοστίζει κάθε ποτό 2 κάρτες. Πρέπει να φροντίζεις το ποτό να είναι πραγματικό και όχι νεράκι. Όχι για να παίρνεις ό,τι πληρώνεις, αλλά κυρίως γιατί "γυναίκα που πίνει μην την φοβάσαι"! Φιλοσοφική φράση στον χώρο που σημαίνει πως όταν μια κοπέλα πιεί, χαλαρώνει και έχεις μεγαλύτερες πιθανότητες να εισπράξεις αισθησιασμό με λόγια και...έργα.


  • Κονσομασιόν: γίνεται και στα στριπτιζάδικα. Σημαίνει πως οι κοπέλες γυρνούν από τραπέζι σε τραπέζι και σου μιλάνε προσπαθώντας να σε ψήσουν για χορό ή ποτό. Αναλόγως των ευαισθησιών του πελάτη, μπορεί να είναι και οι πιο αμήχανες στιγμές, ίσως και δυσάρεστες. Ενδέχεται μέσα σε ένα βράδυ να πεις "Όχι" πάνω από 20 φορές.


  • Μπουκάλι: συνήθως πρόκειται για σαμπάνια ή κρασί. Αν πρόκειται να περάσεις όλο το βράδυ σου με συγκεκριμένη κοπέλα - φλερτάροντας με τον χαρακτηρισμό "λαγός" - αντί να την κερνάς ποτό κάθε 20 λεπτά, παίρνεις ένα μπουκάλι.Κόστος από 10 έως και 30 κάρτες.


  • Σαμπάνια πίστας: είναι σαμπάνιες που δίνεις εντολή σε ένα γκαρσόνι να ανοίξει, την ώρα που η κοπέλα που γουστάρεις χορεύει πάνω στην πίστα. Πρόκειται για σαμπάνιες ξεφτίλας -δεν πίνονται, είναι μόνο για το εφέ. Κοστίζουν πολύ φθηνότερα από την σαμπάνια που θα πιεί η κοπέλα στην παρέα σου και ανοίγονται ανά κιβώτιο. Ακραία ένδειξη πως έχεις ήδη γίνει "λαγός".


Τρίτη, Ιανουαρίου 23, 2007

Το σημάδι




Μόλις τον άφησα πίσω μου, ευχαριστημένο.
Άρχισα να περπατώ προς το bar και ένα φωτάκι άρχισε να τρεμοπαίζει στο πρόσωπό μου.
Ήταν το σημάδι. Προερχόταν από το λέιζερ του Βασίλη. Με καλούσε για τον επόμενο. Δεν πρόλαβα να ανάψω τσιγάρο. Δεν πρόλαβα να πιω μια γουλιά από το κόκκινο κρασί μου. Κουνώντας όπως έπρεπε τον κώλο μου, προχώρησα προς τον καναπέ.
Ήταν δεν ήταν 20 χρονών. Καθόταν ήδη στον καναπέ και με περίμενε. Το στόμα του μισάνοιχτο καθώς πλησίαζα. Αν τον έβλεπα έξω από το μαγαζί, ίσως να τον έλεγα χαριτωμένο. Τώρα, καθισμένο στον καναπέ, τον βλέπω σαν κρέας. Του χαμογελώ καθώς φθάνω μπροστά του - έτσι πρέπει. Φαίνεται μια σταλιά, έτσι χωμένος στον σκοτεινό καναπέ, κι εγώ όρθια μπροστά του πάνω στα εικοσάποντα τακούνια μου.
Σκύβω και του λύνω τη ζώνη. Μαρμαρωμένος. Την βγάζω, σηκώνω αργά το υποτυπώδες φόρεμά μου και αρχίζω να γδύνομαι. Στο ύψος του στήθους μου καθυστερώ για λίγο - επίτηδες. Κοιτάω το βλέμμα του καρφωμένο στο επίμαχο σημείο. Περιμένει να δει τα βυζιά μου. Τον βασανίζω για ένα-δύο δευτερόλεπτα ακόμα και τα αποκαλύπτω. Διαστολή οφθαλμών και κόρης μαζί.
Παίρνω μια βαθειά ανάσα και ξεκινώ. Ανεβαίνω πάνω του, τα βυζιά μου στο πρόσωπό του. Αρχίζω να κουνιέμαι, να ανεβοκατεβαίνω. Στη μνήμη μου έρχεται η φορά που είχα ξεχάσει να βγάλω τη ζώνη σ' έναν και γέμισε η κοιλιά μου πληγές και σημάδια. Ασυναίσθητα με το αριστερό μου χέρι ψάχνω δίπλα στον καναπέ να βεβαιωθώ πως αυτή τη φορά του την έβγαλα. Εντάξει. Τρίβομαι στο σώμα του και αισθάνομαι τις αντιδράσεις. Πιο βαρειά η ανάσα, φουσκωμένο το παντελόνι, διστακτικό άγγιγμα με τα χέρια . Είναι μικρός. Δεν αισθάνεται άνετα. Του πιάνω τα δυο χέρια και τα βάζω να χουφτώσουν το στήθος μου. Οι ρόγες μου έχουν σκληρύνει, όχι από κάβλα. Από την τριβή και τον αέρα του air condition.
Απολαμβάνω την εξουσία. Σηκώνομαι και γυρίζω από την άλλη. Τώρα βλέπει την πλάτη και τον κώλο μου. Συνεχίζω το ανεβοκατέβασμα και τον πιέζω εκεί που πρέπει. Αλλάζω ρυθμό - ένα από τα μυστικά μου είναι η αλλαγή ρυθμού. Χαμογελάω στην Μισέλ που χορεύει αντίκρυ μου και τη ρωτάω με νεύμα τι ώρα είναι. Την ίδια στιγμή αισθάνομαι το χέρι του να προσπαθεί να εισχωρήσει στο κυλοτάκι μου. "Ξύπνησε" ο μικρός. Με ήρεμες κινήσεις απομακρύνω το χέρι του, σηκώνομαι και ξαναγυρίζω προς το μέρος του. Χαϊδεύω το παντελόνι του στην περιοχή του φερμουάρ και αντιλαμβάνομαι τον έντονο σφυγμό του. Είναι έτοιμος. Ακουμπώ τα χέρια μου στην πλάτη του καναπέ και βλέπω τον Βασίλη σε μια σκοτεινή γωνία να με κοιτάει. Αυτό το γκαρσόνι, έχει το συνήθειο να με παρατηρεί όταν κάνω χορούς. Δεν είμαι σίγουρη ποιος είναι πιο καβλωμένος - ο πιτσιρίκος ή ο Βασίλης. Δυο τρία ανεβοκατεβάσματα ακόμη, πίεση του στήθους μου στο πρόσωπό του και τα χαρακτηριστικά τινάγματα του σώματός του. Τελείωσε.
Μειώνω τις κινήσεις μου, σαν το τρένο που φθάνει στο σταθμό και κάθομαι δίπλα του. Με κοιτάει με ένα βλέμμα, μείγμα πόθου - ανακούφισης - απελπισίας και προσμονής.
Φοράω το υποτυπώδες φόρεμά μου, σηκώνομαι και κάνω νεύμα στο Βασίλη να μου δώσει τις τέσσερις κάρτες μου. Ανταμοιβή. Ικανοποίηση η αίσθησή τους στην παλάμη μου. Χαμογελάω στο μικρό, ενώ τις βάζω στο τσαντάκι μου, σαν μάρκες του λούνα παρκ. Αρχίζω να περπατάω κουνώντας τον κώλο μου όπως πρέπει, με τα βυζιά μου να κοιτούν αγέρωχα μπροστά.
Ένα φωτάκι άρχισε να τρεμοπαίζει στο πρόσωπό μου. Ήταν το σημάδι. Ξανά.

Δευτέρα, Ιανουαρίου 22, 2007

Extra, extra, read all about it

Λοιπόν, μετά από επίπονες και επίμονες προσπάθειες, πείστηκε ο "Σουταχαπεί" να αρχίσει να γράφει τις ιστορίες του στο "Βάλτα να πάνε πήγανε".
Στ' αλήθεια σας λέω, αξίζει τον κόπο. Δεν συνηθίζω να λέω στους ανθρώπους τι να κάνουν. Κάνω εξαίρεση, γιατί...έτσι πρέπει.

Τρίτη, Ιανουαρίου 16, 2007

Femme Natale (part II)

Εγώ κι αυτός

Ήταν ένα από τα συνηθισμένα βράδια στη δουλειά, όταν στο μαγαζί ήρθε η παρέα του Γάμμα – ένας από τους πρώτους και πιο παλιούς μου πελάτες από το μαγαζί που δούλευα πριν.
(Καλό παιδί ο Γάμμα, ήσυχος, σχεδόν αμίλητος. Πλήρωνε πολλά για μένα και δεν με ενοχλούσε ιδιαίτερα. Ήταν από τις πιο καλές περιπτώσεις που μπορούσες να βρεις, για πελάτης. Στην αρχή μάλιστα με γοήτευε κιόλας. Είχα κοιμηθεί κι ένα βράδυ μαζί του, μα μέχρι εκεί. Έξω από το μαγαζί δεν ήταν αυτό που φαινόταν. Πολλά κόμπλεξ. Αν πας με έναν άντρα στο κρεββάτι, καταλαβαίνεις γι' αυτόν πολλά, αισθάνεσαι.)
Φυσικά, πήγα στην παρέα του. Ήταν ο Λάμδα, ο γυμνασμένος φίλος τους ( μάλλον Κάππα τον έλεγαν) και ένας που έβλεπα για πρώτη φορά. Κάθισα με το Γάμμα, μα τα μάτια μου έπεφταν συνέχεια στον καινούριο. Ωραίος έδειχνε, μα δεν ήταν αυτό που με τραβούσε. Στο μαγαζί συνηθίζεις να μην προσέχεις την εξωτερική εμφάνιση - γιατί τότε πώς θα κάνεις παρέα και θα αγγίξεις τους άσχημους; Ήταν αλλιώτικος από τους άλλους. Δεν καταλάβαινα τι το ξεχωριστό είχε, μα εξέπεμπε κάτι διαφορετικό. Και με κοιτούσε συνέχεια, προσπαθώντας να μη φανεί - νόμιζε μάλιστα πως το είχε καταφέρει. Έτσι κύλησε όλο το βράδυ. Αυτός δεν πήρε κάποια κοπέλα για παρέα, παράξενο κι αυτό. Τότε γιατί ήρθε στο στριπτιζάδικο;

Θυμάμαι πως το πρωί που έφυγα, στο μυαλό μου γυρόφερνε αυτός ο ψηλός, πληθωρικός άντρας με το έντονο βλέμμα και την ξεχωριστή αύρα. Μάλιστα για κάποιες στιγμές, σκέφτηκα τον εαυτό μου μαζί του! Αν είναι δυνατόν! Μέσα μου έβαλα τα γέλια. Έξω μου δεν μπορούσα, γιατί θα με ρωτούσε ο Δέλτα, το αγόρι μου και τι να του πω… Απλώς, χαμογέλασα. Δεν είχα καν μιλήσει μαζί του, δεν ήξερα το όνομα του και σκεφτόμουν βλακείες. Έθαψα τις σκέψεις μου, όπως είχα μάθει πλέον καλά να κάνω και συνέχισα τη ζωή μου. Μέσα σε έναν μήνα, τον είδα άλλες δυο φορές. Πάντα αμίλητος, πάντα χωρίς κοπέλα, εγώ με τον Γάμμα και όποτε γύριζα να τον δω, με κοιτούσε. Τι παράξενο! Πρώτη φορά μου κινούσε την περιέργεια τόσο πολύ ένας πελάτης και μάλιστα όχι δικός μου! Το σίγουρο ήταν πως ήθελα να του μιλήσω, να μάθω γι’ αυτόν, να κάνουμε παρέα. Τον είδα άλλες δυο φορές με την παρέα του, χωρίς το Γάμμα. Πλησίασα και τις δυο φορές και τον ρώτησα για τον Γάμμα, ελπίζοντας πως θα μου έπιανε την κουβέντα, θα με καλούσε στο τραπέζι του. Όμως αυτός τίποτα. Τι παράξενος που ήταν… Σαν να μην ήθελε να μου μιλήσει, σαν να τον ενοχλούσε που του μίλαγα. Τότε όμως γιατί με κοιτούσε βράδια ολόκληρα; Μήπως δεν του άρεσα; Μα αφού δεν έπεφτα ποτέ έξω σ’ αυτές τις διαπιστώσεις. Έτσι κύλησε σχεδόν άλλος ένας μήνας. Και για πρώτη φορά, απασχολούσε το μυαλό μου ένας άντρας με τον οποίο δεν είχαμε πιει ούτε ένα ποτό, δεν ήξερα καν το όνομά του. Μυστήρια που είναι η ζωή…

Ήταν μια Πέμπτη γύρω στις τέσσερις το πρωί. Είχα ήδη δουλέψει 4 ώρες και είχα πιει αρκετά, ήμουν μεθυσμένη. Τον είδα ξανά με την παρέα του στον γνωστό καναπέ που πάντα κάθονταν στο Baby G.. Ο φίλος του είχε μια κοπέλα και αυτός καθόταν μόνος. Πλησίασα και του μίλησα για τρίτη φορά, για το μόνο θέμα που είχαμε κοινό: τον ρώτησα για τον Γάμμα. Μου απάντησε πάλι κοφτά και ψυχρά. Πήγα να φύγω, όταν μέσα μου φούντωσε ο θυμός και ξαναστράφηκα προς το μέρος του. Κάθισα δίπλα του στον καναπέ και άρχισα να του τα χώνω, βοήθησε και το ποτό που είχα πιει. "Τι περιμένεις, γιατί δεν μου μιλάς, γιατί δεν κάνουμε παρέα, μήπως δεν σου αρέσω, μήπως είσαι μαλάκας" και άλλα τέτοια που καλά - καλά δεν θυμάμαι γιατί ήμουν ζαλισμένη. Και τότε μου μίλησε. Μου είπε πως τον λένε Σοφοκλή. Μου εξήγησε πως δεν μου μιλούσε γιατί τον ρωτούσα συνεχώς για τον Γάμμα. Νόμιζε πως ήθελα τον Γάμμα. Και πώς μπορούσε να μου μιλά, αφού δεν μου άρεσε! Έπαθα πλάκα. Έπεσα από τα σύννεφα. Όλα αυτά που μου έλεγε – και φαινόταν να λέει αλήθεια – μια εξήγηση είχαν: με έβλεπε σαν κανονική κοπέλα και όχι σαν στριπτιζού! Με συνάντησε στο Baby G. και με θεωρούσε κανονική κοπέλα! Πώς θα έκανε παρέα με μια που ήταν με έναν φίλο του; Ξεχνούσε πως αυτή ήταν η δουλειά μου! Όταν το συνειδητοποίησα αυτό, με κατέκλυσε μια ζεστή αίσθηση και ανοίχτηκα. Άρχισα να του μιλάω και δεν σταματούσα! Δεν αναγνώριζα τον εαυτό μου. Είχε μια παράξενη επίδραση επάνω μου: με έκανε να αισθάνομαι ασφαλής, να αισθάνομαι τρυφερότητα. Με έκανε να είμαι αυτό που με έβλεπε: μια κανονική κοπέλα και όχι μια στριπτιζού! Με έκανε να αισθάνομαι Ναταλία, παρ’ όλο που σ’ αυτόν συστήθηκα ως Άντζελα.

Όλο το βράδυ ήμουν μαζί του. Με κέρασε κόκκινο κρασί – 200 ευρώ, λες να έχει λεφτά; – μέθυσα τελείως. Δεν θυμάμαι καλά, μα νομίζω πως του χόρεψα, τον φίλησα πολλές φορές, τον άγγιζα σε κάθε ευκαιρία, δεν θυμάμαι. Αυτό που θυμάμαι ήταν το μεγάλο, ζεστό, sexy χαμόγελό του. Του άρεσα, το επιβεβαίωσα. Το πρωί που έφυγα, είχα μια παράξενη αίσθηση – σαν να είχα απατήσει το Δέλτα. Δεν το σκεφτόμουνα, μα το αισθανόμουν. Αυτός ο άνθρωπος, με έκανε να μην αισθάνομαι "επαγγελματίας". Με ανάγκαζε να δείχνω, όσο κάτι τέτοιο ήταν δυνατό, τον αληθινό εαυτό μου.

Έκανα παρέα μαζί του για αρκετά βράδια, από την ημέρα εκείνη και μετά. Έμαθα γι’ αυτόν, όσα μου έλεγε. Ήταν 40 χρονών, ανύπαντρος, χωρίς παιδιά, χωρίς πολλά λεφτά. Είχε καλή ψυχή, αυτό το κατάλαβα μόνη μου, είχε χιούμορ, ήξερε να με κάνει να νοιώθω άνετα και ασφαλής. Μόλις τον έβλεπα να μπαίνει στο μαγαζί, ανακουφιζόμουν. Θα περνούσα δυο-τρεις ώρες ευχάριστα. Είχα αρχίσει να αποζητώ την συντροφιά του.
Φορά με τη φορά, τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν μεταξύ μας. Ένα από τα βράδια που είχε έρθει, είχα τη γιορτή μου. Με την ευκαιρία, του είπα και το πραγματικό μου όνομα: Ναταλία. Περνούσα καλά, μα κάτι παράξενο συνέβαινε και το αισθανόμουν. Το βλέμμα του γινόταν όλο και πιο έντονο, εγώ μιλούσα όλο και περισσότερο. Αρχίσαμε να νοιώθουμε πράγματα που δεν λέγαμε. Άρχισα να μην μεθώ όταν ήμουν μαζί του, αν και έπινα. Δεν το είχε ανάγκη το μυαλό μου φαίνεται… Μου ζήτησε το τηλέφωνό μου και του το έδωσα. Έλειπε και ο Δέλτα στην Ουκρανία και τα πράγματα ήταν πιο εύκολα, ή τουλάχιστον έτσι νόμιζα εγώ τότε. Μου άρεσε σαν άντρας. Τον σκεφτόμουν και εκτός μαγαζιού. Δεν θα μπορούσα όμως να κοιμηθώ μαζί του, όχι εύκολα. Με είχε συνεπάρει στον κόσμο του, εκεί που δεν ήμουν μια στριπτιζού, ήμουν αυτό που είχα θάψει βαθιά μέσα μου: ένα κορίτσι σαν όλα τα άλλα. Δεν θα μπορούσα λοιπόν να το χαλάσω αυτό, για μια βραδιά μαζί του. Δεν το ήθελα. Νομίζω – ή ελπίζω;- ούτε κι αυτός.
Βγήκαμε και εκτός μαγαζιού δύο φορές. Μια για καφέ και μια για φαγητό. Επιβεβαίωσα αυτά που είχα καταλάβει γι’ αυτόν. Ήταν ένας άντρας όχι σαν αυτούς που με περιτριγύριζαν χρόνια τώρα. Ήταν από άλλο κόσμο, κάτι σαν εξωγήινος. Τρυφερός, ντροπαλός, καλός, μα ταυτόχρονα άντρας. Μου είπε πως του άρεσα περισσότερο με τα ρούχα μου! Άκου εκεί τι μου είπε! Μα δεν έπρεπε πια να μου κάνει εντύπωση: γι’ αυτόν ήμουν μια φυσιολογική κοπέλα, ούτε που του περνούσε από το μυαλό η αλήθεια, όταν ήταν μαζί μου τουλάχιστον. Τις άλλες ώρες δεν ξέρω. Ποτέ δεν με πίεσε για τίποτα, ποτέ δεν μου ζήτησε τίποτα. Μαζί του ήμουν τόσο χαλαρή, τόσο ήρεμη, είχα ξεχάσει πόσο ωραία αίσθηση ήταν αυτή. Και έτσι στο μαγαζί ή έξω, συνέχιζε η γνωριμία μας. Ώσπου… Ώσπου τα πράγματα άρχισαν ν’ αλλάζουν, μέσα μου κυρίως. Τον σκεφτόμουν πολλές φορές, σαν άντρα. Σκεφτόμουν αν θα μπορούσα να τον αγαπήσω. Μα ναι, ήταν σίγουρο αυτό. Ίσως ήταν ο μόνος από αυτούς που είχα συναντήσει στη ζωή μου που μπορούσα ν’ αγαπήσω πολύ και πραγματικά. Και τότε ήταν που συνειδητοποίησα τι έκανα!

Είχα αρχίσει να του λέω ψέματα. Μα πώς στο διάολο να του πω όλη την αλήθεια; Χωρίς να το καταλαβαίνω, είχα αρχίσει να ωραιοποιώ τον εαυτό μου, να αποκρύπτω γεγονότα και πληροφορίες. Δεν ήθελα να του χαλάσω την εικόνα που αυτός είχε δημιουργήσει για μένα. Πώς μπορούσα να το κάνω άλλωστε; Πώς να του πω την πραγματική μου σχέση με τον Δέλτα; Ντρεπόμουν. Όσο αυτός με αντιμετώπιζε σαν μια κανονική κοπέλα, τόσο πια εγώ ντρεπόμουν γι’ αυτό που ήμουν. Η στάση του, ενώ μου άρεσε τόσο, με καταρράκωνε εσωτερικά. Όσο ο Σοφοκλής έβλεπε – και μάλιστα χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια – το κορίτσι που υπήρχε μέσα μου, το έδειχνε και σε εμένα. Κι έτσι, αυτό που τόσο καιρό προσπαθούσα να θάψω, το έφερε ξανά στην επιφάνεια. Και τότε, πονούσα για το άλλο μέρος του εαυτού μου, για την Άντζελα, τη στριπτιζού. Πονούσα για αυτά που έχανα, πονούσα γι’ αυτό που είχα γίνει. Και του έλεγα ψέματα. Όσο πιο συχνά, τόσο πιο πολύ του επαναλάμβανα πως πάντα του έλεγα αλήθεια. Είχα ανάγκη να το πιστεύει. Τον έπειθα; Δεν ξέρω. Πάντα γελούσε αινιγματικά και με χάιδευε τρυφερά. Τουλάχιστον ήξερα πως δεν του έλεγα τελείως ψέματα: του έλεγα αυτό που θα ήθελα να ήταν η αλήθεια! Του έλεγα πως με ήθελε πολύ ο Δέλτα, πως με βόλευε, μου έκανε όλα τα χατίρια. Δεν του έλεγα πως είχα αρχίσει να γίνομαι κτήμα του, πως με εκμεταλλευόταν, πως με χτυπούσε μερικές φορές. Κάποιες φορές δεν άντεχα και του έλεγα και κάποια αληθινά γεγονότα, πως του έστειλα λεφτά στην Ουκρανία, για παράδειγμα.

Γιατί να μην είναι κι αυτός σαν τους άλλους; Γιατί να μην είναι μαλάκας, να του κάνω χορούς, να του παίρνω απλώς τα λεφτά…Θα ήξερα τουλάχιστον πώς να φερθώ, θα συμφωνούσαν αυτά που ζούσα μαζί του με αυτό που ήμουν. Μα τι λέω;; Αντί να χαίρομαι που είναι αλλιώτικος, που τουλάχιστον αυτός είδε σε εμένα την "άλλη", την θαμμένη, την καλή πλευρά μου; Που μου την έδειξε κι εμένα, που μου θύμισε πως υπάρχει; Μια θέλω το ένα και μια το άλλο. Άρχισα πάλι να βασανίζομαι. Μια χαίρομαι και μια πονώ. Δεν φταίει αυτός, το ξέρω. Μα άρχισα στιγμές – στιγμές να ελπίζω. Δεν υπάρχει τίποτα που να φοβάμαι τόσο, όσο την ελπίδα που θα μείνει ανεκπλήρωτη! Φοβάμαι να ελπίζω. Δεν το καταλαβαίνει; Πώς πιστεύει πως μπορώ να αλλάξω τη ζωή μου και να έχουμε μια φυσιολογική σχέση;

Αυτός με εμένα

Κάποια μέρα, γύρω στα μέσα Σεπτεμβρίου, γύρισε ξαφνικά ο Δέλτα. Είχα πει πως θα τηλεφωνούσα στο Σοφοκλή, μα δεν μπορούσα. Την επόμενη μέρα, του έστειλα μήνυμα για να του εξηγήσω. Και τότε το συνειδητοποίησα: είχε αρχίσει να έχει σημασία για μένα. Τον σεβόμουν, όπως κανένα άντρα μέχρι τώρα. Του έστειλα μήνυμα, λες και είχα υποχρέωση! Μα φαίνεται πως είχα, στον εαυτό μου. Ήταν αυτό που κυριαρχούσε. Με έκανε να αισθάνομαι πως ήμουν αυτό που έβλεπε σε εμένα: μια φυσιολογική γυναίκα. Τότε κατάλαβα πως ο άντρας αυτός, ήταν το αντίθετο από τον πατέρα μου. Εκείνος με έβλεπε πουτάνα ενώ δεν ήμουν, αυτός με έβλεπε κανονική γυναίκα, την ώρα που αχεδόν όλοι οι υπόλοιποι με νόμιζαν πουτάνα! Ίσως να μου το χρωστούσε η ζωή. Έκλαψα πολύ εκείνο το βράδυ. Ίσως από χαρά, ίσως από απόγνωση, ίσως από φόβο. Δεν ξέρω, μάλλον απ’ όλα αυτά μαζί.

Το επόμενο βράδυ, τον συνάντησα στο μαγαζί. Από την πρώτη στιγμή κατάλαβα πως θα ήταν μια βραδιά διαφορετική, μια βραδιά γεμάτη αλήθειες, με φόντο τα sexy shows του Baby G.. Κάθισα δίπλα του, πιο μαγκωμένη από τις άλλες φορές. Κατάλαβα πως θα μου μιλούσε. Προσπάθησα να το αποφύγω, μιλώντας για άσχετα θέματα. Με κοιτούσε σχεδόν αμίλητος. Και κάποια στιγμή μου είπε: "Όλο το βράδυ θα λέμε μαλακίες ή θα μιλήσουμε για μας"; Δεν άντεχα να ακούσω. Του το είπα. Επέμεινε, μα μου υποσχέθηκε πως δεν θα με στενοχωρήσει, λες και ήταν αυτό δυνατόν. Άρχισε να μιλάει. Με έπιανε από το κεφάλι και με τα δυο του χέρια, πάντα με τρυφερότητα, και μίλαγε κοντά στο αυτί μου λες και φοβόταν πως θα ακούσουν οι άλλοι. Λες και μπορούσε ν’ ακούσει κανείς μέσα στην εκκωφαντική μουσική του μαγαζιού. Μου είπε πως του αρέσω. Πως ένοιωθε κάτι σημαντικό για μένα. Πως δεν μπορεί να υποσχεθεί τίποτα, μα θα ήθελε να είμαστε μαζί ό,τι κι αν σημαίνει αυτό. Πως θα έπαυε να είναι πελάτης μου, να πληρώνει για μένα. Πως δεν άντεχε άλλο κάτι τέτοιο. Πως δεν μου ζητούσε τίποτα, απλώς ήθελε να μου πει τι νοιώθει – πως είχε ήδη αργήσει να μου εξηγήσει, λες κι εγώ δεν ήξερα…

Και τότε, άρχισα να νοιώθω υπεύθυνη για ό,τι αυτός αισθανόταν. Άρχισα να νοιώθω τύψεις, για πράγματα που δεν είχαν γίνει ακόμη. Η αγνότητα με την οποία με πλησίαζε, με έκανε να τα χάνω. Έπρεπε να ξεκαθαρίσω τα πράγματα. Υπήρξαν και άλλες φορές στο παρελθόν που απαλλάχτηκα από κάποιους πελάτες που άρχισαν να με θέλουν πολύ και μου δημιουργούσαν πρόβλημα τόσο στη δουλειά όσο και στη ζωή μου. Μπορούσα να το κάνω με χαρακτηριστική άνεση. Τώρα όμως ήταν διαφορετικά. Ένα μέρος του εαυτού μου δεν ήθελε να τον χάσει. Ο υπόλοιπος εαυτός μου όμως, ήθελε να τον διώξει. Δεν ήξερα τι να κάνω. Κάποια στιγμή όμως συνειδητοποίησα πως για να τον κρατήσω, έπρεπε να του πω όλη την αλήθεια. Αυτό δεν το άντεχα! Δεν μπορούσα να ρισκάρω την απόρριψη εκ μέρους του. Βέβαια, κάτι μου έλεγε πως είχε καταλάβει περισσότερα απ’ όσα του είχα πει, περισσότερα απ’ όσα έδειχνε. Μα όχι! Δεν μπορούσε να γίνει τίποτα. Δεν υπήρχαν ελπίδες για μια σωστή σχέση. Πόσα θα είχαμε να αντιπαλέψουμε! Τόσους ανθρώπους εναντίον μας! Ο Δέλτα, η αδελφή μου, οι δικοί του συγγενείς…Κι έτσι, αποφάσισα να τον διώξω.

Ήταν ένα βράδυ, που είχε έρθει στο Baby G. και κατά σύμπτωση ήταν μαζί και η υπόλοιπη παρέα: ο Λάμδα και ο …Γάμμα! Πήγα στο τραπέζι και κάθισα στα πόδια του, ήμουν ήδη μεθυσμένη. Αφού τα είπαμε για λίγο, πήγα να χαιρετίσω το Γάμμα και κάθισα λίγο και μ’ αυτόν. Γύρισα στο Σοφοκλή και πρόσεξα το βλέμμα του. Ήταν λυπημένο, πληγωμένο και θυμωμένο μαζί μα αυτός δεν μου είπε τίποτα. Δεν άντεχα άλλο αυτή την κατάσταση, γιατί ενδιαφερόμουν κι εγώ γι’ αυτόν. Αν τον έβλεπα σαν απλό πελάτη, όλα θα ήταν πιο εύκολα. Όχι τώρα όμως. Και τότε ήταν που αποφάσισα να τον διώξω. Άρχισα να του μιλάω σκληρά. Να του λέω πράγματα που δεν ήθελε να ακούσει. Πως ήμουν μια στριπτιζού, πως τον ήθελα για τα λεφτά – να μου πληρώνει ποτά. Πως δεν ήμουν σοβαρή γυναίκα, πως ήμουν μια πουτάνα, όπως και οι άλλες κοπέλες του μαγαζιού. Πως δεν θα έπρεπε να περιμένει τίποτα από μένα, ούτε τώρα, ούτε και στο μέλλον. Τα έλεγα, μα για να τα πω υπέφερα, πονούσα, γιατί ήξερα πως δεν ήταν όλη η αλήθεια. Ευτυχώς με βοηθούσε το ποτό. Αυτός όμως όχι! Δεν με βοήθησε καθόλου, δεν με πίστευε! Και όσο μου το έλεγε, τόσο εγώ τα παρουσίαζα χειρότερα, πιο μαύρα, πιο ψεύτικα. Κι αυτός με κοίταζε με το αινιγματικό του χαμόγελο και μου έλεγε: "δεν σε πιστεύω". Τότε, τον ρώτησα αν έχει λεφτά να ξοδέψει για μένα. Μου είπε πως όχι. "Ε, τότε άντε γεια" του είπα και σηκώθηκα από το τραπέζι χωρίς να κοιτάξω πίσω μου. Πήγα στο μπαρ και βρήκα κάποιον να με κεράσει ποτά. Ήξερα πως με κοίταζε, το αισθανόμουν. Και έπαιρνα το χέρι του πελάτη και το έβαζα να μου χαϊδεύει τον κώλο. Για να το βλέπει. Για να πειστεί. Ούτε κι εγώ ξέρω πόση ώρα πέρασε. Δεν τον ξαναείδα μέσα στο μαγαζί.

Όταν σχόλασα, έφυγα με κάποια κορίτσια και πήγαμε στο Ciao για πρωινό. Ήμουν χάλια. Μεθυσμένη και στενοχωρημένη, η αλήθεια είναι πως τον σκεφτόμουν. Μου έστειλε κι ένα μήνυμα: « Πρέπει να ξέρω πότε έλεγες ψέματα, τόσον καιρό ή σήμερα» Είχα βγει από το αμάξι έξω από το Ciao και κοίταζα αν είχε έρθει ο Δέλτα, ενώ μιλούσα με μια φίλη μου. Τότε, είδα ένα αμάξι να πλησιάζει, να κοντοστέκεται δίπλα μου και τον Σοφοκλή να με χαιρετά με μια κίνηση του χεριού του, χωρίς να με κοιτά – δεν άντεχε ίσως. Τα έχασα. Αυτό το παιδί είχε έναν τρόπο να με κάνει να τα χάνω, λες και ήμουν καμιά παιδούλα, λες και δεν ήμουν μια έμπειρη γυναίκα της νύχτας. Δεν μπορώ να το εξηγήσω. Πάνω στην ώρα νάσου κι ο Δέλτα. Ήμουν αναστατωμένη όταν καθίσαμε. Με είχε πάρει από πίσω! Περίμενε να σχολάσω και με πήρε από πίσω. Τα πράγματα άρχιζαν να δείχνουν επικίνδυνα για μένα, μα κυρίως γι’ αυτόν. Ούτε είχε ιδέα πού πήγαινε να μπλέξει. Κι όμως, δεν θύμωσα. Μάλλον τρυφερότητα μου προξένησε όλη αυτή η φάση. Και χτυποκάρδι. Δεν αναγνώριζα τον εαυτό μου. Και ξαφνικά, χτυπά το κινητό μου. Είναι αυτός, μα δεν προλαβαίνω να το σηκώσω, το πήρε ο Δέλτα, ίσως ήταν καλύτερα έτσι. Ο Σοφοκλής δεν μίλησε, το έκλεισε και από τότε δεν με ξαναενόχλησε.

Πέρασαν σχεδόν δυο εβδομάδες. Καμία επικοινωνία με τον Σοφοκλή. Έδωσα εξετάσεις, πέρασα με άριστα. Ήθελα να του το πω, γιατί ήξερα πως θα χαιρόταν στ’ αλήθεια. Τελικά όμως, έγινε αυτό που ήθελα. Άλλαξα και μαγαζί, πήγα σ' ένα στριπτιζάδικο στο Κερατσίνι κι έτσι χαθήκαμε. Δεν ήμουν όμως ευχαριστημένη. Μου έλειπε, αν και όταν το σκεφτόμουν, γέλαγα με τον εαυτό μου. Μα σε τι ήλπιζα, η ηλίθια; Μπορούσαμε ποτέ να ήμαστε μαζί; Αυτός ήταν από έναν τελείως άλλο κόσμο, τι σχέση μπορεί να είχε μαζί μου; Ίσως σε μιαν άλλη ζωή, σε κάποιο άλλο σύμπαν, να βρίσκονταν οι ψυχές μας. Είχα αρχίσει να τον ξεχνάω, ήμουν τόσο καλή σε αυτό. Μπορούσα να επιβάλλω στο μυαλό και την καρδιά μου, αυτό που η λογική μου πρόσταζε. Μάλωνα συνέχεια με τον Δέλτα. Τις τελευταίες μέρες μάλιστα είχαμε χωρίσει και δεν βλεπόμαστε. Σκέφτηκα να πάρω τηλέφωνο τον Σοφοκλή, μα δεν το έκανα. Τι μου έφταιγε αυτός; Αφού ήξερα την συνέχεια. Θα ξαναγύριζα στον Δέλτα. Και τότε τι θα του έλεγα; Με συγχωρείτε, λάθος; Όχι, έπρεπε να τον κρατήσω έξω απ’ όλα αυτά.

Πήγαινα στη δουλειά μου μετά από αρκετό καιρό. Ήμουν χαρούμενη, γιατί έφυγα από το κλίμα του Baby G., γιατί βρήκα ξανά την φίλη μου τη Ναντίν και γενικά πέρναγα καλά. Ήταν ένα βράδυ, σχετικά νωρίς. Είχα έναν πελάτη και του έκανα χορό στο βάθος του μαγαζιού. Τελείωσα και πήρα τον διάδρομο προς το μπαρ, με περίμενε άλλος πελάτης – ευτυχώς, ποτέ δεν μου έλειψαν οι άντρες που με ήθελαν. Προχωρώντας στο μισοσκόταδο, τον είδα. Ήταν όρθιος μπροστά μου, με κοίταζε και μου χαμογελούσε με το γνωστό του χαμόγελο. Είχε έρθει! Χάρηκα τόσο πολύ! Τον αγκάλιασα, τον φίλησα στο στόμα, όχι τόσο πολύ όσο θα ήθελα. Τον ρώτησα αν θα κάτσει, να πήγαινα στο τραπέζι του. Μου είπε ναι. Πήγα. Μιλήσαμε. Με ρώτησε για την τελευταία φορά που είχαμε συναντηθεί. Του είπα. Μου είπε κι αυτός. Τελικά είχα δίκιο. Είχε καταλάβει πολύ περισσότερα για μένα, απ’ όσα του είχα πει. Μου έλεγε πράγματα για μένα που δεν είχα σκεφτεί ποτέ, μα μου φαινόταν σαν να τα ήξερα από καιρό. Τόσο αληθινά και εύστοχα. Ήμουν χαρούμενη, δεν έχει νόημα να το αρνιέμαι πλέον στον εαυτό μου. Μου αρέσει αυτός ο άντρας. Μου αρέσει που πιστεύει σε αυτά που ο ίδιος βλέπει σε μένα και όχι σε ό,τι του λένε οι άλλοι. Δεν πιστεύει ακόμα κι εμένα!

Ήρθε άλλες τρεις φορές. Ήταν καλά μαζί του. Πάντα είναι καλά. Θα ξανάρθει, ίσως. Δεν μπορώ να τον προσκαλέσω στη ζωή μου, μα δεν μπορώ και να τον ξαναδιώξω. Ας είναι. Κατά μια έννοια είμαστε μαζί. Πώς; Δεν ξέρω. Δεν ξέρω τίποτα πια.
Μήπως είναι καλύτερα έτσι;
Μήπως;

Ναταλία, η χριστουγεννιάτικη
Για την μετάφραση από τα Αγγλικά, sofogreg


" Who can say where the road goes,
where the day flows, only time.
And who can say if your love grows,
as your heart chose, only time."

Enya, "Only time"


Κυριακή, Ιανουαρίου 14, 2007

Femme Natale (part I)



" Who can say where the road goes,
where the day flows, only time.
And who can say if your love grows,
as your heart chose, only time."

Enya, “ Only Time”


Γεννήθηκα στο Βορρά. Πριν σχεδόν 25 χρόνια. Γεννήθηκα μια φλόγα. Μια φλόγα που καίει αμείωτη. Μια φλόγα που πριν απ’ όλους απειλεί εμένα. Κι ύστερα, όλους τους άλλους.
Ναταλία το όνομά μου. Κατά μια εξήγηση, προέρχεται από το natal, δηλαδή "Χριστούγεννα". Ναταλία η χριστουγεννιάτικη. Ώρες ώρες νομίζω πως γεννήθηκα για να αγαπάω. Αγαπώ, θαρρώ, κάθε ζωντανό πλάσμα, τα δέντρα, τα φυτά, τ’ αγριολούλουδα, τα μικρά και τα μεγάλα ζώα, τα άγρια και τα ήμερα, ό,τι έχει μέσα του ζωντάνια. Αγαπώ τη ζωή. Αγαπώ κάθε ζωντανό πλάσμα, εκτός… Μου φαίνεται πως πια δεν μπορώ να αγαπήσω τους άντρες.
Εσθονία - Ρωσία
Δεν μπορώ να θυμηθώ καθαρά. Έχουν περάσει τόσα χρόνια! Πότε ξεκίνησε άραγε; Πρώτος πρέπει να ήταν ο πατέρας μου. Τόσο απρόσιτος, τόσο στενόμυαλος, τόσο απροετοίμαστος για μια κόρη σαν κι εμένα! Δεν μπόρεσε ποτέ να με καταλάβει. Με έβλεπε να μεγαλώνω, να γίνομαι γυναίκα – μια όμορφη γυναίκα- και πρέπει να τρόμαζε. Δεν ήξερε τι να περιμένει από εμένα. Έβλεπε την έλξη που ασκούσα στα αγόρια, αλλά και στους μεγαλύτερους άντρες. θα είχα το μυαλό να διαχειριστώ την έλξη αυτή; Ή θα μου κατέστρεφε την ζωή; Φοβόταν. Κι αντί να προσπαθήσει να με πλησιάσει, φώναζε αυτό που φοβόταν πως μπορεί να γινόμουν: πουτάνα. Έκανα παρέα με πολλά αγόρια, μα ο φόβος τον εμπόδιζε να δει πως ήμουν αγνή. Δεν υπήρξα ποτέ πρόστυχη στην επαφή μου με τα αγόρια, τουλάχιστον όχι τότε… Και όποτε μαλώναμε, επαναλαμβανόταν η γνωστή, η εύκολη φράση: πουτάνα!

Έτσι, ήταν ο πρώτος – σε μια μακριά σειρά αντρών που ακολούθησε- που με βίασε. Βίασε τον ψυχικό και συναισθηματικό μου κόσμο. Κι όπως συνήθως συμβαίνει, έσπειρε μέσα μου την αμφιβολία. Αμφιβολία για τον ίδιο μου τον εαυτό, για το είναι μου. Μήπως έβλεπε κάτι μέσα μου που εγώ δεν καταλάβαινα; Οι γονείς μέχρι την ωρίμανσή μας αντιπροσωπεύουν την αλήθεια για μας. Ο λόγος τους έχει βαρύτητα. Ακόμα κι αν δεν το καταλαβαίνεις, "γράφεται" στο υποσυνείδητό σου. Κάπως έτσι σημαδεύτηκα, όπως σημάδευαν τα βόδια με πυρακτωμένο σίδερο, από τον ίδιο τον πατέρα μου: πουτάνα.

Δεν άργησε ο καιρός να μου βιάσουν και το σώμα, πάλι άντρας φυσικά. Μικρό κορίτσι ακόμα, δεν είχα τελειώσει καν το σχολείο. Εκείνο το βράδυ. Πώς θα ήθελα να μην έχει υπάρξει! Γιατί σε εμένα; Γιατί τότε; Γιατί έτσι; Μήπως…, μήπως έφταιγα εγώ; Μήπως είχε δίκιο ο πατέρας μου τόσον καιρό; Μέσα μου ήξερα πως δεν είχα κάνει τίποτα διαφορετικό απ’ ότι κάνουν εκατομμύρια κορίτσια σε όλον τον κόσμο. Ήμουν όμορφη, ίσως και ποθητή και… απλώς γυρνούσα σπίτι μου! Πιο μέσα μου όμως, είχα την αμφιβολία που είχε τοποθετήσει ο πατέρας μου. Θυμάμαι το βλέμμα του όταν επέστρεψα στο σπίτι με τα ρούχα μου σκισμένα, πιο αργά απ’ ότι συνήθως εκείνο το βράδυ. Δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Βλέμμα απόρριψης, βλέμμα πόνου μα και βλέμμα επιβεβαίωσης. "Το ήξερα εγώ", σα να έλεγε. Βλέμμα που μου έσκισε την ψυχή και την καρδιά. Πόνεσα τόσο, που για λίγο ξέχασα τι μου είχε συμβεί στο δρόμο. Διπλά βιασμένη: στο σώμα και στην ψυχή. Τι πονάει περισσότερο; Ακόμα και τώρα, τόσα χρόνια μετά, δεν μπορώ να αποφασίσω. Έχω προσπαθήσει πολύ να ξεχάσω τα γεγονότα εκείνης της νύχτας. Να τα θάψω μέσα στα βάθη του μυαλού μου, να μην πονάνε τόσο. Εν πολλοίς, το έχω καταφέρει. Προσπαθώ να μην θυμάμαι, να μην σκέφτομαι. Ένα όμως θυμάμαι ξεκάθαρα. Ήταν το βράδυ που αποφάσισα πως δεν με αγαπά ο πατέρας μου. Ήταν το βράδυ που αποφάσισα- υποσυνείδητα θαρρώ- πώς θα τον εκδικηθώ: θα έβγαζα τον μεγαλύτερο φόβο του αλήθεια. θα γινόμουν αυτό που πάνω απ’ όλα δεν ήθελε: πουτάνα!

Αυτό που δεν υπολόγισα τότε ήταν πως έτσι θα κατέστρεφα και τον εαυτό μου, εν μέρει τουλάχιστον. Θα κατέστρεφα τη ζωή μου. Θα ζούσα άλλα από αυτά που ονειρευόμουν, άλλα από αυτά που ήθελα.
Έφυγα μετά από κάποιο καιρό από το σπίτι μου. Δεν άντεχα. Δεν άντεχα την ατμόσφαιρα, δεν άντεχα να με κοιτούν σαν να έφταιγα εγώ. Δεν άντεχα τη δημοσιότητα που πήρε η υπόθεση, την καταγγελία, το δικαστήριο, όλους τους ανθρώπους της περιοχής. Μα πιο πολύ δεν άντεχα που για τον πατέρα μου ήταν πια σαν να μην υπήρχα καθόλου. Η μάνα μου προσπαθούσε. Προσπαθούσε, μα δεν μπόρεσε να με προστατεύσει αποτελεσματικά. Ήταν αφόρητα και έτσι έφυγα για την Μόσχα. Χωρίς λεφτά, πήγα να ζήσω μόνη μου, να σπουδάσω. Και όπως ήταν αναπόφευκτο, βρέθηκα να συζώ με έναν άντρα. Μου πλήρωνε το σπίτι. Πλήρωνε για τις ανάγκες και τα έξοδά μου. Πλήρωνε για να με έχει γκόμενα. Με πλήρωνε. Ο τρίτος στη σειρά που με βίασε: βίασε την αξιοπρέπειά μου. Επιβεβαίωσε αυτό που φοβόμουν. Εδραίωσε μέσα μου τον φόβο πως ήμουν αυτό που έλεγε ο πατέρας μου. Ή τουλάχιστον άρχιζα πλέον να γίνομαι, κάτι σαν πουτάνα.

Ο πόλεμος που είχε ξεσπάσει μέσα μου όλο και φούντωνε. Από τη μια μεριά αυτό που ζούσα, αυτό που φοβόμουν, αυτό που οι άλλοι περίμεναν από εμένα να γίνω, μια πρόστυχη. Από την άλλη όμως, μέσα μου εξακολουθούσα να αισθάνομαι ένα μικρό κορίτσι. Πληγωμένο, παραστρατημένο, μπερδεμένο, ένα κορίτσι όμως! Δεν ήταν πολύς καιρός που ακόμα μπορούσα να ονειρεύομαι, που σκεφτόμουν τα αγόρια με αγνότητα, που τα είχα φτιάξει με τον πρώτο μου, που είχα κάνει για πρώτη φορά έρωτα. Άρχιζαν οι μνήμες αυτές να ξεθωριάζουν, μα ακόμα ήταν νωπές. Βασανιζόμουν. Ήταν τότε, νομίζω, που άρχισα να πίνω όλο και πιο πολύ. Βοηθούσε, έστω και πρόσκαιρα. Να περάσει ακόμα μια νύχτα. Να ξημερώσει ξανά. Μήπως με το πρώτο της μέρας φως άλλαζε κάτι. Σκεφτόμουν και δεν μπορούσα να αποφασίσω. Ήθελα να τα τινάξω όλα αυτά από τη ζωή μου, να ζω έτσι που θα ήμουν ευχαριστημένη από τον εαυτό μου. Όμως ήθελα να εκδικηθώ και τον πατέρα μου. Κι όχι μόνον αυτόν. Με τον καιρό, είχα φθάσει στο σημείο να θέλω να εκδικηθώ όλους τους άντρες. Στο μυαλό μου πλέον, άντρας ίσον βιασμός – κάθε μορφής. Ήθελα να εκδικηθώ όποιον άντρα έβρισκα, σε όποιον άντρα άρεσα. Και ήταν τόσοι πολλοί αυτοί… Ήταν και το άλλο: μαθαίνεις να ζεις με λεφτά που σου δίνουν οι άλλοι, πολλά και "εύκολα" λεφτά και συνηθίζεις. Αυξάνεις τις ανάγκες σου και τις απαιτήσεις από τη ζωή σου και είναι δύσκολο να τα αφήσεις όλα αυτά και να ζήσεις τη μιζέρια. Μοναδικό αντίβαρο στις ανέσεις, μοναδικό στήριγμα για να αλλάξεις ζωή, η αγάπη. Πώς όμως ν’ αγαπήσω; Ποιόν; Φοβόμουν μην πληγωθώ ξανά. Και έτσι συνέχιζα…

Ελλάδα

Τότε ήταν που με αφορμή τις δυσκολίες της αδελφής μου, αποφάσισα να φύγω για την Ελλάδα. Να δουλέψω σε στριπτιζάδικο, όπως και αυτή. Αφού είχα εκ των πραγμάτων αποφασίσει να τα "τρώω" από τους άντρες, ας το έκανα σε μια χώρα που τα λεφτά ήταν περισσότερα από τη Ρωσία. Θα ήμουν ξένη, θα με ενοχλούσε λιγότερο η κατάσταση. Θα ήταν καλύτερα. Θα ζούσα μόνη μου, δεν θα είχα κάποιον να ζει μέσα στο σπίτι μου και να πληρώνει για μένα. Θα έβγαζα λεφτά από το μαγαζί. Και δεν θα χρειαζόταν να πηδιέμαι! Απλώς να χαϊδεύομαι, να χορεύω, να δείχνω το κορμί μου και να λέω ψέματα. Να παραμυθιάζω τους άντρες, δεν με ενοχλούσε καθόλου. Αν ήταν τόσο μαλάκες που τα πίστευαν, καλά να πάθουν. Έτσι κι αλλιώς, δεν με ενδιέφερε τι θα προκαλούσα στους άντρες. Υπήρχαν άλλωστε φορές που ήθελα να τους προκαλέσω πόνο. Απολάμβανα να τους βασανίζω. Να με θέλουν και να μην μ’ έχουν. Ή να μ’ έχουν με τον τρόπο που εγώ επέλεγα. Ήμουν ο κυρίαρχος στις σχέσεις και τις επαφές μου με τους άντρες. Έτσι τουλάχιστον νόμιζα.



Και έτσι ξεκίνησε η "καριέρα" μου στα strip-show της Αθήνας. Στην αρχή, ξεχνιόμουνα πιο εύκολα. Κάτι η προσαρμογή μου σε μια ξένη χώρα, κάτι τα προβλήματα που αντιμετώπιζα με τα χαρτιά μου, κάτι η νέα μου δουλειά, λίγο ο τυπικός γάμος μου για την άδεια παραμονής, με απορρόφησαν από τα δικά μου εσωτερικά προβλήματα. Δεν κράτησε πολύ όμως…Μέσα μου αντιδρούσα, δεν μπορούσα να πείσω τον εαυτό μου πως αυτό ήθελα να κάνω. Και συνέχιζα να πίνω. Χωρίς ποτό, υπήρχαν βραδιές, όλο και συχνότερα, που δεν άντεχα τη δουλειά μου. Δεν άντεχα τα χέρια των ξένων πάνω μου. Δεν άντεχα τις λέξεις τους στο μυαλό μου. Δεν μπορούσα να το νοιώθω άλλο πια. Ήταν κάτι σαν κατάρα. Συνέχιζαν να με βιάζουν. Τώρα πια βίαζαν το μυαλό, τη μνήμη, την όρεξή μου για ζωή. Μια ευλογία, που φρόντισα – αν και όχι μόνη μου εντελώς – να την μετατρέψω σε κατάρα: άρεσα στους άντρες. Κάτι που οι περισσότερες κοπέλες θα παρακαλούσαν να συμβαίνει στη ζωή τους. Κάτι που στην αρχή απολάμβανα. Τώρα όμως, όλο και περισσότερο με έκανε να υποφέρω. Όσο πιο πολύ τους άρεσα, τόσο πιο πολύ με ενοχλούσαν. Άναβα τα πάθη στους άντρες, και κάθε φορά, ό,τι κι αν σκαρφιζόμουν, η κατάσταση έφευγε απ’ τον έλεγχό μου. Υπήρξαν εποχές που πάχυνα, ασχήμυνα, σιχαινόμουν τον εαυτό μου, προσπαθούσα φαίνεται να μην τους αρέσω πια. Όμως, τίποτα. Χοντρή ή όχι, μεθυσμένη ή νηφάλια, ψεύτικη ή αληθινή, ήμουν πάντα η φλόγα που γεννήθηκα. Μια μοιραία φλόγα, ίσως μια μοιραία γυναίκα. Μοιραία για τους άλλους, μα δυστυχώς και για τον εαυτό μου. Και το πιο άσχημο ήταν πως για κανέναν τους δεν ένοιωθα κάτι…

Ώσπου δεν άντεξα φαίνεται. Και ερωτεύτηκα. Έναν πιτσιρικά Έλληνα. Ήθελα να θυμηθώ πώς ήταν να θέλεις κάποιον. Σιγά σιγά τον αγάπησα. Μείναμε μαζί. Ήταν η πρώτη μου σχέση από τότε που η ζωή μου είχε πάρει τον δρόμο της απώλειας. Και τότε άρχισα να καταλαβαίνω. Ποτέ δεν θα ήταν όπως πριν. Δεν μπορούσα να έχω μια φυσιολογική σχέση. Πώς θα ήταν δυνατό άλλωστε, από τη στιγμή που δε ζούσα μια φυσιολογική ζωή;
Είχε πρόβλημα με τη δουλειά μου. Ζήλευε. Θύμωνε. Υπήρξαν φορές που με χτυπούσε πάνω στα νεύρα του. Προσπάθησα να σταματήσω τη δουλειά, μα δεν είχαμε να φάμε. Ούτε αυτός είχε λεφτά. Αδιέξοδο. Ένα ακόμα, για άλλη μια φορά στη ζωή μου. Με τρόμο συνειδητοποίησα, πως ο δρόμος που είχα διαλέξει ήταν μονόδρομος! Πώς κατέληξα έτσι; Μόλις στα εικοσιτέσσερά μου και αισθανόμουν γριά. Αισθανόμουν απελπισμένη. Έπρεπε να σβήσω από το μυαλό μου τα όνειρα που έκανα μικρή. Προσπάθησα, μα δεν έβρισκα τον τρόπο. Μέσα μου δεν μπορούσα να το αποδεχθώ. Η πάλη στο εσωτερικό συνέχιζε αμείωτη. Και το ποτό. Άρχισα να γίνομαι αλκοολική. Ακόμα ένα βήμα προς την καταστροφή. Μια γυναίκα βιασμένη κατ’ επανάληψη, στριπτιζού και αλκοολική! Και είχα το θράσος να κάνω ακόμα όνειρα, έστω και βουβά.


Έβλεπα την αδελφή μου. Αυτή τα "κατάφερνε" καλύτερα. Δεν πάλευε τόσο μέσα της. Είχε δεσμό με ένα "γουρούνι", της δουλειάς κι αυτός. Είχε λεφτά και δεν τον πείραζε η δουλειά της αδελφής μου – στριπτιζού κι αυτή. Είχε συμβιβαστεί με τη ζωή της, με το ποια ήταν, και πορευόταν ανάλογα, ίσως και να το προτιμούσε. Αυτό με συμβούλευε κι εμένα: να βρω κάποιον πλούσιο να ζω μαζί του και ίσως να σταματούσα τη δουλειά. Μα δεν καταλάβαινε! Αν το έκανα αυτό, θα σκότωνα και την τελευταία μου ελπίδα να αλλάξω ζωή. Θα παραδεχόμουν πως ήμουν αυτό που πάντα με αποκαλούσε ο πατέρας μου: πουτάνα. Απλώς, θα ήμουν η πουτάνα ενός και όχι πολλών. Αυτές ήταν οι επιλογές μου; Των πολλών ή του ενός, μα πουτάνα όπως και να ‘χει; Πόσες φορές έχω κλάψει! Λένε πως τα δάκρυα, ξεπλένουν την ψυχή από τη βρωμιά. Μα τότε, πρέπει να έχω πολλά να ξεπλύνω…


Χώρισα από το αγόρι μου. Αποφάσισα να πορευτώ μόνη μου. Άρχισα να κάνω Αγγλικά. Θα ξεκινούσα να σπουδάσω. Έβαλα όλες τις δυνάμεις μου, μπας και αλλάξω ζωή. Άρχισα ξανά να κάνω όνειρα. Φοβόμουν βέβαια, μα προσπαθούσα. Δουλειά και διάβασμα. Στριπτίζ και μαθήματα. Μόνο μου στήριγμα, η δασκάλα των αγγλικών. Με συμβούλευε, μου έδινε δύναμη, με όπλιζε με κουράγιο τις στιγμές που μου φαίνονταν όλα μάταια. Τότε ήταν που τα έφτιαξα με τον Δέλτα. Ελληνο-Ουκρανός, παντρεμένος με παιδί. Με ήθελε πολύ. Ήθελα έναν σύντροφο, ήθελα και σεξ- νέα κοπέλα ήμουν. Πιο ισορροπημένη σχέση: δυο ζωές αυτός (οικογένεια και σπίτι μαζί μου), δυο ζωές κι εγώ ( στριπτιζάδικο και σπίτι). Λιγότερη αγάπη, λιγότερος έρωτας, λιγότεροι καβγάδες. Ούτε αυτός είχε λεφτά, μα δεν με ένοιαζε. Αυτό ήταν το άλλοθί μου: δεν ήμουν με κάποιον για τα λεφτά του, μπορεί να μην ήμουν και τελείως πουτάνα… Έτσι ήταν στην αρχή τουλάχιστον. Γιατί μετά… Δεν ξέρω πώς άλλαξαν τα πράγματα, μα άρχισα να του δίνω εγώ λεφτά. Όλο και περισσότερα. Με ήθελε πολύ ή… Ή μήπως δεν ήταν κι έτσι; Δεν ξέρω πια. Είναι όλα τόσο μπερδεμένα! Η δασκάλα μου δεν συμφωνούσε με την επιλογή μου, ήθελε να χωρίσω. Ήθελε να είμαι με κάποιον μόνο αν τον ήθελα πραγματικά, μια κανονική σχέση. Πού να καταλάβει κι αυτή…


Έτσι, η ζωή μου κάπως ηρέμησε, πήρε μια πορεία. Περίμενα να δώσω εξετάσεις τον Σεπτέμβριο. Δούλευα, διάβαζα και ζούσα με το Δέλτα. Μάλλον όχι! Δεν ζούσα μόνο με το Δέλτα. Είχα και τις δυο πραγματικές αγάπες μου: το κουνάβι και τη σκυλίτσα μου! Αυτή ήταν η ζωή μου στο διαμέρισμα στην Καλλιθέα, ούτε ένα χιλιόμετρο μακριά από το στριπτιζάδικο, λες κι έπρεπε να είμαι κοντά στο μαγαζί, για να μην το ξεχνάω, να μην ξεχνάω τι ήμουν και τι έκανα!





( to be continued)

Τετάρτη, Ιανουαρίου 10, 2007

testimonial



Λοιπόν, από τότε που άρχισα να πηγαίνω στα στριπτιζάδικα, άλλαξαν αρκετά οι απόψεις μου σε κάποια θέματα. Αυτό που με εξέπληξε όμως περισσότερο, ήταν η στάση των γυναικών – κυρίως του ηλικιακού target group 26 με 32 – απέναντι στις στριπτιζούδες. Προσέξτε, όχι απέναντι στα στριπτιζάδικα ως μορφή διασκέδασης, αλλά απέναντι στις κοπέλες που δουλεύουν εκεί.
Στην αρχή, όταν πρωτοσυνέβη, το θεώρησα τυχαίο. Ήμουν σε μια παρέα και όταν ήρθε η κουβέντα στα κορίτσια αυτά, επικράτησε πολεμικό κλίμα κι από τις τρεις παριστάμενες "κυρίες". Ξέρετε, του τύπου " Δεν καταλαβαίνω πώς κάνετε έτσι" ή " Ήθελα νάξερα τι τους βρίσκετε" ή " Μα καλά, για πουτάνες θα μιλάμε τώρα". Τέτοια πράγματα. Όταν όμως έζησα το ίδιο σκηνικό και σε άλλη παρέα, άρχισα να αναρωτιέμαι. Και για να αυξήσω το στατιστικό μου δείγμα, ώστε να είναι αξιόπιστο το αποτέλεσμα, σε όποια παρέα κι αν βρισκόμουν έντεχνα ή μη έθετα προς συζήτηση το συγκεκριμένο θέμα.
Αντίδραση; Πάντα η ίδια. Μερικές φορές περιβεβλημένη με δήθεν τρυφερότητα, άλλες φορές με κατανόηση ή με συμπόνια. Στο βάθος όμως κήπος, τουτέστιν, αντιπαράθεση και πολεμική! Και όπως σε κάθε υφέρποντα ρατσισμό που σέβεται τον εαυτό του, πάντα υπήρχαν ιδεολογήματα και εκλογικεύσεις για αιτιολόγηση της πολεμικής. Και γεννιέται το ερώτημα:
Σε τι αισθάνεται καλύτερη μια μέση ελληνίδα τριαντάρα από μια ρωσίδα στριπτιζού;
Προφανώς, κριτής, θα πρέπει να είναι οι άντρες, αφού εξ’ ονόματός των πραγματοποιείται η μάχη. Αναλαμβάνω λοιπόν να πραγματοποιήσω την σύγκριση, κι αν δεν απηχώ τον ανδρικό πληθυσμό, παρακαλώ ας με διορθώσει.
Σημείωση: Η βαθμολόγηση είναι με άριστα το 10.
1.Εμφάνιση
Σε γενικές γραμμές, η εξωτερική εμφάνιση των ελληνίδων έχει βελτιωθεί. Όμως σ’ εκείνες τις χώρες, έχουν βρει το καλούπι και τις φτιάχνουν σωρηδόν μουνάρες! Εξ’ άλλου δεν θα μπορούσαν αλλιώς να δουλεύουν σε τέτοια δουλειά.
Ελληνίδες 6 – Στριπτιζούδες 8


2. Επίπεδο γνώσεων – Παιδεία
Μιλώντας για τον μέσο όρο, τα πράγματα είναι μάλλον ισόπαλα. Και άσχετες ελληνίδες έχω συναντήσει και βλαχούλες ρωσίδες. Από την άλλη υπάρχουν και εκπρόσωποι με αξιοσημείωτη παιδεία κι από τις δυο μεριές.
Ελληνίδες 7 – Στριπτιζούδες 7


3. Επίδοση στο σεξ
Δύσκολα τα πράγματα. Πρόκειται για κάτι τελείως προσωπικό. Εξαρτάται δε και από τον παρτενέρ. Έχω μείνει ικανοποιημένος κι από τις δύο κατηγορίες. Ισοπαλία κι εδώ!
Ελληνίδες 8 – Στριπτιζούδες 8


4. Περιποίηση του άντρα( γυναίκα - γκέισα)
Αυτά! Τι άλλα νέα; Τα παιδιά καλά; Πώς πάει η δουλειά;;
Κοιτάξτε μάγκες: αν δεν έχετε πάει σε σπίτι ρωσιδούλας, να μείνετε τουλάχιστον ένα διήμερο, ΟΤΙ ΚΑΙ ΝΑ ΠΩ ΕΙΝΑΙ ΛΙΓΟ!
Ελληνίδες 5– Στριπτιζούδες 10


5. Κέρατο – πίστη στο σύντροφο
Λοιπόν, αντίθετα απ’ ότι ίσως νομίζατε οι περισσότεροι, τα ξένα κορίτσια είναι ΕΞΟΡΓΙΣΤΙΚΑ πιστά! Όταν έχουν γκόμενο ή άντρα, αντιστέκονται (ενώ γουστάρουν αυτόν που τους κολλάει) όσο δεν έχω δει ποτέ ελληνίδα να το κάνει! Επίσης, έχουν χορτάσει από φλερτ, έχουν βαρεθεί να τους κολλάνε, έχουν απομυθοποιήσει τους ξαφνικούς έρωτες, ξέρουν πως είναι ωραίες και δεν ψάχνουν επιβεβαίωση. Με λίγα λόγια, πολύ δύσκολα σε κερατώνουν.
Ελληνίδες 6 – Στριπτιζούδες 8


6. Ειλικρίνεια
Εδώ κι αν χάνουν το παιχνίδι μαρς οι ελληνίδες. Σπανίως θα σου πει ψέματα το ρωσιδάκι (ή ουκρανάκι ή λιθουανάκι). Έχουν μάθει να τα λένε όλα στη μούρη, καλά και κακά. Ακόμα και στη δουλειά τους, αληθινές είναι: ξέρεις από την αρχή τι ακριβώς θέλουν από σένα. Μάλιστα, το μεγαλύτερο πρόβλημα που έχουν με τους έλληνες γκόμενους είναι ακριβώς αυτό. Τα πολλά και εύκολα ψέματα που λέμε.
Ελληνίδες 5– Στριπτιζούδες 10


7. Ντύσιμο - αισθητική
Ε, ας χάσουν και μια κατηγορία οι ξένες, γιατί στο τέλος θα με πουν και μεροληπτικό. Οι ελληνίδες έχουν σαφώς καλύτερο γούστο σε όλα τα πράγματα. Το τι θα δεις να φοράνε οι ανατολικές, δεν περιγράφεται! Να προσθέσω όμως πως όταν μια ρωσίδα συνοδεύεται από τον άντρα ή το γκόμενό της, αποκλείεται να ντυθεί σαν ξέκωλο, θα είναι σεμνή.
Ελληνίδες 8 – Στριπτιζούδες 5


8. Σεξ απήλ – ερωτισμός – κάβλα
"Πο-τέ θα κά, πο-τέ θα κά-α-νει ξα-στε-ριά…" Αυτά και άλλα τέτοια τραγούδια.

Τώρα, γονίδια είναι, επαγγελματισμός και εμπειρία είναι, ο Θεός κι η ψυχή τους.
Ελληνίδες 6 – Στριπτιζούδες 10


9. Ήθος
Δύσκολος ο ορισμός της έννοιας. Δύσκολη και η παραμετροποίηση και η βαθμολόγηση. Αν πάντως με τον όρο αυτό εννοούμε αυτά που συνέβαιναν παλιότερα, αν συνυπολογίσουμε την ειλικρίνεια και την πίστη της γυναίκας προς τον άντρα, αν θεωρήσουμε πως στους καιρούς μας θεωρείται κάπως παλιομοδίτικη ακόμα και η αναφορά του όρου, τότε μάλλον κερδίζουν τα ξένα τα κορίτσια.
Ελληνίδες 6 – Στριπτιζούδες 7


10. Συμπεριφορά προς τον σύντροφο έξω από το σπίτι
Αν δεις μια ρωσίδα με τον άντρα της έξω, θα πιστέψεις πως δεν υπάρχει πιο ερωτευμένη γυναίκα. Τον σέβεται, τον υπακούει, λέει λίγα, κάνει ό,τι θέλει αυτός, τον κοιτάει στα μάτια. Πώς ήταν η γιαγιά με τον παππού μας; Ακριβώς έτσι. Τονώνει τον ανδρισμό του, γιατί ξέρει πως έτσι ωφελείται κι αυτή. Τι είπατε κυρίες μου; Νομίζατε πως αυτά τα είχαμε ξεπεράσει; Μπα, απλώς νομίσατε. Κάθε άντρας θέλει έτσι τη γυναίκα του. Όχι υποχείριο του, μα ούτε και αναβάτη πάνω στην πλάτη του με μαστίγιο! Κι αν ακόμα του έχει πάρει τον αέρα, ΔΕΝ ΘΕΛΕΙ ΑΥΤΟ ΝΑ ΦΑΙΝΕΤΑΙ !
Ελληνίδες 6 – Στριπτιζούδες 10

Συνολικό σκορ: Ελληνίδες 63 Στριπτιζούδες 83
Αυτό δεν είναι ήττα, αυτό είναι συντριβή! Και τώρα που το κατέγραψα, τώρα που το είδα ξεκάθαρα, τώρα κατάλαβα γιατί τόσο μένος και αντιπάθεια. Από φόβο. Από αίσθηση απειλής. Άλλα προσφέρουν οι ελληνίδες και ξέρουν πολύ καλά πως άλλα θέλουν οι έλληνες. Και ήρθαν κάποιες μες στα πόδια τους και δείχνουν το αλλιώτικο, το παλιομοδίτικο ίσως, μα αυτό που είναι πιο κοντά στα αρχέτυπα.
Και να σας πω και κάτι ακόμα κυρίες μου; Ο ίδιος άντρας, πιο άντρας θα φαίνεται όταν έχει δίπλα του τη ρωσίδα, πιο μάγκας θα αισθάνεται, πιο πολύ σεξ θα της κάνει.


Αυτά.

Πέμπτη, Ιανουαρίου 04, 2007

Καλή ΤΟΥΣ χρονιά




Καλή Χρονιά,









  • στα κορίτσια που όλοι θέλουμε δίπλα μας, αλλά όχι μαζί μας



  • στα κορίτσια που όλοι θέλουμε ν' αγγίζουμε, αλλά να μην ακουμπάμε



  • στα κορίτσια που μας ενδιαφέρει να ζουν, μόνο την μια ώρα που κάθονται στην αγκαλιά μας



  • στα κορίτσια που ξεκίνησαν από τόσο μακρυά και δεν θα φτάσουν ποτέ θαρρείς



  • στα κορίτσια που μας δανείζουν την ομορφιά τους, για ν' αντέχουμε τις συντρόφους μας



  • στα κορίτσια που θέλουμε να λέμε πως μας κοροϊδεύουν ενώ τα κοροϊδεύουμε εμείς



  • στα κορίτσια με την ακίνδυνη πουτανιά



  • στα κορίτσια που ανεβάζουν τη λίμπιντό μας γκρεμίζοντας τη δική τους



  • στα κορίτσια που θέλουν να μας τα πάρουν, χωρίς ποτέ να νοιώθουν πως μας πήραν αρκετά



  • στα κορίτσια που περισσότερο τα βρίζουν, οι πλέον φανατικοί θαυμαστές τους



  • στα κορίτσια που περισσότερο από πολλά άλλα, φυλάνε το "κοριτσάκι" μέσα τους και πασχίζουν να το πνίξουν στο αλκοόλ και τις ουσίες



  • στα κορίτσια που λιγότερο από πολλά άλλα προσποιούνται



  • στα κορίτσια που σχεδόν δεν ζουν



  • στα κορίτσια που δεν πιστεύουν στα αισθήματα κανενός, προπαντώς στα δικά τους



  • στα κορίτσια που αν δεν υπήρχαμε όλοι εμείς, θα ήταν πιο φτωχές μα θα ζούσαν



  • στα κορίτσια που, χωρίς να το πολυκάνουν θέμα, βιάζονται κάθε βράδυ



Στις εκατοντάδες μούσες μου που περιδιαβαίνουν σαν πανέμορφα ξωτικά τα βράδια στην Αθήνα,







Καλή τους χρονιά. Και σε όλους εμάς.





Σημείωση 1: Είναι οι μόνες που χαίρονται με την πατροπαράδοτη ευχή "Μ' έναν καλό γαμπρό"!



Σημείωση 2: Είδατε τη κάνει η πολύ παρέα με την Allmylife;