Παρασκευή, Απριλίου 06, 2007

Μητέρα - φτώχεια


Η Άλα έχει έρθει στην Ελλάδα εδώ και 4 χρόνια.
Κοπέλα ψηλή - πάνω από 1.75 - αδύνατη, μεγάλα πόδια, ωραίο σώμα. Αυτό όμως που προσέχεις σ' αυτήν είναι το πρόσωπό της: στρογγυλό, με ιδιαιτέρως τονισμένα τα ζυγωματικά, μικρή και χαριτωμένη μυτούλα, όμορφο στόμα - κυρίως όταν χαμογελάει, γιατί να γελάει δεν την έχω δει ποτέ. Και ύστερα τα μάτια της. Μεγάλα και σχιστά ταυτόχρονα, πράσινα και φωτεινά, τα μάτια ενός ξωτικού. Μονίμως λυπημένα, ακόμα κι όταν η ίδια είναι ευχαριστημένη.
Γυρνάει μέσα στα σκοτάδια του μαγαζιού, ανάλαφρη μα λίγο σκυφτή - σαν τις κοπέλες που σκύβουν γιατί ντρέπονται για το στήθος τους. Το περπάτημά της δεν αποπνέει θηλυκότητα κυρίως, μα κούραση και αποστασιοποίηση. Τα ψηλοτάκουνα παπούτσια της, είναι ξένο σώμα γι' αυτήν.

Έφυγε από την πατρίδα της πριν πέντε χρόνια - πρώην σοβιετική δημοκρατία. Πήγε στην Ιταλία, μαζί με μια φίλη της και την αδελφή του τότε αγοριού της. Πήγαν να δουλέψουν, να βγάλουν λεφτά. Ένα βράδυ, η φίλη τους έκανε την πρώτη βίζιτα, 500 ευρώ το αντίτιμο. Γύρισε σπίτι, πέταξε τα λεφτά πάνω στο τραπέζι και έβαλε τα κλάματα. Αισθανόταν βρώμικο τον εαυτό της, δεν άντεχε το σώμα της. Την λυπήθηκε τόσο που αποφάσισε να μην γίνει βίζιτα, να μην γαμιέται. Και τότε άκουσε πως στην Ελλάδα υπάρχουν στριπτιζάδικα που δεν πιέζουν τις κοπέλες να βγαίνουν στη βίζιτα. Μπορούν απλώς να κάνουν χορό και στριπτίζ. Ήρθε έτσι στην Αθήνα. Και ξεκίνησε δουλειά. Όχι πως αυτό της άρεσε, μα ήταν προτιμότερο από τη βίζιτα. Άρχισε να μαζεύει λεφτά, να στέλνει στην οικογένειά της στην πατρίδα.

Γνώρισε κι έναν Έλληνα, τον ερωτεύτηκε πολύ, έμεινε μαζί του. Ήταν όμως κακή περίπτωση αυτός, έτσι τουλάχιστον της έλεγαν οι άλλοι. Τα προβλήματα πολλά - τίποτα το ξεχωριστό δηλαδή, όπως συμβαίνει με τόσες και τόσες κοπέλες της δουλειάς της.

Η Άλα δεν μπορούσε να βρει το δρόμο της. Ήταν και μικρή, τώρα έφτασε τα 24. Βασανιζόταν, μα τον αγαπούσε - έτσι αισθανόταν αυτή. Και τελικά τη λύση την έδωσε η ίδια η ζωή: αναγκαστικά δεν μπορούσε πια να είναι μαζί του, λόγοι "ανωτέρας βίας".

Η Άλα είναι κορίτσι παράξενο. Από μικρή την ενδιέφερε η "άλλη" ζωή, ο "άλλος" κόσμος, όχι αυτό που όλοι βλέπουμε. Έβλεπε παράξενα όνειρα. Έπαιζε με κάρτες ταρό, η γιαγιά της ήταν ξακουστή πως αν και δεν ήταν γιατρός θεράπευε πολλούς. Κληρονομικό το χάρισμα, της φαίνονταν όλα φυσιολογικά. Εκεί μάλλον οφείλει και το ιδιαίτερο βλέμμα της. Διαβάζει πολύ, σκέφτεται περισσότερο. Στενοχωριέται για τη ζωή που ζει αυτή και οι άλλες κοπέλες, όσο μπορεί όμως την υπομένει.

Υπάρχουν περίοδοι που αισθάνεται αδύναμη. Κουρασμένη και γερασμένη αισθάνεται σχεδόν πάντα. Είναι όμως πολύ δυνατή. Έχει πειθαρχία και έχει βάλει στόχο - άγνωστο σε μένα προς το παρόν.

Μια μέρα με πλησίασε η Άλα στο μαγαζί. Εδώ και καιρό μιλούσαμε, τα τυπικά.

Μου είπε πως γράφει ποιήματα στα ελληνικά. Με ρώτησε αν θα ήθελα να μου τα δείξει - δεν τα είχε δει κανείς. Όταν τη ρώτησα γιατί διάλεξε εμένα, χαμογέλασε με κοίταξε με τα καταπράσινα - σαν-ξωτικού-μάτια της και μου είπε:

" - Θέλεις ή δεν θέλεις;"

Φυσικά και ήθελα. Μου έφερε την άλλη φορά που την είδα, σε ένα χαρτί από τετράδιο, ένα ποιήμα της. Έπαθα πλάκα, συγκινήθηκα. Της ζήτησα την άδεια να το δουν και μερικοί φίλοι μου. Δεν την ένοιαζε, αφού το έδειξε σε έναν - είπε - είναι το ίδιο να το δουν και άλλοι. Δεν είναι πια μόνο δικό της. Ορίστε:

"Τα φαινόμενα
Τα έχω δει από καιρό.
Έχω χαθεί - κενό.
Η ζωή κατέληξε στη νύχτα
Η ελπίδα κάπου μακριά
και όλα γύρω μου σκοτάδι, πολύ στενά.
Κοιτάω δρόμους που οδηγούν στο πουθενά.
Ανθρώπους που χαλάνε χρόνο στη στεριά
και δίπλα τους η μητέρα - φτώχεια.
Ψυχές πετάξανε να βρούνε κάπου ηρεμία
εμείς τελειώνουμε το ταξίδι σιγά-σιγά
Και πάλι στη στεριά.
Κενό, σκοτάδι και μητέρα - φτώχεια."

Τετάρτη, Απριλίου 04, 2007

Φώτα, μουσική, πάμε!


Καλώς σας βρήκα.

Ήταν ένα διάλειμμα στη στενή μας σχέση(λέμε τώρα) - συνήθως τα διαλείμματα αυτά κάνουν καλό. Όπως λένε επαναφέρουν το ενδιαφέρον, τη συγκίνηση, μια δόση αδρεναλίνης - που η καθημερινή επαφή τείνει να εξαφανίσει.

Βέβαια, αρκετές φορές τα διαλείμματα αυτά επιφέρουν και οριστικούς χωρισμούς. Ίδωμεν.

Πίσω λοιπόν στις ιστορίες για τον κόσμο του striptease.

Φώτα, μουσική, πάμε!