Τετάρτη, Αυγούστου 29, 2007

Σκηνές του Νότου (part 2)


Σκηνή έκτη (4 μέρες μετά την πέμπτη σκηνή)




Κάθομαι στο μαγαζί. Εδώ και λίγο καιρό, πηγαίνω άκεφος. Το μυαλό μου είναι στην Άντζελα. No way out. Η κατάσταση είναι γνωστή, τα δεδομένα έχουν αποκωδικοποιηθεί. Κι όμως λύση δεν υπάρχει. Τέλμα. Πίνω μια γουλιά από το ποτήρι μου και αφηρημένος κοιτώ μια κοπέλα να χορεύει στο στύλο. Νοιώθω δίπλα μου μια παρουσία. Κι ένα φιλί στο μάγουλο. Είναι η Μάσα, η κολλητή της. Τα μεγαλύτερα βυζιά στην νύχτα - φυσικά εννοείται, γιατί από τεχνητά υπάρχει κάθε μέγεθος και σχήμα. Μια κοπέλα ξηγημένη, πάνω από 10 χρόνια στα στριπτιζάδικα. Από τις παλιοσειρές. Από αυτές που έχουν τραβήξει πολλά. Παντρεμένη δυο - τρεις φορές, με μια κόρη ούτε και γω ξέρω από ποιον γάμο, μπερδεύεσαι από ένα σημείο και πέρα.

" - Τι κάνεις ρε;"

" - 'Ο,τι μ' αφήνουν."

" - Καλό! Ξέρεις πόσο καιρό μου πήρε για να καταλάβω το ελληνικό χιούμορ; Πολύ."

" - Η κόρη σου καλά; Φέτος θα πάει σχολείο, έτσι δεν είναι;"

" - Ναι ρε συ, θα πάει πρώτη τάξη. Και είναι μεγάλη γάτα. Δεν μπορώ να την κάνω καλά. Πού θα πάει; Κάποια φορά θα τύχει να τη γνωρίσεις. Θέλω να μου πεις τη γνώμη σου, γιατί εγώ μπορεί να λέω και μαλακίες από την μεγάλη αγάπη που της έχω."

" - Δεν μου λες ρε συ Μάσα, ήρθες να συζητήσουμε για την κόρη σου;"

" - Όχι. Για την αγάπη σου ήρθα να συζητήσουμε"

" - Πότε σου είπα πως είναι η αγάπη μου; Απλώς την γουστάρω."

" - Καλά, καλά. Τέλος πάντων. Γιατί δεν πας να την δεις; Αφού περιμένει."

" - Και εγώ περίμενα. Πάνω από ένα χρόνο. Και τι έγινε;"

" - Έλα ρε συ, λες και δεν ξέρεις. Είναι τρελλή μαζί σου, αλλά δεν μπορεί να αφήσει τον άλλο. Και συ δεν τη βοηθάς καθόλου."

Πράγμα που σημαίνει πως δεν την πιέζω όπως πρέπει. Δεν της προσφέρω καταφύγιο, σπίτι, χρηματική υποστήριξη. Δεν της δείχνω έτοιμη τη λύση, της προκαλώ ανασφάλεια. Μα δεν μπορώ να το κάνω. Δεν γίνεται να υποσχεθώ κάτι σε μια γυναίκα, που είναι με άλλον. Δεν το επιτρέπει ο εγωισμός μου. Και αν το κάνω... Κι αν έρθει μαζί μου, πώς θα ξέρω αν ήρθε λόγω των αισθημάτων της και όχι λόγω βολέματος; Αυτό πού το βάζεις; Αποκλείεται. Το ρίσκο που αναλαμβάνουμε είναι το μέτρο των αισθημάτων μας για τον άλλο. Το άλμα στο κενό. Και η ελπίδα, η προσμονή, η πίστη πως ο άλλος θα απλώσει το χέρι του και θα μας πιάσει. Αν με ρωτάτε, μόνο έτσι αξίζει να ξεκινά μια σχέση.

" - Και ούτε πρόκειται να την βοηθήσω, όπως εσύ το εννοείς. Μετά, ό,τι θέλει το κορίτσι. Μετά όμως!"

" - Τι να σου πω τώρα... Εγώ λέω να πας να τη δεις." Επιμένει η Μάσα.

" - Εγώ λέω να μου πεις καλύτερα για την κόρη σου."


Σκηνή έβδομη (περίπου 20 μέρες μετά)


Κατά τις δυόμιση τη νύχτα, πίνω καφέ στο Θησείο με τον Πέτρο. Φίλος καλός, αλλά τόσο διαφορετικός από μένα. Ειδικά στην αντιμετώπιση των γυναικών. Στο μυαλό του είναι αδιανόητο που δεν είμαι με την Άντζελα. Και φταίω εγώ, λέει. Της φέρθηκα πολύ καλά, της πρόσφερα αυτό που ήθελε. Δεν "έπαιξα" μαζί της, δεν την έφτυσα, δεν την πλήγωσα. Η θεωρία του γραμματόσημου, για άλλη μια φορά στο προσκήνιο: Όσο τη φτύνεις, τόσο κολλάει.

Αλήθεια είναι αυτό, στις περισσότερες των περιπτώσεων. Μόνο που δεν μπορείς να το κάνεις πάντα, εγώ τουλάχιστον. Όχι από σεβασμό στην άλλη, όσο από σεβασμό στα αισθήματά σου. Όταν κάτι είναι πιο βαθύ, πέρα από την κάβλα και κάνα δυό γαμήσια, δεν μπορώ να προκαλώ "τεχνητές κρίσεις". Όχι πριν εξαντλήσω όλα τα περιθώρια τουλάχιστον.

" - Μα τα εξάντλησες πια ρε μαλάκα" επιμένει ο Πέτρος. " Ή κάνε αυτό που πρέπει ή άστη να πάει να γαμηθεί". " - Πρέπει να της προκαλέσεις ένα σοκ. Πρέπει να αισθανθεί πως σε έχασε, μόνο έτσι μπορεί να κινηθεί το μυαλό της. Να κάνει κάτι ουσιαστικό."

" - Ή να εξαφανιστεί..."

" - Ναι ρε ας εξαφανιστεί. Δηλαδή και τώρα που γυροφέρνετε ο ένας τον άλλο, τι γίνεται; Άσε με ρε μαλάκα, βαρέθηκα."

" - Αυτό να μου πεις. Άσε που παραβαίνω και τον πρώτο νόμο: Ποτέ μην προσπαθήσεις να εξηγήσεις τα λόγια ή τη συμπεριφορά μιας στριπτιζέζ σαν να είναι κανονική γυναίκα. Νόμος απαράβατος. Δίκιο έχεις ρε Πέτρο. Λοιπόν, άκου να δεις τι θα γίνει. Σκέψου τι πρέπει κατά τη γνώμη σου να κάνω. Ό,τι μου πεις θα το κάνω. Στο λόγο μου."


Σκηνή όγδοη ( την επόμενη νύχτα)

Το σχέδιο εκπονήθηκε. Η δέσμευσή μου δεδομένη - πρέπει να το εκτελέσω. Δεν μπορώ αν κάνω πίσω. Συναντηθήκαμε με τον Πέτρο κατά τη μία, ήπιαμε καφέ. Με ενημέρωσε για τις λεπτομέρειες του σχεδίου.

" - Μήπως παραείναι..."

" - Μην αρχίζεις τις μαλακίες. Έδωσες το λόγο σου. Σκάσε και κάνε ό,τι σου λέω."

" - Εντάξει."

Φτάνουμε στο στριπτιζάδικο που δουλεύει η Άντζελα. Η ώρα είναι δύο και - μπαίνουμε. Καθώς προχωρώ στο χώρο υποδοχής, αναρωτιέμαι αν θα δουλεύει σήμερα ή θα έχει ρεπό. Περνάμε μια πόρτα και το μάτι μου πέφτει στα 2 φλίπερ που στέκουν σβηστά και σκονισμένα. Απομεινάρια μιας άλλης δεκαετίας. Το μαγαζί αποπνέει φθορά και πτώση. Θα μπορούσε να γίνει το αγαπημένο μου. Περπατώντας, κοιτάω όσο μπορώ να διακρίνω τη φθαρμένη μοκέτα. Προχωρούμε στα εσώτερα. Πριν καν έρθει ο μετρ, για να μας οδηγήσει σε κάποιον καναπέ, το πρώτο πρόσωπο που αντικρύζουμε από το μαγαζί, είναι η Άντζελα.

Με βλέπει. Κοιταζόμαστε. Είναι που μέσα σε δέκα δευτερόλεπτα το πολύ, τα μάτια μπορούν να αλλάξουν τέσσερις και πέντε φορές έκφραση: έκπληξη, χαρά, ανακούφιση, έρωτας, φόβος.

Πέφτει στην αγκαλιά μου. Σφίγγοντάς με, ξεφυσάει και ακουμπάει το κεφάλι της μεταξύ ώμου και στέρνου - χαλάρωση. Φιλιόμαστε στα όρθια, στη μέση της σάλας. Οι άνθρωποι του μαγαζιού κοιτούν με απορία. Ένας ξένος - εγώ - που μόλις μπήκε, φιλιέται με την κοπέλα. Ασυνήθιστο.

Καθόμαστε στο καναπέ. Μόνο τότε μου μιλάει.

" - Τι κάνεις, όλα καλά;"

" - Όλα καλά, εσύ πώς πας;"

Αρχίζει μια συνομιλία από αυτές που άλλα λένε κι οι δύο και άλλα θέλουν να πουν. Κρατάει κάνα δεκάλεπτο. Στο μεταξύ, μια παλιά γνωστή έχει έρθει και κάθεται με τον Πέτρο. Αυτός βέβαια το νου του τον έχει σε μένα. Έχει προηγηθεί και εγκάρδιος χαιρετισμός του με την Άντζελα. Και τότε έρχεται η στιγμή.

" - Να πάρω ένα ποτό, μωρό μου;"

Από συνήθεια πάω να πω ναι. Ίσα που το προλαβαίνω.

" - Όχι μωρό μου, να μην πάρεις."

Έκπληξη. Ανοίγουν διάπλατα τα μάτια της. Απορία.

" - Μα τι λες; Τρελλάθηκες; Θα φύγεις;"

" - Όχι μωρό μου, δεν θα φύγω. Αφού όμως είμαι πελάτης, εγώ θα αποφασίσω πώς θα ξοδέψω τα λεφτά μου."

Αρχίζει να σκέφτεται πως θα την διώξω και θα κάτσω με άλλη, για να της την σπάσω. Η αλήθεια όμως είναι χειρότερη.

" - Θες να φύγω;"

" - Όχι φυσικά. Θέλω αν πάμε να μου κάνεις πριβέ χορό."

Με κοιτάει σαν να είμαι εξωγήινος. Δεν πιστεύει σε αυτό που ακούει.

" - Μου κάνεις πλάκα. ε;" ρωτάει με ένα μισερό χαμόγελο στα χείλη της. Φοβάται τη συνέχεια. Δίκιο έχει.

" - Με βλέπεις να γελάω; Όχι, θέλω χορό. Να νοιώσω το σώμα σου γυμνό πάνω μου, να σε χαιδέψω, να φιλήσω τις ρόγες σου, να γευτώ την ηδονή σου. Αυτό θέλω. Όσες κάρτες κι αν κοστίζει."

" - Αυτό αποκλείεται" ψελλίζει, ενώ ήδη τα δάκρυα αρχίζουν να κυλάνε στα μάγουλά της. "Ξέχασέ το".

Την κοιτάω χωρίς να μιλάω. Πάντα μου άρεσε το βουβό της κλάμα. Ομορφαίνουν τα μάτια.

" - 'Η αυτό ή τίποτα" λέω μετά από κάποιο διάστημα. Κοιτάει γύρω της. Ψάχνει κάποια φίλη της. Για να το πει. Για να κλάψει. Για υποστήριξη. Σκοτάδι γύρω. Με κοιτάει ξανά, περιμένει να ξυπνήσει από το κακό το όνειρο. Εις μάτην. Σηκώνεται αμίλητη. Με κοιτάει μια τελευταία φορά και απομακρύνεται αργά. Εξουθενωμένη. Κι εγώ. Περισσότερο.


To be continued

Τρίτη, Ιουλίου 31, 2007

Σκηνές του Νότου (part 1)


Σκηνή πρώτη (από τις πολλές)

Στον καναπέ, στο στριπτιζάδικο, καθισμένοι βλέπουμε ο ένας τα μάτια του άλλου σαν να είναι η πρώτη φορά. Μερικά δευτερόλεπτα που μοιάζουν ώρες. Σε απόλυτη ησυχία, ενώ τα ηχεία τρίζουν από την ένταση του techno κομματιού που παίζει. Της είχα πει την τελευταία φορά πως θα περιμένω μιαν απάντηση. Ήταν η ώρα, αν και ήξερα τι θα ακούσω από την ώρα που έκανα την ερώτηση. Όμως, έτσι έπρεπε.

" - Λοιπόν;" είπα με την ταχυπαλμία που προηγείται της θλίψεως.
" - Γιατί γαμάς μυαλό μου;", απάντησε με απόγνωση. " Αφού σου είπα πως λυπάμαι αυτόν. Δεν μπορώ να φύγω , περιμένω μόνο κάποτε να φύγει αυτός. Και ξέρω πως εσύ δεν περιμένεις. Να βρεις μόνο μια καλή κοπέλα. Θα χαρώ, μπορεί να κλάψω αλλά θα χαρώ."

Σκηνή δεύτερη (μετά από 10 μέρες)

Κάθομαι στον καναπέ, τον ίδιο πάντα, με μιαν άλλη κοπέλα. Όχι τυχαία. Αυτή που ζήλευε περισσότερο η Άντζελα. Η άλλη, μες στην καλή χαρά, μες στις περιπτύξεις. Ο γυναικείος ανταγωνισμός στο μέγιστο. Να σου τον πάρω, να τον χάσεις. Εγώ ανταποκρίνομαι και με την άκρη του ματιού κοιτώ στο μαγαζί τι κάνει η Άντζελα. Γυροφέρνει τα τραπέζια και ψάχνει πελάτη. Άνευρα, σπασμωδικά, με το μυαλό της στον δικό μας καναπέ.

Σκηνή τρίτη (μιάμιση ώρα μετά)

Το παίρνει απόφαση. Πλησιάζει στον καναπέ, έχει πιεί πολύ. Έρχεται στο πλάι του καναπέ και χαιρετάει. Ανταποδίδω τον χαιρετισμό - η άλλη κοπέλα στην αγκαλιά μου περιμένει την έκρηξη. Αμηχανία. Μετά από μισό λεπτό που στεκόταν όρθια, σαν καλαμιά στον κάμπο, με κόπο πάνω στα ψηλοτάκουνά της (ποτό γαρ), με την καρδιά μου να σπαράζει στο θέαμα, επιστρατεύει όλη την ευγένεια που είχε:
" - Μπορώ να καθήσω λίγο μαζί σου;"
" - Μα αφού βλέπεις μωρό μου πως έχω παρέα" απαντώ και νομίζω πως δεν ακούγονται αυτά που λέω. Θέλω να την πάρω αγκαλιά, όμως έτσι πρέπει να κάνω. Κόλαση, ελπίζω μόνο να μην φαίνεται στη μούρη μου.

Γυρίζει και απομακρύνεται σαν σε slow motion με το αγέρωχο αν και μεθυσμένο περπάτημά της.

Σκηνή τέταρτη (πέντε μέρες μετά)

Είμαι χωρίς γυναικεία παρέα στον καναπέ. Η "άλλη" έχει ρεπό. Η Άντζελα όχι. Έρχεται και χαιρετάει την παρέα μου. Εμένα τελευταίο, σαν να μην τρέχει τίποτα. Κοντοστέκεται για λίγο, μήπως την καλέσω να κάτσει μαζί μου. Δεν κάνω κίνηση. Απομακρύνεται.

Μετά από δύο ώρες και πέντε-έξι ποτά, έρχεται ξανά - εγώ πάντα μόνος, στο μαγαζί καμία δεν έρχεται στην παρέα μας αν δεν προσκληθεί ή αν δεν είναι από τις "δικιές" μας. Κάθεται. Κοιταζόμαστε. Αμηχανία - ξανά. Μιλάει στα Αγγλικά. Το κάνει όποτε είναι σε σύγχυση.
" - Γιατί δεν με φωνάζεις να καθήσω;"
" - Μα αφού το συμφωνήσαμε. Δεν θα ξανακάτσουμε μαζί. Δεν μπορεί να συνεχίζεται αυτή η κατάσταση."
Λίγα λεπτά σιωπής.
" - Μα καλά, με την Τζένη; Με την Τζένη;"
Τζένη είναι η "άλλη".
" - Γιατί μωρό μου; Μια χαρά κοπέλα είναι."
" - Ναι φυσικά. Όμως εγώ δεν μπορώ να σε βλέπω με άλλη". Ήμουν ο γκόμενός της στο μαγαζί! Όχι την μέρα, όχι έξω, μέσα κει όμως, ήμουν δικός της.
" - Και τι να κάνουμε; Τελείωσαν αυτά είπαμε" επιστρατεύω όση δύναμη διαθέτω, ελπίζω μόνο η ηθοποιία μου να την πείθει.
" - Να μην ξανάρθεις στο μαγαζί! Σε παρακαλώ! Δεν αντέχω άλλο."
" - Αυτό να μην το ξαναπείς. Θα πηγαίνω όπου γουστάρω. Και στο μαγαζί θάρχομαι, πάρτο απόφαση."
" - Καλά τότε, θα φύγω εγώ από το μαγαζί. Θα πάω αλλού. Μην με ψάξεις. Γεια σου μωρό μου". Φιλί στο μάγουλο, βλέμμα, αγέρωχο περπάτημα απομάκρυνσης.

Σκηνή πέμπτη ( 2 εβδομάδες μετά)

Είμαι στον καναπέ και έρχεται η αδελφή της Άντζελας να χαιρετήσει.
" - Γεια σου family" έτσι με αποκαλεί εδώ και καιρό.
" - Γεια σου κούκλα μου, μια χαρά σε βλέπω. Μου φαίνεται μάλιστα πως πήρες και κάνα δυό κιλά". Έχει πρόβλημα αδυναμίας, μια κούκλα, μια γυναικάρα, που δεν ξεπερνά όμως τα 45 κιλά. Ψυχολογικοί οι λόγοι.
" - Ξέρεις, από τότε που χώρισα νομίζω πως άρχισα να παίρνω λίγο βάρος."
" - Μπράβο!"
" - Ξέρεις η αδελφή μου δουλεύει στην Πειραιώς (μου λέει το μαγαζί)."
Πρέπει να ήταν η τεσσαρακοστή φορά που το άκουγα. Όλες οι κοπέλες που ήξεραν τι συμβαίνει, με ενημέρωναν ανελλιπώς και επαναληπτικώς.
" - Το ξέρω μωρό μου, το ξέρω" αποκρίθηκα.
" - Καλά, δεν την αγαπάς πια; Ούτε πας να τη δεις, ούτε με ρωτάς γι' αυτή"
" - Έτσι μου ζήτησε η ίδια. Να μην πάω. Το ότι είναι καλά το μαθαίνω. Αυτό αρκεί."
" - Και δεν μου λες, με τη Τζένη, έχετε σοβαρή σχέση;"

Χαμογελώ. Η αλήθεια είναι πως με την Τζένη δεν είχαμε καν σχέση, πόσο μάλλον σοβαρή. Ήξερα όμως τα κουτσομπολιά που κυκλοφορούσαν στο μαγαζί. Τα ενθάρρυνα, είναι η αλήθεια.
" - Κάνε μου μια χάρη. Ρώτα τη Τζένη. Ότι σου πει, αυτό συμβαίνει. Δεν μου αρέσει να μιλάω γι' αυτά τα πράγματα. Άντε τώρα, πήγαινε να δουλέψεις".


To be continued

Τετάρτη, Ιουλίου 25, 2007

Πες του να πάει να γαμηθεί και καλή σταδιοδρομία!


Είναι ένας πραγματικά αυθεντικός άνθρωπος. Η ζωή του, βιβλίο ολόκληρο. Ποτέ δεν τη διηγείται. Αποσπάσματα μόνο. Το μεγαλύτερο μέρος της έχει περιστραφεί - και συνεχίζει να περιστρέφεται - γύρω από την Πλάκα. Εκεί δουλεύει και τώρα. Υπεύθυνος σε μια ταβέρνα. Ξέρετε. Από εκείνους που στροβιλίζονται στο πεζοδρόμιο έξω από το μαγαζί, προς άγραν πελατών.
Όπως λέει κι ο ίδιος: " - Βγαίνω για λίγο στη βίζιτα, να φέρω κάνα πελάτη." Στην πραγματικότητα, δεν λέει "βίζιτα", αλλά "ζιταβί". Μιλάει τα ποδανά.
Τρομερός ατακαδόρος, κατευθείαν απόγονος των κουτσαβακίων, από την προπολεμική Αθήνα. Κάθεσαι μαζί του ή στο μαγαζί που δουλεύει και απλώς παρακαλάς να πει κάτι, να διηγηθεί κάτι, να τον δεις να μιλάει σε τουρίστες. Με αυτό το ύφος, που ποτέ δεν είναι ξεκάθαρο αν τους ειρωνεύεται ή αν ειρωνεύεται τον εαυτό του...

Μέγας αλογομούρης. Χαμένος συνήθως - ή μόνο τότε σε πληροφορεί για την κούρσα που έπαιξε, το άλογο που παραλίγο να "έρθει". Κάποτε είχε και δικά του άλογα στον ιππόδρομο. Κάποτε είχε και μαγαζιά δικά του. Και λεφτά φυσικά. Πολλά. Τώρα πια όχι, νομοτέλεια.

Έχω ακούσει συγκλονιστικές ιστορίες για το άτομό του. Δεν μασάει ποτέ και από κανέναν. Άνθρωπος της νύχτας. Κάποτε σε ένα από τα μαγαζιά που είχε, ήρθαν μπάτσοι - τον κυνηγούσαν καιρό, για κάποιο λόγο που δεν ξέρω δεν τα έβρισκε μαζί τους. Κατάλαβε πως δεν μπορούσε να ξεφύγει, πως θα τον γαμούσαν. Βγήκε στην πόρτα και τους ρώτησε αν έψαχναν αυτόν. Μετά την καταφατική απάντηση, ζήτησε μια χάρη. Να τον περιμένουν απ' έξω να διευθετήσει κάποιες εκκρεμότητες. "Εντάξει" του είπαν. Ξαναμπήκε μέσα και μέσα σε δέκα λεπτά έσπασε όλο το μαγαζί του. Μιλάμε τώρα, για κανονική ισοπέδωση, γυαλιά - καρφιά. Βγαίνει μετά και τους λέει:
" - Τι νομίζατε κουφάλες, θα σας άφηνα να πάρετε τέτοια χαρά; Άντε γαμηθείτε παλιόπουστες!"

Η φωνή του μπάσα, το τσιγάρο πολύ - το ποτό επίσης. Το χαμόγελό του γοητευτικό, αν και σπάνιο. Κλασική φιγούρα noir, θα μπορούσε να ανήκει στον αμερικάνικο υπόκοσμο. Διαθέτει το απαραίτητο στυλ - μετανάστης στη Νέα Υόρκη, μπλεγμένος με μπούκηδες, παράνομα στοιχήματα και στημένες κούρσες στον ιππόδρομο. Και θα τον έλεγαν Νικ δε Γκρικ.

Προχθές τρώγαμε με φίλους μου στην Πλάκα, στη ταβέρνα που δουλεύει. Η κουβέντα ήρθε σε κάποιον κοινό μας φίλο, μεγάλη αδυναμία του - και δική μου. Πάντα όμως όταν μιλάει γι' αυτόν, τον βρίζει. Έτσι δείχνει την αγάπη του. Κάθε φορά περιμένουμε την ατάκα που θα πετάξει γι' αυτόν. Ξεπέρασε κάθε προσδοκία, αυτή την φορά.
" - Τώρα μίλαγα με τον Σ. στο τηλέφωνο. Σου στέλνει χαιρετίσματα" του είπα και περίμενα!

" - Πες του να πάει να γαμηθεί και καλή σταδιοδρομία!"

Κάγκελο. " - Αν δε το γράψω αυτό, είμαι πούστης" του λέω.

" - Πούστης είσαι αγόρι μου, γράψεις δε γράψεις" και χαμογελάει σχεδόν τρυφερά. " - Άντε τώρα και μη μου ζαλίζεις τ' αρχίδια. Βγαίνω για ζιταβί".

Κυριακή, Ιουλίου 22, 2007

Is there anybody out there?


Είμαι εδώ. Είμαι; Ξέρω κι εγώ; Μάλλον.

Μου λείψατε. Οι δουλειές πάλι όχι. Τα λεφτά ναι - πάντα λείπουν, το μεγάλο μου ταλέντο.

Δεν σας ξέχασα. Θέλω να συνεχίσω την έκθεσή μου. Οι φιλόλογοι μου έλεγαν πάντα πως την αφήνω στη μέση. Γράφω, γράφω και μετά βαριέμαι και την τελειώνω στο άψε-σβήσε.

Όχι, δεν βαρέθηκα. Αγχώθηκα λίγο. Μπλόκαρα. Και όσο περνούν οι μέρες, τόσο μου φαίνεται πιο δύσκολο να ξαναμπώ στη διαδικασία. Κι ύστερα σκέφτηκα:

- Δεν είναι καταναγκαστικό, ρε μαλάκα. Όταν έχεις κέφι, γράφεις. Μην γίνει κι αυτό υποχρέωση!

Έτσι, χαλάρωσα λιγάκι. Και κάθομαι να ψιλογράψω. Άντε να δούμε, θα ξεμπλοκάρω;

Και έχω τόσα να σας γράψω...

Μόλις πρόσεξα πως εξελληνίστηκε και ο blogger. Μπράβο εξελίξεις!

Τες πα. Εύχομαι να είστε όλοι καλά. Να αρχίσουμε να επικοινωνούμε ξανά.

Πάντα δικός σας ( αλλά κυρίως δικός μου, έτσι;)

Sofogreg

Δευτέρα, Μαΐου 14, 2007

Ο άρχων της γλυφάδας

Πέτρος. Μια μοναδική περίπτωση. Λίγο μετά τα 30, έχοντας ζήσει μια δύσκολη και γεμάτη βάσανα ζωή. Από τα δεκαπέντε του άρχισε να δουλεύει. Όχι για χόμπι, αλλά από ανάγκη. Ο πατέρας του ήταν πολύ πλούσιος αλλά και πολύ ανεύθυνος συνάμα. Ο Πέτρος μεγάλωσε στη Βουλιαγμένη, σε χλιδάτο σπίτι, με μια μεγαλύτερη αδελφή και μια μάνα που σε όλη του τη ζωή τη θυμόταν να ανέχεται τις μαλακίες του πατέρα.
Ο Πέτρος ανήκε στην κατηγορία εκείνη των αγοριών που είχε σαν όνειρο να κάνει μια οικογένεια, διαφορετική από τη δική του: με μια γυναίκα που να την αγαπάει, να την φροντίζει, να μην τη βρίζει ή να την χτυπάει, να κάνει πολλά παιδιά και να δώσει όλη του τη ζωή να τους έχει ευτυχισμένους. Από τα δεκαέξι του, έκανε μόνο σταθερούς και μακροχρόνιους δεσμούς - στα εικοσιδύο ήθελε να παντρευτεί την κοπέλα με την οποία τότε ήταν μαζί. Πριν κλείσει τα τριάντα είχε ήδη τρεις αποτυχημένους αρραβώνες στην πλάτη του.
Ακούω ήδη τις γυναίκες που διαβάζουν το ποστ να μιλούν για την ανευθυνότητα ή την ανωριμότητά του. Μπορεί να είναι κι έτσι. Ήταν όμως ο διακαής πόθος του - μια οικογένεια. Και οι τρεις τις οποίες αρραβωνιάστηκε του φέρθηκαν άσχημα: η μια του είπε μετά από χρόνια δεσμού πως οι γονείς της δεν θεωρούν σωστό να παντρευτεί κάποιον που δουλεύει σε φάμπρικα, η άλλη πως δεν τον θέλει πια γιατί της έκανε πάντα όλα τα χατήρια και βαρέθηκε, η τρίτη γαμιόταν ασυστόλως με όποιον έβρισκε όσο αυτός δούλευε σε δυο δουλειές.
Μετά την τρίτη φορά, ο Πέτρος τρελάθηκε. Πέρασε τρία βράδυα κλεισμένος στο δωμάτιό του, αυτός και ο καθρέφτης του, ένας καθρέφτης γεμάτος ροχάλες. Και πήρε την απόφασή του:
" Να πάνε να γαμηθούν όλες οι καριόλες. Από δω και στο εξής θα τις γλύφω, θα τις γαμάω και θα την κάνω. Ποτέ ξανά έρωτας, αγωνίες, προσφορά σε καμία καριόλα".
Και άρχισε να μεταλλάσεται. Σιγά -σιγά στην αρχή, με γοργό ρυθμό στη συνέχεια. Ίσως γι' αυτό ο αγαπημένος του ήρωας comics είναι ο Spiderman.Και έγινε κάτι μεταξύ του Punisher και πρωταγωνιστή τσόντας. Μελαχροινός, γύρω στο 1.80, σώμα καλό και αθλητικό (στα νειάτα του ποδοσφαιριστής και μετά kick-boxer) το οποίο με ευλάβεια φροντίζει, κίνηση χαριτωμένη και ταυτόχρονα αντρική. Προδιαγραφές ζιγκολό και ψυχοσύνθεση επίσης - με σημαντική τη συνεισφορά των τριών "κυριών".
Τον γνώρισα λίγο μετά την πλήρη μετάλλαξή του. Έμεινα άφωνος από την εκπληκτική ικανότητά του να "ρίχνει" όποια γκόμενα βρισκόταν στο δρόμο του. Την κοίταζε μερικά δευτερόλεπτα και στις περισσότερες περιπτώσεις μουρμούριζε "-Την έχω εύκολα". Και 99% είχε δίκιο. Μότο του ήταν πάντα η φράση: "Μωρό μου, να σου κάνω μια γλυφάδα θέλω, όχι να σε γαμήσω, να σε γευτώ μονάχα". Ώσπου να βεβαιωθώ πως ήταν το μεγαλύτερο φυσικό ταλέντο στο καμάκι που είχα γνωρίσει, πλήρωσα καμιά πεντακοσαριά ευρώ σε στοιχήματα. Αποκορύφωμα ήταν ένα σούρουπο στην πλατεία Κολωνακίου. Είχε πάει η παρέα για καφέ. Καθόμασταν σε κεντρικό καφέ της περιοχής και η κουβέντα ήρθε στην ικανότητα του Πέτρου. Ψιλοαστεία - ψιλοσοβαρά τον αμφισβήτησα για άλλη μια φορά. Η αντίδρασή του στερεότυπη:
" - Δείξε μου το στόχο και βάλε τα λεφτά στο τραπέζι. Αν έχεις άντερα."
Αποφάσισα να χοντρύνω το παιχνίδι - αυτό ήταν για τον Πέτρο, ένα παιχνίδι. Κοίταξα γύρω και εντόπισα το στόχο. Σε ένα τραπέζι λίγο πιο μακρυά μας, κάθονταν δύο κοπέλες (τόσο όμορφες και περιποιημένες, με τόσο τουπέ που μου φάνηκαν μανεκέν) συνοδευόμενες από δύο άντρες. Δύσκολος ο στόχος, πολύ δύσκολος αν και μάλλον δεν ήταν γκόμενοι οι λεβέντες - όταν κάθονται οι δύο κοπέλες στην ίδια πλευρά και απέναντί τους οι άλλοι, συνήθως δεν είναι ζευγάρια.
" - Την ξανθειά σ' εκείνο το τραπέζι" δείχνω με τρόπο.
" - Μμμμ, θα δυσκολευτώ κάπως" απαντά καθώς διερευνεί το στόχο. " 200 ευρώ το bet".
Δέχομαι και ξεκινά. Σηκώνεται από το τραπέζι και με κυκλοτικές κινήσεις πλησιάζει το στόχο, σαν πάνθηρας την αντιλόπη. Το τραπέζι είναι τόσο μακρυά που δεν έχουμε ηχητική επαφή, μόνο οπτική. Φθάνει την ξανθειά και σκύβοντας αρχίζει να της μιλάει. Οι υπόλοιποι από την παρέα της παρακολουθούν αμήχανα. Μετά από συνομιλία δύο-τριών λεπτών, κάθεται στο χερούλι της καρέκλας της ενώ ταυτόχρονα βάζει το χέρι του απαλά γύρω από τους ώμους της. Συνεχίζει να μιλάει για περίπου δέκα λεπτά. Οι υπόλοιποι τον αγνοούν πλέον - ή έτσι δείχνουν - και συζητούν μεταξύ τους. Κάποια στιγμή ο Πέτρος σηκώνεται και τείνοντας το χέρι του σηκώνει και την ξανθειά. Την αγκαλιάζει - απαλά πάντα - από τους ώμους και αφού χαιρετάει την παρέα της (!) την παίρνει και φεύγουν.
Είκοσι λεπτά αργότερα, δέχομαι ένα sms στο κινητό: "Έχει πάει στο μπάνιο να πλυθεί. Της έκανα ήδη μια γλυφάδα και θα τη γαμήσω. Ξενοδοχείο Πρίαμος, δωμάτιο χχχ".
Αυτό ήταν! Έχασα τα τελευταία μου 200 ευρώ - τελευταία γιατί δεν ξανατόλμησα να βάλω στοίχημα - και πλέον είμαι σίγουρος: αν τον αφήσω τον Πέτρο, ίσα που θα γαμήσει κι εμένα!

Σάββατο, Μαΐου 12, 2007

Αγαπημένη...Ένι


Πριν από κάποιο διάστημα είχα γράψει το ποστ "'Αντε ρε μαλάκα...(sorry Pascal) " .Αφορούσε στη συνομιλία μου με μια κοπέλα που εργάζεται σε στριπτιζάδικο και διάβασε το blog μου. Την έλεγα Μίκα. Λοιπόν η Μίκα - που το όνομά της είναι Ένι, την έψαξε τη δουλειά και τελικά μπόρεσε να μου αφήσει το σχόλιό της, όπως με είχε "απειλήσει". Κι εγώ για να την ευχαριστήσω για την τιμή που μου έκανε, πρώτη φορά παραθέτω σε ποστ ένα σχόλιο:


Ανώνυμο είπε...
su grfo gia na mi ksana bo stin diadikasia na se brizo pali ssto magazin k to kanis tema.lipon oso gia tis aidies pu grafis "re malaka" kalitera mi miliso ,to leksiko su distihos ine poli ftoho k hamilu epipedu ideea den ehis na grafis,alla edaksi ehis to dikeoma na prospatisis.Aaaaaaaaa k to alo ,erhodas sto magazin nomizis k grafis oti ta kseris ola alla ideea den ehis ti ginete giro su bistepseme.prin na ta grfis ola afta rota k kanena alon,tha dis oti tha ehi alo apopsi k mipos kataferi ,i malon prolaveni na se stamatisi na stilis ola afta ta lantazmena minimata ston kosmo pu ta diavazi.epidi mipos se bistevune k olas.kata'tala se simpato poli den pavis na eise kalo pedi,apla daksi den ta ehis k poli me afto to grapsimo telika.(kala afto me to Armani to diaskedasa poli) sas hereto olus.ENI i alios i Mika opos o "malakas" egrapse.


sofogreg:

Καλή μου Ένι, χαίρομαι πολύ που μου έγραψες, αλήθεια σου λέω. Μη σταματήσεις όμως να με βρίζεις στο μαγαζί! Πάντα μου αρέσει να βριζόμαστε (χα χα χα). Συγχαρητήρια για τα ικανοποιητικά Ελληνικά σου, αφού έχεις τόσο λίγα χρόνια στην Ελλάδα. Δεν νομίζω πως τα ξέρω όλα. Ούτε στο μαγαζί σου, ούτε σε άλλα μαγαζιά. Απλώς παραθέτω τη δική μου άποψη, λέω όσα βιώνω - με ολίγη φαντασία μερικές φορές. Και μην φοβάσαι, δεν παίρνει κανείς λανθασμένα μηνύματα. Με διαβάζουν λίγοι - στο ξαναείπα και δεν συχνάζουν σε στριπτιζάδικα (αν και αρκετοί μου έχουν ζητήσει να πάμε μαζί). Πάντως πριν βγάλεις συμπέρασμα για το τι γράφω, καλό θα ήταν να διαβάσεις και άλλα κείμενά μου. Βέβαια, δεν σου αρέσει το πως γράφω. Τι να κάνω γι' αυτό; Θα προσπαθήσω περισσότερο! Ευτυχώς σε μερικούς άλλους αρέσει.

Το ξέρω πως με συμπαθείς, αυτό εξάλλου είναι αμοιβαίο. Δεν ξέρω αν είμαι καλό παιδί, χαίρομαι όμως που το πιστεύεις.

Σμαααααααααακ (αφού μου είπες πως σου αρέσει!)

.........................................................................

Αυτή ήταν η απάντησή μου στην Ένι. Θα μπορούσα να γράψω πολλά γι' αυτήν αλλά το αφήνω για μια άλλη φορά. Είναι ένα γαμάτο κορίτσι, αντράκι σωστό - μα και τόσο θηλυκό συνάμα. Ζει και αυτή, όπως τόσες άλλες, μια δύσκολη ζωή. Μια ζωή που σε καμιά τους δεν αρέσει, αλλά που ελάχιστες αποφασίζουν να την αλλάξουν. Μια ζωή με πολλά λεφτά, που συνήθως δεν χαίρονται. Με την Ένι δεν θυμάμαι πώς πρωτομιλήσαμε. Ξέρω όμως πως στ' αλήθεια συμπαθούμε ο ένας τον άλλο. Άλλες φορές έρχεται και κάθεται στα πόδια μου με το δικό της μοναδικό στυλ αρνούμενη να την κεράσω έστω ένα ποτό ("νομίζεις πως έρχομαι εδώ για τα λεφτά σου ρε μαλάκα;" συνηθίζει να λέει), άλλες απλώς περνάει και μου ρίχνει ένα μπινελίκι - όποτε το ακούω, αμέσως το μεταφράζω σε γλυκόλογο, γιατί στην ουσία τέτοιο είναι - μερικές φορές απλώς κοιταζόμαστε και κάποιες φορές κάνει σαν να μην με βλέπει. Ξέρω πως πάντα με παίρνει είδηση. Έχω αποφασίσει η σχέση μας να καθοδηγείται απ' αυτήν: ανάλογα με τα κέφια της. Της παραχώρησα το δικαίωμα να συμπεριφέρεται όπως θέλει χωρίς να μου εξηγεί το γιατί. Είναι η μόνη στο μαγαζί που έχει τέτοιο δικαίωμα. Δεν την ρωτάω σχεδόν ποτέ. Όταν θέλει ή αισθάνεται την ανάγκη θα έρθει να μου μιλήσει. Την βλέπω μόνο την ώρα της δουλειάς της. Την νοιώθω ή έτσι τουλάχιστον νομίζω εγώ. Την σέβομαι. Δυστυχώς δεν μπορώ να την βοηθήσω ουσιαστικά σε κάτι - δεν θα μου το ζήταγε άλλωστε ποτέ, δεν το επιτρέπει ο εγωισμός της. Την θεωρώ "δικό" μου άνθρωπο.

Αγαπημένη Ένι!

Τετάρτη, Μαΐου 02, 2007

Και η "ζωή" συνεχίζεται...


Γύρω στις 12 το βράδυ στο μαγαζί, βγάζουν τα "πολιτικά" τους και βάζουν τη στολή τους - τη γύμνια τους.

Κατεβαίνουν στην αίθουσα και κάθονται στους καναπέδες. Ώσπου να έρθουν οι πελάτες, κουτσομπολεύουν μεταξύ τους. Λένε για τους γκόμενούς τους, σχεδόν πάντα ψέμματα. Ντρέπονται η μια την άλλη. Μα και η άλλη ντρέπεται με τη σειρά της. Και όλες ξέρουν πως λένε ψέμματα. Συνεχίζουν όμως. Μια απαραίτητη σύμβαση, συνεισφορά στον αυτοσεβασμό τους. Μάταια προσπάθεια. Σχεδόν καμία δεν σέβεται τον εαυτό της. Κι αν στην αρχή τον σεβόταν, μετά από τόσα χρόνια γύμνιας, ψέμματος, βίας, εκπόρνευσης, ναρκωτικών, ξύλου, φόβου, κυνηγητού, κάτι τέτοιο απλώς δεν είναι δυνατόν.

Φιλίες λιγοστές. Πραγματικές φιλίες καθόλου. Συνεργασία μερικές φορές και υποστήριξη κάποιες άλλες. Μοναξιά σε όλα τα επίπεδα. Μόνες, αυτές και το κορμί τους. Ίσως γι' αυτό και το κοιτούν τόσο συχνά στους καθρέφτες. Είναι η παρέα τους, η συντροφιά τους, το βάσανό τους μα ταυτόχρονα και το μόνο για το οποίο εξακολουθούν να είναι περήφανες.

Πίνουν το πρώτο ποτό τους και ανάβουν τσιγάρο - όσες καπνίζουν. Οι πελάτες έρχονται σιγά σιγά. Αρχίζουν τη γύρα:

"- Θέλεις χορό;"

" - Θέλεις να καβλώσεις;"

" - Θέλεις κάτι σπέσιαλ με 10 κάρτες;"

" - Θα με κεράσεις ένα ποτό να μιλήσουμε;"

" - Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο καβλιάρα είμαι..."

" - Μα τι θες εσύ εδώ, τόσο όμορφος άντρας;"

" - Νομίζω πως μόλις συνάντησες το όνειρό σου - εμένα!"


Φράσεις σχεδόν κλισέ, σε σπαστά και με βαρειά προφορά ελληνικά. Επαναλαμβάνονται όλη τη νύχτα. Μεσολαβούν περίπου 7 ώρες. Και ύστερα ουρά στο ταμείο, να πληρωθούν τις κάρτες τους - σαν τα παιχνίδια στο λούνα παρκ. Μετράνε αρκετές φορές τα 3οο, 400 ή 500 ευρώ που τους δίνει ο ταμίας - πολλές φορές το μεθύσι δεν βοηθά την κατάσταση - τα τοποθετούν στο μικρό τσαντάκι τους και ανεβαίνουν στα καμαρίνια. Φορούν τα "πολιτικά" τους, ρούχα χαμηλής αξίας και αισθητικής, τα αθλητικά τους παπούτσια οι περισσότερες - 7 ώρες πάνω σε εικοσάποντα τακούνια σε εξουθενώνουν φαντάζομαι.

Βγαίνουν γρήγορα από το μαγαζί, χώνονται σε ταξί που έχουν ήδη καλέσει και χάνονται στη Συγγρού. Στο βάθος ο Σαρωνικός φεγγίζει.

Καλημέρα για τους άλλους, γι' αυτές καληνύχτα. Πάντα.

Παρασκευή, Απριλίου 06, 2007

Μητέρα - φτώχεια


Η Άλα έχει έρθει στην Ελλάδα εδώ και 4 χρόνια.
Κοπέλα ψηλή - πάνω από 1.75 - αδύνατη, μεγάλα πόδια, ωραίο σώμα. Αυτό όμως που προσέχεις σ' αυτήν είναι το πρόσωπό της: στρογγυλό, με ιδιαιτέρως τονισμένα τα ζυγωματικά, μικρή και χαριτωμένη μυτούλα, όμορφο στόμα - κυρίως όταν χαμογελάει, γιατί να γελάει δεν την έχω δει ποτέ. Και ύστερα τα μάτια της. Μεγάλα και σχιστά ταυτόχρονα, πράσινα και φωτεινά, τα μάτια ενός ξωτικού. Μονίμως λυπημένα, ακόμα κι όταν η ίδια είναι ευχαριστημένη.
Γυρνάει μέσα στα σκοτάδια του μαγαζιού, ανάλαφρη μα λίγο σκυφτή - σαν τις κοπέλες που σκύβουν γιατί ντρέπονται για το στήθος τους. Το περπάτημά της δεν αποπνέει θηλυκότητα κυρίως, μα κούραση και αποστασιοποίηση. Τα ψηλοτάκουνα παπούτσια της, είναι ξένο σώμα γι' αυτήν.

Έφυγε από την πατρίδα της πριν πέντε χρόνια - πρώην σοβιετική δημοκρατία. Πήγε στην Ιταλία, μαζί με μια φίλη της και την αδελφή του τότε αγοριού της. Πήγαν να δουλέψουν, να βγάλουν λεφτά. Ένα βράδυ, η φίλη τους έκανε την πρώτη βίζιτα, 500 ευρώ το αντίτιμο. Γύρισε σπίτι, πέταξε τα λεφτά πάνω στο τραπέζι και έβαλε τα κλάματα. Αισθανόταν βρώμικο τον εαυτό της, δεν άντεχε το σώμα της. Την λυπήθηκε τόσο που αποφάσισε να μην γίνει βίζιτα, να μην γαμιέται. Και τότε άκουσε πως στην Ελλάδα υπάρχουν στριπτιζάδικα που δεν πιέζουν τις κοπέλες να βγαίνουν στη βίζιτα. Μπορούν απλώς να κάνουν χορό και στριπτίζ. Ήρθε έτσι στην Αθήνα. Και ξεκίνησε δουλειά. Όχι πως αυτό της άρεσε, μα ήταν προτιμότερο από τη βίζιτα. Άρχισε να μαζεύει λεφτά, να στέλνει στην οικογένειά της στην πατρίδα.

Γνώρισε κι έναν Έλληνα, τον ερωτεύτηκε πολύ, έμεινε μαζί του. Ήταν όμως κακή περίπτωση αυτός, έτσι τουλάχιστον της έλεγαν οι άλλοι. Τα προβλήματα πολλά - τίποτα το ξεχωριστό δηλαδή, όπως συμβαίνει με τόσες και τόσες κοπέλες της δουλειάς της.

Η Άλα δεν μπορούσε να βρει το δρόμο της. Ήταν και μικρή, τώρα έφτασε τα 24. Βασανιζόταν, μα τον αγαπούσε - έτσι αισθανόταν αυτή. Και τελικά τη λύση την έδωσε η ίδια η ζωή: αναγκαστικά δεν μπορούσε πια να είναι μαζί του, λόγοι "ανωτέρας βίας".

Η Άλα είναι κορίτσι παράξενο. Από μικρή την ενδιέφερε η "άλλη" ζωή, ο "άλλος" κόσμος, όχι αυτό που όλοι βλέπουμε. Έβλεπε παράξενα όνειρα. Έπαιζε με κάρτες ταρό, η γιαγιά της ήταν ξακουστή πως αν και δεν ήταν γιατρός θεράπευε πολλούς. Κληρονομικό το χάρισμα, της φαίνονταν όλα φυσιολογικά. Εκεί μάλλον οφείλει και το ιδιαίτερο βλέμμα της. Διαβάζει πολύ, σκέφτεται περισσότερο. Στενοχωριέται για τη ζωή που ζει αυτή και οι άλλες κοπέλες, όσο μπορεί όμως την υπομένει.

Υπάρχουν περίοδοι που αισθάνεται αδύναμη. Κουρασμένη και γερασμένη αισθάνεται σχεδόν πάντα. Είναι όμως πολύ δυνατή. Έχει πειθαρχία και έχει βάλει στόχο - άγνωστο σε μένα προς το παρόν.

Μια μέρα με πλησίασε η Άλα στο μαγαζί. Εδώ και καιρό μιλούσαμε, τα τυπικά.

Μου είπε πως γράφει ποιήματα στα ελληνικά. Με ρώτησε αν θα ήθελα να μου τα δείξει - δεν τα είχε δει κανείς. Όταν τη ρώτησα γιατί διάλεξε εμένα, χαμογέλασε με κοίταξε με τα καταπράσινα - σαν-ξωτικού-μάτια της και μου είπε:

" - Θέλεις ή δεν θέλεις;"

Φυσικά και ήθελα. Μου έφερε την άλλη φορά που την είδα, σε ένα χαρτί από τετράδιο, ένα ποιήμα της. Έπαθα πλάκα, συγκινήθηκα. Της ζήτησα την άδεια να το δουν και μερικοί φίλοι μου. Δεν την ένοιαζε, αφού το έδειξε σε έναν - είπε - είναι το ίδιο να το δουν και άλλοι. Δεν είναι πια μόνο δικό της. Ορίστε:

"Τα φαινόμενα
Τα έχω δει από καιρό.
Έχω χαθεί - κενό.
Η ζωή κατέληξε στη νύχτα
Η ελπίδα κάπου μακριά
και όλα γύρω μου σκοτάδι, πολύ στενά.
Κοιτάω δρόμους που οδηγούν στο πουθενά.
Ανθρώπους που χαλάνε χρόνο στη στεριά
και δίπλα τους η μητέρα - φτώχεια.
Ψυχές πετάξανε να βρούνε κάπου ηρεμία
εμείς τελειώνουμε το ταξίδι σιγά-σιγά
Και πάλι στη στεριά.
Κενό, σκοτάδι και μητέρα - φτώχεια."

Τετάρτη, Απριλίου 04, 2007

Φώτα, μουσική, πάμε!


Καλώς σας βρήκα.

Ήταν ένα διάλειμμα στη στενή μας σχέση(λέμε τώρα) - συνήθως τα διαλείμματα αυτά κάνουν καλό. Όπως λένε επαναφέρουν το ενδιαφέρον, τη συγκίνηση, μια δόση αδρεναλίνης - που η καθημερινή επαφή τείνει να εξαφανίσει.

Βέβαια, αρκετές φορές τα διαλείμματα αυτά επιφέρουν και οριστικούς χωρισμούς. Ίδωμεν.

Πίσω λοιπόν στις ιστορίες για τον κόσμο του striptease.

Φώτα, μουσική, πάμε!

Δευτέρα, Μαρτίου 26, 2007

Άντε ρε μαλάκα...(sorry Pascal)

Είχα να την δω πάνω από 20 μέρες. Περνώντας από τον καναπέ, μου ένευσε, κάτι σαν "θα τα πούμε αργότερα". Πράγματι, γύρω στις 5 το πρωί, ήρθε στον καναπέ. Αδύνατη όπως πάντα, πλατινέ μακρύ μαλλί όπως πάντα, αντράκι όπως πάντα. Κάθησε πάνω στο δεξί μου πόδι και με αγκάλιασε και με τα δύο χέρια της απ' το λαιμό μου. Με φίλησε και την φίλησα.
"- Τι κάνεις κορίτσι μου;"
" - 'Αντε γαμήσου ρε μαλάκα". Έτσι προσπαθούσε πάντα να κρύψει την συναισθηματική της φόρτιση. Συνέχισε να έχει το ένα της χέρι περασμένο γύρω από το λαιμό μου.
" - Και εγώ χαίρομαι που σε βλέπω", της είπα.
Πήρε τσιγάρο και το άναψε. Ανοιγόκλεισε τις μεγάλες και ψεύτικες βλεφαρίδες της, ξεφύσηξε τον καπνό και μου είπε:
" - Δηλαδή ρε μαλάκα, εδώ ερχόμαστε σε σας, για να πάρουμε κάρτες;"
Δεν καταλαβαίνω σε τι αναφέρεται. Απομακρύνω λίγο το κεφάλι μου, χαλαρώνω τη λαβή της και την κοιτάω στο πρόσωπο.


" - Τι λες παιδάκι μου;" Αυτή συνεχίζει με τη μπάσα φωνή της και την χαρακτηριστική βαρειά ξενική προφορά στα ελληνικά της:
" - Αυτό που σου λέω, μαλάκα. Ερχόμαστε εδώ για να πάρουμε κάρτες; Γιατί τα γράφεις αυτά;"
΄Ωπα, αρχίζω να μπαίνω στο νόημα.
" - Τι γράφω;"
" - Τα διάβασα όλα. Αυτές τις μαλακίες που γράφεις στο ίντερνετ για μας."
Απίστευτο. Είχε βρει το blog και διάβασε τα κείμενά μου. Και όπως ήταν φυσικό, δεν κατάλαβε καλά. Μιλάει καλά ελληνικά, αλλά το διάβασμα είναι μια άλλη υπόθεση. Προσπαθώ να της εξηγήσω.
" - Κοίτα Μίκα, δεν είναι έτσι. Δεν έγραφα πως έρχεστε για κάρτες. Έγραφα πως έρχονται οι κοπέλες και κτυπάνε κάρτα στον καναπέ μας. Αυτό σημαίνει πως κάνετε κάτι που επαναλαμβάνεται κάθε φορά, όπως οι εργαζόμενοι που κτυπούν κάρτα, όταν πηγαίνουν το πρωί στη δουλειά. Κάτι σαν να το έχετε υποχρέωση."
" - Ποια υποχρέωση; Θυμάσαι πόσες φορές μου είπες να με κεράσεις ποτό και εγώ σου είπα όχι, μην χαλάς τα λεφτά σου. Και συ γράφεις μαλακίες..."
Με τα πολλά καταλαβαίνει πως ήταν παρεξήγηση. Νόμιζα πως όλα τέλειωσαν. Κι όμως:
" - Και δεν μου λες, πότε έχεις έρθει εσύ εδώ με Αρμάνι μουστούμι και παπούτσια Πράντα; Όλο μαλακίες έγραφες. Και είχα θυμώσει τόσο όταν τα διάβαζα, δεν έβρισκα όμως τον τρόπο να σου γράψω, όπως όλοι οι άλλοι από κάτω".
" - Ρε συ, εκείνο το κείμενο είχε τίτλο Όνειρο, δεν ήταν αλήθεια. Ήταν σαν να το είχα δει στον ύπνο μου."
" - Και σιγά μην παντρεύτηκες κάποια στην κουζίνα, μαλάκα..." συνεχίζει ακάθεκτη. Θυμάται πολλές λεπτομέρειες, μου κάνει εντύπωση. Όταν με τα πολλά την πείθω πως γράφω κάτι σαν λογοτεχνία, ό,τι δεν είναι πιστή περιγραφή της πραγματικότητας όλα τα κείμενά μου, τότε μου αναφέρει τις Δέκα Εντολές για το στριπτιζάδικο:
" - Και αφού είναι λογοτέχνη(sic), τότε γιατί έγραψες οδηγίες για το μαγαζί; Και τους λες να μας μεθάνε; Να έρχονται αργά, για να πληρώνουν λιγότερα; Να προσέχουν να μην τους δουλεύουμε; Με ποιους είσαι ρε μαλάκα; Με μας ή με τους άλλους; Μαλάκα, ε μαλάκα!"
Δεν είχα ξανακούσει τόσο πολλές φορές το χαρακτηρισμό "μαλάκας" να απευθύνεται σε μένα. Κι αντί να θυμώσω, είχα ξεκαρδιστεί στα γέλια. Και τόσο η Μίκα "φόρτωνε".
Και καθώς την κοίταζα να ξεδίνει και να ηρεμεί σιγά σιγά, με το χέρι της πάντα γύρω απ' το λαιμό μου, προσπάθησα να την ησυχάσω.
" - Ηρέμησε, όσα γράφω είναι συνήθως καλά για σας. Αφού πολλές γυναίκες που τα διαβάζουν, με βρίζουν που σας υπερασπίζομαι και σας παρουσιάζω τόσο καλές..."
" - Καλά, άστα αυτά μαλάκα, δεν με κοροϊδεύεις εμένα" είπε σαφώς πιο ήρεμη, με χαμόγελο στα χείλη της " και δεν μου λες, σε διαβάζουν πολλοί;"
" - Μπα, μην ανησυχείς. Λίγοι με διαβάζουν, κάτι φίλοι μου μόνο." Και τότε σκέφτηκα πως αν το μάθουν και άλλες κοπέλες, θα πρέπει να εξηγώ στην καθεμιά τους, μέρες ολόκληρες!" Κοίτα μόνο, δεν θέλω να το ξέρει κανείς πως είμαι εγώ αυτός που τα γράφει, έτσι;"
" - Α, εντάξει τότε. Θέλω όμως να μου πεις πώς θα σου αφήνω κι εγώ μήνυμα, να σε βρίζω. Άμα σου γράφω κάτι, το βλέπουν και οι άλλοι;"

" - Φυσικά, όλοι το βλέπουν".

" - Και να σου πω και κάτι άλλο; Μην έχεις τίτλο στη σελίδα σου Striptease, καλύτερα να την λες Μαλάκας".

" - Αυτό δεν μπορώ να το κάνω Μίκα μου" απάντησα, "γιατί τον τίτλο αυτό τον κατέχει άλλος"

Sorry ρε συ Pascal (malaka)!

Τρίτη, Μαρτίου 20, 2007

Μίσος


Τον μισώ.
Κάθε που με κοιτάει, έρχεται και πιο κοντά μου.
Όταν δεν έρχεται στο μαγαζί, τρελαίνομαι. Μου λείπει.
Όταν έρχεται στο μαγαζί, τρελαίνομαι. Δεν θέλω να είναι αυτός ο κόσμος μου.
Κι αν είναι, δεν θέλω να βρίσκεται εκεί κι αυτός.
Τον μισώ.
Όσο κι αν προσπάθησα να μην τον θέλω, τίποτα δεν πέτυχα.
Όσο κι αν προσπάθησα να βρεθώ μαζί του, ποτέ δεν το τόλμησα.
Τον μισώ.
Περνάει ο χρόνος και η ήττα μου είναι πια ολοφάνερη.
Ο φόβος μου πανηγυρίζει.
Η ηρεμία, ουτοπία. Πουθενά πια κάλμα, όταν τον σκέφτομαι.
Τον μισώ.
Όσο με θέλει, τόσο πιο μακριά του αισθάνομαι.
Όσο με καταλαβαίνει, τόσο πιο ανάξιά του είμαι;
Όσο, λες και δεν υπάρχει κανένα εμπόδιο, εισχωρεί στο μυαλό και στην ψυχή μου.
Λες και δεν είναι πανύψηλος ο τοίχος που τόσα χρόνια έχτιζα.
Μα δεν τον βλέπει;
Να πεις πως δεν αντιστάθηκα; Όσο ποτέ.
Να πεις πως δεν το πήρα εκατό και άλλες εκατό φορές απόφαση;
Τον μισώ.
Με κάνει επίορκη, με τέτοια ευκολία που με τρομάζει.
Δεν μπορώ πια να ξαπλώσω στο κρεβάτι, γυναίκα του άντρα μου.
Κι αυτός σπανίως επιμένει. Ο άντρας μου συνέχεια.
Τον μισώ.
Με θέλει τόσο πολύ, που δεν τον νοιάζει να μην μ’ έχει.
Τον θέλω τόσο πολύ, που δεν τον νοιάζει να μην μ’ έχει.
Τον θέλω τόσο πολύ.
Τον θέλω.
Τον αγαπώ.
Με μισώ.

Τετάρτη, Μαρτίου 14, 2007

The return of Sofogreg




"... to a theatre near you"



Μην το χάσετε.

Κυριακή, Μαρτίου 04, 2007

Πόσες;


Όταν περπατάει, πέφτουν τα τσιμέντα.

Όταν λικνίζεται, νομίζεις πως ακούς το νερό να συναντά τα βότσαλα στην παραλία.

Την βλέπεις να σηκώνει τα χέρια της, να πιάνει τα μαύρα μαλλιά της και να προσπαθεί να τα κάνει κότσο. Ευθυγραμμίζονται οι ώμοι της και παρακαλάς να μην ξανακατέβουν.

Την κοιτάς να γέρνει και να ακουμπάει το σαγώνι στον ώμο της και βλέπεις την γυναίκα.

Βγάζει τα παπούτσια της και βάζει τις πατούσες της κάτω από το μηρό σου - ταχυπαλμία.

Κουλουριάζεται στην αγκαλιά σου, αισθάνεσαι πως μπορείς να κάνεις τα πάντα γι' αυτήν.

Ανάβεις το τσιγάρο της και συνεχίζεις να κρατάς αναμμένο τον αναπτήρα σου. Δεν χορταίνεις τα πράσινα υγρά της μάτια.

Σε φιλάει και γεμίζει φως το μαγαζί. Κι όταν σε ξαναφιλάει, πάλι αισθάνεσαι πως θα είναι η τελευταία φορά. Και κάθε επόμενο φιλί - επέκταση του ατελείωτου.

Όταν τεντώνεται και προτάσσει το στήθος της...

Άσε ρε μαλάκα. Μπορείς να βρεις και καλύτερη. Υπάρχουν τόσες καλύτερες. Τόσες.

Πόσες;

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 28, 2007

Όνειρο;

Γύρω στις τέσσερις. Μπήκαμε στο μαγαζί. Μέρα Πέμπτη, κατά τα άλλα συνηθισμένη. Χαιρετούρες και κατευθείαν στον καναπέ μας. Όλη η παρέα. Αν και διαφωνούσαν, ήρθαν όλοι μαζί: ο Πι, ο Σίγμα, ο Κάπα κι εγώ. Άρχισαν να έρχονται οι κοπέλες να "χτυπήσουν κάρτα", να μας χαιρετήσουν δηλαδή μία προς μία. Η μέρα είχε επιλεχθεί προσεκτικά. Όλες οι πιο κοντινές στην παρέα μας έπρεπε να είναι εκεί. Κανείς δεν ήξερε τι θα γίνει, ούτε καν η παρέα. Είχα πει απλώς πως θα κάνω κάποιο happening στην Άντζελα. Ήξεραν φυσικά πόσο τη γούσταρα. Με φοβόντουσαν και γι’ αυτό δεν συμφωνούσαν. Ο Κάπα, ο "αρχηγός", μου είχε επιστήσει την προσοχή: " - Κανόνισε να μην γίνουμε ρεζίλι. Έχουμε και μια μούρη στο μαγαζί". Τον καθησύχασα. Δεν με πολυπίστεψε. Δίκιο είχε.
Στην αρχή, οι κοπέλες δεν με αναγνώρισαν, έτσι ντυμένο με κουστούμι, πρώτη φορά με έβλεπαν – το ίδιο και οι δικοί μου. Φορούσα το μαύρο μου Αρμάνι, με άσπρο πουκάμισο φαρδύ, μανίκια λίγο σηκωμένα, χωρίς γραβάτα, μαύρα Prada παπούτσια. Αξύριστος δύο μέρες, με ζελέ στα μαλλιά. Τελικά, ίσως και να κάνουν τα ράσα τον παπά. Ήρθε η δικιά μου. Τέντωσε τα μάτια γεμάτη έκπληξη. Της άρεσε όμως αυτό που έβλεπε. Κάθισε για λίγο πάνω στα πόδια μου, με φίλησε ως όφειλε και μετά πήρε τη θέση της δίπλα μου στον καναπέ. Ανοίξαμε σαμπάνια για όλους. Την καλύτερη που είχε το μαγαζί. Την έστειλα να αλλάξει, να φορέσει ένα μαύρο φόρεμα που είχε. Ξέκωλο – αφού το φορούσε στη δουλειά, αλλά τύπου βραδινό. Ήπια και εγώ, ήταν ειδική μέρα.
Με τον dj είχα συνεννοηθεί τρεις μέρες πριν, του είχα δώσει και το cd. Αρκούσε ένα νεύμα μου, το σύνθημα. Το πρώτο μπουκάλι Dom Perignion τελείωσε και ανοίξαμε δεύτερο. Ήταν κάπου στη μέση του, η ώρα είχε πάει πέντε παρά. Έδωσα το σύνθημα στον dj και σηκώθηκα από τον καναπέ – δήθεν για τουαλέτα. Από το μικρόφωνο ο dj ανακοίνωσε πως θα ακολουθήσει special show και δεν έλεγε ψέματα. Όπως συνήθως συμβαίνει έσβησε τελείως τα φώτα, για να τοποθετήσουν υποτίθεται το ντεκόρ. Στάθηκα δίπλα στην πίστα. Πήρα μια βαθιά ανάσα και σκέφτηκα το βλέμμα της Άντζελας. Ανέβηκα πάνω στην πίστα και στάθηκα προσοχή στο κέντρο, δίπλα στον στύλο. Τότε, μετά από 5 δευτερόλεπτα πλήρους ησυχίας, άναψαν τα φωτορυθμικά, άρχισε να παίζει το τραγούδι. (Σημείωση για τους αναγνώστες: αν δεν το έχετε ήδη βάλει, βάλτε το να παίξει τώρα.)
Αρχίζω να τραγουδάω, σαν καραόκε χωρίς όμως να ακούγεται η φωνή μου:
"The night we met I knew I needed you so
and if I had the chance I'd never let you go…"
Γυρίζω προς το μέρος του καναπέ και την κοιτάω
"…So won't you say you love me
I'll make you so proud of me
We'll make 'em turn their heads
Every place we go So won't you please…"

Όλη την ώρα κουνάω τα χέρια μου, σαν να απαγγέλλω τους στίχους. Τα τεντώνω και τα μαζεύω, δείχνω το νόημα των στίχων όπως κάνουν οι σκυλάδες.

"…(Be my be my baby) Be my little baby
(I want it only say) Say you'll be my darling
(Be my be my baby) Be my baby now
(I want it only say) Ooh, ohh, ohh, oh…"

Επίτηδες διάλεξα τις Ronnettes. Μου άρεσε το contrast, ένας άντρας με κουστούμι και οι γυναικείες φωνές τους. Πλησιάζω στην άκρη της πίστας και την δείχνω συνεχίζοντας

"…I'll make you happy, baby
Just wait and see
For every kiss you give me
I'll give you three…"
Την καλώ να ανέβει. Σηκώνεται αποσβολωμένη, ενώ την φωτίζει ο προβολέας. Έρχεται προς το μέρος μου, ενώ συνεχίζω να τραγουδάω

"…Oh, since the day I saw you
I have been waiting for you
You know I will adore you
Till eternity
So won't you please…"

Φτάνει και την πιάνω από το χέρι. Αγκαλιαζόμαστε και χορεύουμε σαν μπλουζ σε εφηβικό πάρτυ.

"(Be my be my baby) Be my little baby
(I want it only say) Say you'll be my darling
(Be my be my baby) Be my baby now
(I want it only say) Ooh, ohh, ohh, ohh, oh"
Τέλος. Την φιλάω απαλά στα χείλη. Οι πελάτες ξεσπούν σε χειροκροτήματα. Έχουν καταλάβει πως δεν είναι μέρος του show. Την πιάνω από τη μέση και τη σηκώνω αγκαλιά. Κατεβαίνω από την πίστα και συνεχίζω προς το διάδρομο, με την Άντζελα στην αγκαλιά μου. Γύρω μας πελάτες να κοιτούν και στριπτιζούδες βουρκωμένες.
Φτάνω στο μπαρ, κοντά στην έξοδο του μαγαζιού. Περνώ από μπροστά και μπαίνω στην πόρτα που οδηγεί στην κουζίνα. Κι εκεί, κάτω από το φως που έχουν οι κουζίνες και τα κρεοπωλεία, αυτό το αρρωστημένο άσπρο-γκρι από λάμπες φθορίου, την κατεβάζω από την αγκαλιά μου, την ακουμπάω όρθια στα πόδια της. Την κοιτάω, χαμογελάω και βγάζω από την τσέπη μου ένα δαχτυλίδι. Της το φοράω στο τέταρτο δάχτυλο του αριστερού χεριού και λέω:
" - Θες να γίνεις γυναίκα μου;"
" - Ναι" ψελλίζει.
Και παντρευτήκαμε. Μάρτυρες στο γάμο η κοπέλα που σκουπίζει το μαγαζί και το παιδί που πλένει τα ποτήρια – δύο δεν χρειάζονται;
.
..
...
....
.....
......
.......
Ξύπνησα. Η διάθεσή μου εξαιρετική. Κοίταξα έξω από το παράθυρο και ο ουρανός ήταν μολυβί. Τεντώθηκα και χάιδεψα το γάτο μου. Σηκώθηκα και πήγα στο μπάνιο. Κοίταξα το πρόσωπό μου στον καθρέφτη. Είχε ένα σημάδι από κραγιόν. Χαμογέλασα ικανοποιημένος.
Ωραία αρχή, για το υπόλοιπο της ζωής μου, σκέφτηκα.

Κυριακή, Φεβρουαρίου 25, 2007

Λόλα



Την πρόσεξα για πρώτη φορά, όταν την είδα να περπατάει στον διάδρομο, ανάμεσα στους καναπέδες. Κάτι δεν μου κόλλαγε. Ήταν ψηλή, πολύ αδύνατη. Ξανθά ίσια μαλλιά αρκετά πιο κάτω από τους ώμους. Πρόσωπο με έντονα χαρακτηριστικά, ψεύτικες βλεφαρίδες, πολύ έντονα χείλη και ζυγωματικά. Μικρό στήθος, κοιλιά που έκανε εσοχή. Τα οστά της λεκάνης προεξείχαν. Πολύ λεπτά χέρια και πόδια. Όσο την κοίταζα, τόσο σιγουρευόμουν πως υπέφερε από anorexia nervosa.
Και τότε κατάλαβα τι μου φαινόταν παράξενο: έμοιαζε πολύ με μοντέλο. Η όψη της, το σώμα της, το περπάτημά της. Δεν ταίριαζε σε στριπτιζάδικο, σαν τη μύγα μες στο γάλα. Εξέπεμπε αυτό το «κρύο» που έχουν τα μοντέλα, καθόλου την καβλιάρικη αίσθηση των στριπτιζούδων.
Ήρθε και κάθισε δίπλα μου. Σταύρωσε τα πόδια της. Ήταν τόσο αδύνατα που φαίνονταν σαν να είχαν αλλάξει θέση, ήταν και έτσι σχεδόν παράλληλα μεταξύ τους. Έβγαλε ένα τσιγάρο, το έβαλε στο στόμα της και γύρισε προς το μέρος μου με κίνηση βαμπ. Πήρα τον zippo από το τραπέζι και της πρόσφερα φωτιά. Τράβηξε μια τζούρα με λαιμαργία και ξεφυσώντας μου είπε στα ελληνικά, με χαρακτηριστική ρώσικη προφορά:
"- Δεν θέλω να ρωτήσω το όνομά σου."
" - Μην το ρωτάς", απάντησα.
" - Ήθελα να μάθω αν με βρίσκεις όμορφη."
" - Όχι απλώς όμορφη. Θεά" είπα. Αν και δεν είσαι του γούστου μου, σκέφτηκα.
Έμεινε να κοιτάει ευθεία μπροστά και δεν μίλησε για 2-3 λεπτά. Μετά πήρε το ποτήρι μου και ήπιε μια γουλιά. Το αποφάσισε.
" - Είναι σωστό μια τόσο ωραία κοπέλα σαν κι εμένα να δουλεύει σε τέτοιο μαγαζί;"
Δεν ήξερα τι να απαντήσω. Τι να πω; Συνέχισε λες και δεν περίμενε απάντηση.
" - Εγώ έπρεπε να περπατάω σε πασαρέλα. Στο Μιλάνο ή το Παρίσι". Γύρισε προς το μέρος μου.
" - Δίκιο έχεις. Και εγώ όταν σε είδα, αυτό σκέφτηκα". Την κοίταξα στα μάτια. Στο μισοσκόταδο το βλέμμα της ήταν χαμένο – τόσο που σου φαινόταν χαζό, κρύο, αποξενωμένο, μα πάνω απ’ όλα λυπημένο.
" - Πόσο χρονών είσαι;" την ρώτησα.
" - Είναι αργά πια. Άστο" μου απάντησε. Σήκωσα το αριστερό μου χέρι και με την έξω πλευρά της χάιδεψα απαλά το μάγουλο. Αισθάνθηκα το χέρι μου υγρό. Σφίχτηκε η ψυχή μου. Το βλέμμα της ίδιο και απαράλλαχτο. Σηκώθηκε να φύγει. Την ώρα που έσβηνε το τσιγάρο, της είπα:
" - Ποτέ δεν είναι αργά, αν το θες πολύ".
Χαμογέλασε και μου ανταπέδωσε το χάδι στο μάγουλο.
" - Δεν ξέρεις εσύ. Με λένε Λόλα".
Έφυγε περπατώντας σαν σε επίδειξη του Vercace. Το κεφάλι ψηλά. Η ψυχή ποδοπατημένη.
Και τότε κατάλαβα.

Μερικές φορές από την αρχή είναι πολύ αργά.

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 23, 2007

Οι δέκα εντολές

Ή αλλιώς, "Οδηγός επιβίωσης σε στριπτιζάδικο". Δέκα tips για να περάσετε εσείς καλά και οι άλλοι καλύτερα. Πάμε:
1) Πάρε μαζί σου λίγους (και καλούς). Από τότε που ήμασταν έφηβοι, οι μεγάλες αντροπαρέες είναι απωθητικές στις γυναίκες. Ο πολύς αντρικός χαβαλές τις ξενερώνει. Δεν μπορεί να υπάρξει ερωτική ατμόσφαιρα, με τέτοιες προϋποθέσεις. Οι στριπτιζούδες δεν εξαιρούνται του κανόνος. Ακόμα κι αν πας για πλάκα, κάντην με γούστο και μέτρο.
2) Αποφάσισε γιατί πας. Όπως σε κάθε περίσταση στη ζωή, έτσι κι εδώ, πρέπει να ξέρεις για ποιο λόγο πας στο στριπτιζάδικο: θέλεις fun, θέλεις να αισθανθείς ψεύτικο ερωτισμό, έμαθες πως κάποιες από το μαγαζί κάνουν βίζιτες και θες να δοκιμάσεις ή σου αρέσει κάποια κοπέλα και θες να την κατακτήσεις; Αποφάσισε και συμπεριφέρσου αναλόγως.
3) Πήγαινε αργά. Δεν πάμε σε στριπτιζάδικο…μεσημεριάτικα. Ούτε μόλις ανοίξει, δηλαδή κατά τις 11 το βράδυ. Η καλύτερη ώρα είναι κατά τις 4 το πρωί. Ο λόγος είναι απλός. Έχεις μεγαλύτερες πιθανότητες να βρεις καλό τραπέζι ή καναπέ – αφού ο κόσμος είναι λιγότερος. Το πιο σημαντικό όμως είναι πως οι κοπέλες έχουν ήδη δουλέψει ένα πεντάωρο και μάλλον έχουν πετύχει το στόχο των χρημάτων που είχαν θέσει ξεκινώντας. Αυτό σημαίνει πως είναι πιο χαλαρές και δεν θα σε κοιτούν στην…τσέπη συνεχώς.
4) Μην είσαι αγενής. Θα έρθουν πολλές κοπέλες να σου ζητήσουν παρέα ή χορό, πριν να συναντήσεις τη γυναίκα των ονείρων σου. Μπορείς να αρνηθείς με ωραίο τρόπο. Να είσαι ευγενικός, όχι όμως υποχωρητικός μαζί τους. Μην τους μιλάς άσχημα ή απότομα. Όσο κι αν δεν το πολυπιστεύεις, μπορεί να πληγωθούν. Κι αν όχι, να είσαι σίγουρος πως θα πουν σε όσες κοπέλες προλάβουν, πως είσαι μεγάλος μαλάκας.
5) Κέρνα πραγματικά ποτά. Όταν κεράσεις ποτά τη γυναίκα που γουστάρεις, φρόντισε να είναι πραγματικά. Πολλές φορές ο μπάρμαν βάζει νεράκι στο ποτήρι ή για οικονομία ή γιατί του το ζητάει η κοπέλα. Μύρισε με τρόπο το ποτήρι της κι αν διαπιστώσεις πως δεν είναι ποτό, ρώτα την αν πίνει. Αν σου πει ναι, στο επόμενο ποτό τόνισέ το στον σερβιτόρο, να είναι πραγματικό. Αν δεν πίνει, κανόνισε την πορεία σου. Μάλλον δεν θα ευχαριστηθείς με την παρέα της: είναι επαγγελματίας και θα σου πει το παραμύθι της, χωρίς τίποτα το ξεχωριστό. Ένας χρυσός κανόνας λέει: "Γυναίκα που πίνει, μην την φοβάσαι". Που σημαίνει πως αφού πίνει, θα ζαλιστεί, θα χαλαρώσει, μπορεί να ξεχάσει ποια είναι και ποιος είσαι και να είναι πιο αυθόρμητη.
6) Έσο πρωτότυπος. Όταν αρχίσεις να μιλάς με μια κοπέλα, φρόντισε να είσαι, κατά το δυνατόν, πρωτότυπος. Δεν μπορείς να φανταστείς πόσες φορές έχει ακούσει τις ίδιες μαλακίες από πελάτες! Κι αν ξενερώσει με όσα λες, έχεις λιγότερες πιθανότητες να περάσεις καλά. Γι’ αυτό, βάλε τη φαντασία σου να δουλέψει. Και να θυμάσαι κάτι: όσο πιο αληθινός είσαι μαζί της, τόσο πιο αληθινή θα είναι κι αυτή.
7) Κράτα λογαριασμό. Όση ώρα εσύ και η παρέα σου πίνετε, κερνάτε κοπέλες ή κάνετε χορούς, φροντίστε ένας απ’ όλους να κρατάει λογαριασμό, ειδικά αν είστε για πρώτη φορά στο μαγαζί. Έστω στο περίπου. Έτσι θα μπορείτε να ελέγξετε στο τέλος τι θα πληρώσετε. Υπάρχει περίπτωση να πάνε να σας "φάνε", που σημαίνει να σας κλέψουν. Και τότε, χαράματα, είναι πολύ δύσκολο να θυμηθείτε τι είχατε ξοδέψει.
8) Να είσαι large με τους σερβιτόρους. Μην τσιγκουνευτείς το πουρμπουάρ στο τέλος. Ειδικά αν έχεις σκοπό να πηγαίνεις συχνά στο μαγαζί. Είναι ο λογαριασμός 280; Δώσε και 20 στο σερβιτόρο. Είναι 550 ευρώ; Δώστου ένα πενηντάρικο. Ο σερβιτόρος είναι τα μάτια σου στο μαγαζί. Αυτός θα σου φωνάξει την κοπέλα που θα του ζητήσεις, αυτός θα φροντίσει να της φέρνει κανονικά ποτά, αυτός θα σε πληροφορήσει – όχι φυσικά από τις πρώτες φορές – ποια κοπέλα κάνει extras ή ποια κάνει βίζιτα, θα σε ενημερώσει ποια είναι μαλακισμένη, ξενέρωτη ή καβλιάρα.
9) Κάνε focus. Γύρνα αν θες κάμποσα στριπτιζάδικα, να δεις ποιο σου ταιριάζει περισσότερο. Ποιο έχει περισσότερες γυναίκες του γούστου σου. Σε ποιο οι μουσικές επιλογές σε βρίσκουν σύμφωνο. Μα όταν αποφασίσεις, τότε σταμάτα τις γύρες. Θα πηγαίνεις στο ίδιο μαγαζί. Έτσι εκεί θα σε γνωρίζουν όλοι, από τον πορτιέρη και τον παρκαδόρο, ως τον μετρ και τις κοπέλες. Δεν φαντάζεσαι πόσο σημαντικό είναι αυτό. Για να είσαι αναγνωρίσιμος, δεν χρειάζεται να πηγαίνεις πέντε φορές την εβδομάδα. Αρκεί οι εμφανίσεις σου να έχουν ρυθμό και επαναληπτικότητα.
10) Ου μπλέξεις. Ασχολήσου με την παρέα σου, όχι με τις γύρω παρέες. Κοίτα τις κοπέλες σας, όχι τις κοπέλες των άλλων τραπεζιών. Κι αν παρατηρείς τους άλλους, κάντο με τρόπο, μην καρφώνεσαι. Αν παρ’ ελπίδα ξεκινήσει καβγάς, μην προσπαθήσεις να διευθετήσεις την κατάσταση. Υπάρχουν άλλοι για την δουλειά αυτή. Αν κάποιος σε προκαλέσει, μην βιαστείς να ανταποδώσεις. Κοίτα πρώτα καλά τι συμβαίνει και ποιος είναι και αν χρειαστεί δώσε τόπο στην οργή. Δεν πήγες εκεί για μποξ ή κικ-μπόξινγκ, πήγες να καβλαντίσεις.

Αυτές είναι οι δέκα εντολές, για ένα καλό strip-clubbing. Και κάτι ακόμα: ιδανικό θα ήταν στην αρχή της περιήγησής σου σε τέτοιους χώρους, να ακολουθήσεις κάποιον που ξέρει, κάποιον "έμπειρο και πολυταξιδεμένο". Έτσι θα είσαι πιο χαλαρός, θα ξέρεις τι ακριβώς να κάνεις και τι όχι.
Πάρε βαθιά ανάσα. Άνοιξε καλά τα μάτια σου και βούτα!

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 19, 2007

Άντε, να τελειώνω και μ' αυτό.




  • Πάντα ήθελα να κάνω μια εκδοτική εταιρεία. Να εκδίδει περιοδικά και βιβλία. Να είναι – φυσικά – εξαιρετικά επιτυχημένη. Πολλά φράγκα. Τα γραφεία της θα τα είχε σε ένα διώροφο ( ή και τριώροφο) νεοκλασικό κτίριο. Αναπαλαιωμένο απ’ έξω και μέσα, όλο ξαναχτισμένο και διακοσμημένο με ξύλο και μέταλλο, εσωτερικές σκάλες, μουσική παντού, hi-tech, μια αίθουσα για προβολές ταινιών και στο υπόγειο καθιστικό με φλίπερ, μπιλιάρδο, πλήρως εξοπλισμένη κουζίνα και ένα απόκρυφο δωμάτιο με διπλό κρεβάτι και μπάνιο.


  • Λατρεύω το μπάσκετ. Κάποτε έπαιζα μετά μανίας – τώρα πια όποτε βρω παρέα, μετά έγραφα σε εφημερίδα γι’ αυτό, πάντα το παρακολουθώ και ενημερώνομαι. ΠΑΝΑΘΑ και τα μυαλά στα κάγκελα!!!


  • Μου αρέσουν πολύ οι κώλοι. Παντού. Στο δρόμο, στα περιοδικά, στο blog του Αντώναρου (ά ρε Μάνο…), στο κρεβάτι πάνω απ’ όλα.


  • Αν μέχρι τα 47 μου δεν έχω βρει γυναίκα, να κάνω τρία-τέσσερα παιδιά, θέλω να πάω στο Άγιον Όρος, για το υπόλοιπο της ζωής μου. Κομμένα τα πάθη όλα: τσιγάρο, γυναίκες, φαγητό. Θα μονάσω.


  • Θέλω ένα σπίτι στη Σκωτία, Edinburgh ή Stirling. ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ!!!

Τρίτη, Φεβρουαρίου 13, 2007

Forget it!

Είδα τον πίνακα προσφάτως, κρεμασμένο σ' ένα τοίχο. Για πρώτη φορά πρόσεξα τι λέει ο άντρας. Για πρώτη φορά παρατήρησα το ύφος του: μείγμα θλίψης και απόγνωσης. Σε δεύτερο πλάνο, η γκόμενα με ύφος απορημένο. Η απόσταση μεταξύ τους χαώδης. Όπως και στην πραγματικότητα.
Ήθελα να γράψω κάτι για τις ελεύθερες γυναίκες γύρω στα τριάντα. Δεν μου βγαίνει. Προσπάθησα πέντε-έξι φορές, τα έσβησα όλα. Λίγο η θλίψη που μου προκαλούν, λίγο η τσαντίλα, λίγο κάποιες εξαιρέσεις - που απλώς επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Γυναίκα ετών τριάντα. Που οι γύρω της την αποκαλούν κορίτσι κι αυτή αισθάνεται τους ώμους της βαρείς.
Που ψάχνει τον άντρα με τον οποίο θα μοιραστεί τη ζωή της και όλο της ξεγλυστρά. Γυναίκα που έχει πλέον άποψη για τα πράγματα και που νομίζει πως πρέπει να μας την τρίβει στα μούτρα με την πρώτη ευκαιρία. Γυναίκα που έχει οικονομική άνεση ή τουλάχιστον σχετική ανεξαρτησία. Με ήδη κάποιο παρελθόν στο επάγγελμά της και με σχέδια καριέρας για το μέλλον.
Για όλα αυτά φυσικά, έχει πληρώσει το αντίτιμο - και εξακολουθεί να το πληρώνει: είναι ή αισθάνεται πως είναι μόνη. Έχει στην πλάτη της κανά δυό αποτυχημένους δεσμούς, έχει καιρό να αγαπηθεί, αν της συνέβη ποτέ. Της λείπει το σεξ: ή δεν έχει χρόνο ή δεν έχει σύντροφο ή δεν έχει κέφι ή όλα αυτά μαζί. Νομίζει πως το πρόβλημα είναι πως δεν υπάρχουν άντρες πια. Και ποτέ δεν αναρωτήθηκε πόσο υπεύθυνη είναι γι' αυτό. Πώς να υπάρξουν άντρες, όταν δεν υπάρχει γυναίκα να τους εμπνεύσει; Πώς να φανείς ιππότης, όταν η άλλη μετά το πρώτο "κρεβάτι" αρχίζει να θέτει τους όρους της; Πώς να είσαι αρσενικό, όταν ενώ ακόμα δεν έχεις καταλάβει καλά καλά αν τη γουστάρεις, αρχίζει να σου λέει τι ΔΕΝ γουστάρει αυτή;
Είναι ανασφαλής και φοβισμένη. Καθόλου κακό, πραγματικά καθόλου παράξενο και κακό. Όταν όμως η ανασφάλεια αυτή εκδηλώνεται με επιθετικότητα, υπάρχει θέμα. Πώς να θελήσεις να προστατεύσεις μια γυναίκα που σε κριτικάρει συνεχώς; Που στην πέφτει με την πρώτη ευκαιρία; Που μπρος σου είναι μέσα στην άνεση και την ανεξαρτησία και μετά στο σπίτι της κλαίει επειδή την πλήγωσες;
Θες να κάνεις τη φωλιά και να βάλεις τα παιδιά σου μέσα, κυρία μου; Άσε τον άντρα να στην φτιάξει. Όχι να θες να την φτιάξεις μόνη σου, ακριβώς όπως εσύ θέλεις και μετά να τον βάλεις μέσα, με ρόλο διακοσμητικό - απλό δότη σπερματοζωαρίων! Δεν φταίει ο άλλος που έχεις εσύ άγχος παντρειάς. Δεν φταίει που αισθάνεσαι το τρένο να περνάει, που σε έχει στην πρέσα η μάνα σου να κάνεις εγγονάκια. Κι όταν γνωρίζεις κάποιον και αρχίζεις το παιχνίδι της επιβολής και της εξουσίας (συνειδητά ή όχι, μικρή είναι η διαφορά) ένα πράγμα να έχεις καλά στο μυαλό σου: αν αυτός ο απέναντι είναι ένας άντρας πραγματικός, σαν κι αυτούς που ισχυρίζεσαι πως θέλεις, ε τότε μάλλον ΔΕΝ ΣΕ ΠΑΙΡΝΕΙ. Ή θα το χάσεις το παιχνίδι της επιβολής - αφού το παίζεις με αντρικούς όρους - ή θα πάει για τσιγάρα και θα τον ξαναδείς σε καμιά εικοσαριά χρόνια τυχαία σε κάποιον κινηματογράφο.
Αποφάσισαν οι γυναίκες να το "παίξουν" άντρες. Κι έτσι παίζουν το παιχνίδι στο γήπεδο του άλλου, με τους κανόνες του. Κι έτσι είναι χαμένες οι κυρίες σε κάθε περίπτωση: αν ο άλλος είναι άντρας, δεν μπορούν να κερδίσουν, μπορούν μόνο να του σπάσουν τ' αρχίδια και να σηκωθεί να φύγει. Αν όμως κερδίσουν, τότε ο άλλος δεν είναι ο άντρας που ήθελαν. Η τακτική αυτή που θα τις οδηγήσει; Ή θα μείνουν μόνες τους ή θα παντρευτούν κανένα λούλη που δεν θα τον θέλουν μετά από 6 μήνες το πολύ.
Κι έτσι καταλήγει ο άντρας να έχει το ύφος του πίνακα. Και έτσι λέει στην ξανθειά "I 'm fed up with your kind", ή μήπως απλώς μονολογεί; Και τον κοιτάζει με απορία η ξανθειά.Δεν καταλαβαίνει. Ας προσπαθήσει. Κι αν τα καταφέρει γρήγορα, μπορεί να προλάβει το τρένο στον επόμενο σταθμό. Κι αν δεν τα καταφέρει, μακριά από μας, ας ασχοληθεί με την καριέρα της που είναι εξάλλου ο πρωταρχικός της στόχος.
Και της εύχομαι, τον ήρωα που αναζητά να μην τον βρει. Γιατί αν τον πετύχει κάπου ΘΑ ΤΟΥ ΓΑΜΗΣΕΙ ΤΑ ΡΑΜΑΤΑ!!

Σάββατο, Φεβρουαρίου 10, 2007

Destiny



Είχε ανακοινώσει πως σταμάτησε από τα στριπτιζάδικα, ένα μήνα πριν. Μετά που είχαμε μια έντονη συζήτηση. Της παρουσίαζα ωμά και ρεαλιστικά την κατάσταση της ζωής της.
" - You’ re fucking right", μου είχε πει. Όταν μίλαγε αγγλικά ήταν πολύ πειραγμένη – και πολύ πιωμένη. Βούτηξε ένα ποτήρι και προσπάθησε να το πετάξει στην πίστα. Της έπιασα με δύναμη το χέρι, την πόνεσα. Με όλα. " - Φύγε, μην χαλάς άλλο τη ζωή σου" της είπα. " - Φεύγω, να μην σου χαλάσω το βράδυ" αντιγύρισε δακρυσμένη. Σηκώθηκε δείχνοντας αξιοπρεπής και προσέχοντας τα βήματά της απομακρύνθηκε από τον καναπέ.

Είχα να πάω στο μαγαζί καμιά δεκαπενταριά μέρες. Μπήκα και στάθηκα στη γωνία του μπαρ, χαιρέτησα. Το αφεντικό και τον μπάρμαν το φίλο μου. Όχι με αυτή τη σειρά. " - Καλά, πού το’ μαθες;" μου είπε το αφεντικό. " - Ποιο;" " - Ότι γύρισε η δικιά σου". " - Δεν το’ μαθα, τώρα το ακούω." " - Ε τότε, να πάρεις λαχείο". Χαμογέλασα, " μπα, προτιμώ ιππόδρομο". Ακούμπησα τον αγκώνα μου στη μπάρα και έβαλα coca cola στο ποτήρι με τα παγάκια που είχε ήδη καταφθάσει. Άρχισαν να έρχονται τα κορίτσια για να χαιρετίσουν. Άνοιγμα της καπαρντίνας, χώσιμο στην αγκαλιά, φιλί στο μάγουλο ή πεταχτό στο στόμα – αναλόγως των αισθημάτων, μούρη γεμάτη με στρας μετά από 10 λεπτά.
Με την άκρη του ματιού μου, την εντόπισα στο βάθος του μαγαζιού. Με είχε δει. Στεκόταν όρθια και ακίνητη. Αναποφάσιστη. Κινήθηκε προς το μπαρ, μα στα μέσα της διαδρομής έσκυψε και μίλησε σε κάποιον πελάτη, σαν να έψαχνε αυτόν. Ξανασηκώθηκε, έκανε δύο-τρία βήματα ακόμα προς το μπαρ και με μεταβολή κατευθύνθηκε προς τις τουαλέτες. Την ώρα εκείνη ήρθε η Αΐντα, μια μελαχρινή ανατολίτισσα, Ουζμπεκιστάν μεριά, εικοσάχρονη, με αμυγδαλωτά μαύρα μάτια. " - Πού ήσουνα μέρες τώρα;" Προσπαθεί να μάθει ελληνικά το μικρό. " - Δουλειές", απάντησα αόριστα. " - Έλειψες πολύ σε πουτανάκι σου". Για τον εαυτό της μιλούσε. Την αγκάλιασα με τρυφερότητα και τη φίλησα στο μέτωπο.
Με την άκρη του ματιού μου την είδα να βγαίνει από την τουαλέτα. Άρχισε να περπατά με το γνωστό απαράμιλλο τρόπο της, που σημαίνει πρόσωπο ψηλά, στήθος προτεταμένο και λίκνισμα που θα κόλαζε και άγιο. Που σημαίνει πως είχε αποφασίσει να έρθει να μου μιλήσει. Όταν είχε φθάσει στα έξι – επτά μέτρα από μένα, κράτησα στην αγκαλιά μου τη μικρόσωμη Αΐντα με το ένα χέρι και άνοιξα το άλλο, το αριστερό. Την προσκαλούσα χαμογελώντας πλατιά. Στα τελευταία της βήματα κοιταζόμασταν στα μάτια. Η Αΐντα γύρισε, την είδε και αμέσως άδειασε την αγκαλιά μου – σεβασμός στην ιστορία μας, σε ό,τι ήταν φανερό σε όλους, σ’ αυτά που αισθανόμασταν.

Μπήκε στην αγκαλιά μου, σχεδόν ακούμπησε – σαν το πλοίο που αφήνει την ανταριασμένη θάλασσα και γλιστράει στο λιμάνι. Με φίλησε στο μάγουλο. Την φίλησα κι εγώ, χωρίς να έχω σταματήσει να χαμογελώ. Απομάκρυνε το πρόσωπό της λίγα εκατοστά και ενώ μου σκούπιζε τα στρας, μου είπε:
" - Γεια σου, πού το’ ξερες;"
" - Δεν ήξερα τίποτα, μωρό μου. ‘Ετυχε".
" - Destiny." είπε και φωτίστηκε το πρόσωπό της." Τι νέα;"
" - Τα ίδια. Ξέρεις, κέρδισα ένα στοίχημα. Ένας φίλος μου πίστευε πως θα ξαναγύριζες στη δουλειά σε δυο εβδομάδες. Εγώ του είπα πως σε είχα για πιο πεισματάρα, θα έκανες τουλάχιστον ένα μήνα. Και κέρδισα."
Αμηχανία. Δίπλα μας το αφεντικό, κοίταζε. Τον κοίταξα. " - Ξέρεις, για να την ξαναπάρω να δουλέψει, έπαιξε ρόλο και η αδυναμία που της έχεις. Και το κόλλημα που έχει αυτή μαζί σου, επίσης." Χαμογέλασα. " - Θα μου την αφήνεις να δουλεύει και λίγο, έτσι;" συνέχισε μισοαστεία-μισοσοβαρά.
Γύρισα και την ξαναείδα, εκεί, λίγα εκατοστά από το πρόσωπό μου, σε επαφή με το σώμα μου. Αμηχανίας συνέχεια. Το πήρε απόφαση: " - Ξέρεις, ορκίστηκα σε μένα, αν σε ξαναδώ, να σου πω γεια σου και αυτά. Τίποτα άλλο. Να πάω για δουλειά μου".
" - Το φαντάστηκα πως θα ήταν έτσι" απάντησα χωρίς να χαμογελάω πια.
Απαλά ξεγλίστρησε από την αγκαλιά μου, με φίλησε στο μάγουλο, έδιωξε με το χέρι της λίγα ακόμα στρας και μου είπε με απόγνωση στο βλέμμα: " - Πάω για δουλειά". Πριν απαντήσω, γύρισε και άρχισε να απομακρύνεται – μου φάνηκαν γυρτοί οι ώμοι της για πρώτη φορά. Έκανε επτά-οκτώ βήματα. Κοντοστάθηκε. Και ξαφνικά, κάνει μεταβολή, αρχίζει να τρέχει πάνω στα εικοσάποντα τακούνια της και πέφτει με ορμή στην αγκαλιά μου, σαν την ανταριασμένη θάλασσα πάνω στο μόλο. Με φιλάει στο στόμα. Την φιλάω κι εγώ. Χάνεται ο κόσμος. Χάνεται ο χρόνος, φως παντού και πουθενά.
" - Μου έλειψες".
" - Κι εμένα" απαντώ.
" - Σε αγαπάω".
" - Κι εγώ ".
" - Είμαι ακόμα με το γκόμενο".
" - Destiny" της χαμογελάω.
Ακουμπάει το κεφάλι της στο στέρνο μου και γαντζώνεται πάνω μου. Σηκώνω το κεφάλι μου και κοιτάω το ταβάνι, τι να μου πει κι αυτό…
Κι ακούω στο μυαλό μου τη φωνή του Joe Cocker να τραγουδάει:
“...N'Oubliez Jamais
It's in your Destiny
A need to disagree
When rules get in the way
N'Oubliez Jamais...”
Το αφεντικό, όλη την ώρα δίπλα, παρακολουθούσε.
--------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Σημ: Το μουσικό χαλί "εκλάπη" από τον RockerBlogger και το post του για τον Joe Cocker .

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 05, 2007

Happy together


- Πλάκα θα έχει.

-Έλα μωρέ τώρα.

- Λες;

- Μαλακίες...

- "Λεφτά βγάζεις;", η φωνή του φίλου.

- Λες; (ξανά)

-Δουλειά δεν είχε ο διάολος...

- Πρέπει να ανεβάσω post.

-Στ' αρχίδια μου, την πλάκα μου κάνω.

- Λες; (ξανά μανά)


Σήμερα το βράδυ κλείνουν τρεις μήνες που έχω το Striptease. Μου φαίνεται σαν ένας χρόνος. Γνώρισα την bloggόσφαιρα. Γνώρισα εσάς. Με ανακαλύψατε και σας ανακάλυψα. Με διαβάζετε και σας διαβάζω (όχι τόσο συχνά όσο θα ήθελα). Με νοιάζει η γνώμη σας. Με "ανεβάζουν" τα καλά σας λόγια, με προβληματίζουν οι διαφωνίες σας. Γίνατε μέρος της ζωής μου.








Σας ευχαριστώ για όλα.

Τετάρτη, Ιανουαρίου 31, 2007

Το striptease της "allmylife"

Την γνωρίσατε. Είναι αυτό που νομίζετε. Είναι και πολλά άλλα. Δεν είναι τίποτα απ’ όσα φαντάζεστε. Είναι ένα συναπάντημα, με ελαφρό περπάτημα. Την βλέπεις ή την διαβάζεις, την ακούς ή την συναντάς, το ίδιο είναι. Και εκεί που αφουγκράζεσαι να δεις περί τίνος πρόκειται, έχει ήδη μπει μέσα σου, με τέτοια άνεση που δεν έχω ματασυναντήσει. Μπαίνει στο μυαλό και την ψυχή σου. Ούτε καν το επιδιώκει, αυτή την εντύπωση σου δίνει. Και όμως μπαίνει και αλωνίζει, από νεραϊδογενιά, μην το ξεχνάτε ποτέ – για τον εαυτό της το λέει και έτσι είναι.

Δεδομένα

  • Είναι αυθεντική. Wysiwyg (νομίζω πως έτσι το λένε οι κομπιουτεράδες), δηλαδή “what you see is what you get”. Δεν προσποιείται, είναι αυτό που φαίνεται. Κι αν καμιά φορά παίζει και λίγο θέατρο, είναι για καλό σκοπό. Κάποιον δε θέλει να στενοχωρήσει, κάποιον θεωρεί σε αδύναμη θέση.

  • Είναι αληθινή. Μπορεί να λέει ψέματα, όταν κρίνει πως χρειάζονται, ποτέ όμως δεν υπήρξε ψεύτικη.

  • Είναι δίκαιη. Αυτό όμως δεν λέει και πολλά, από την στιγμή που τα κριτήρια οι κώδικες και οι νόμοι είναι της απολύτου αποδοχής της, αυστηρώς προσωπικοί. Θέλω να πω πως είναι δίκαιη, μα στους άλλους μπορεί κάποιες φορές να φαίνεται άδικη. Αυτή δεν αισθάνεται έτσι. Αν ποτέ αισθανθεί, θα ζητήσει με λόγια και έργα συγγνώμη.

  • Η αισθητική, με την ευρύτερη έννοια, είναι από τις υψηλότερες αξίες της. Αισθητική σε όλους και για όλα, πολυεπίπεδη και ασυμβίβαστη. Πόσο κουραστικό είναι αυτό μερικές φορές, δεν φαντάζεστε…

  • Είναι Κεφαλλονίτισα. 100%. Αυτά.

  • Το θυμικό της, είναι το κέντρο της ύπαρξής της. Κυριαρχεί επάνω της. Το ακολουθεί, δείχνει σα να μην μπορεί να κάνει αλλιώς. Μπορεί να χαρεί όσο δεν έχει χαρεί άνθρωπος. Και μέσα σε πέντε λεπτά να νοιώθει τόση δυστυχία, όσο λίγοι άνθρωποι έχουν νοιώσει. Και τα δύο με την ίδια ένταση. Με την ίδια αλήθεια. Από το θυμικό προέρχεται και ο θυμός… Ή το αντίθετο, τι σημασία έχει;

  • Σιχαίνεται τα ανθρωπάκια. Όσο τίποτα. Μην μπερδεύεστε, όχι τους ανθρώπους που έχουν ανάγκη ή που δεν στάθηκε καλή η ζωή μαζί τους, τα ανθρωπάκια, ιδίως αυτά που έχουν και δύναμη ή λεφτά. Είναι απέναντί τους. Πάντα.

  • Δεν μπορεί τους δειλούς άντρες. Τους δειλούς, όχι τους φοβισμένους.

  • Δεν μπορεί τους δήθεν. Τους μυρίζεται από χιλιόμετρα μακριά. Τους αποφεύγει διακριτικά, αν γίνεται. Αλλιώς καθόλου διακριτικά!

  • Υπερασπιστής των αδυνάτων! Batman και Superman μαζί, δύο σ’ ένα σαν το Vidal Sasoon. Θεωρεί υποχρέωσή της να παρέμβει όταν κάποιος είναι σε δύσκολη θέση. Ή όταν αυτή νομίζει πως είναι έτσι. Αυτό το τελευταίο είναι πρόβλημα, πιστέψτε με! Ποιον υπερασπίζεται; Οποιονδήποτε. Δεν υπάρχει καμία εξαίρεση, αρκεί να πιστέψει πως βρίσκεται σε αδύναμη θέση.

  • Φιλόζωη. Μπα, δεν αρκεί αυτή η λέξη. Δεν μπορώ να βρω όμως άλλη. Η αγάπη της για τα ζώα δεν μπορεί να περιγραφεί, μόνο να την καταλάβεις μπορείς την ώρα που τη δείχνει σε κάποιο ζωντανό. Άλλο πρόβλημα κι αυτό. Πιστέψτε με και πάλι, ξέρω τι σας λέω…

  • Εγωίστρια και ξεροκέφαλη. Πολύ. Πιο πολύ κι από πολύ. Βράχος. Αμετακίνητη. Δεν της αλλάζεις άποψη – ειδικά αν έχει προέλθει από κάτι που έχει η ίδια βιώσει – με ΤΙΠΟΤΑ. Το μόνο που σου παραχωρεί, αν σε αγαπάει, είναι να κάνει πως πείστηκε. Τίποτα άλλο.

  • Ευαίσθητη. Πληγώνεται εύκολα. Πριν απ’ όλους το ξέρει η ίδια πως είναι έτσι. Αποτέλεσμα; Για να μην πληγωθεί, μπορεί να ισοπεδώσει με την επίθεσή της κάποιον. Για να προλάβει τη δική του. Συνήθως, έχει δίκιο…

  • Πιστεύει στον Χριστό. Όπως λέει και η ίδια, στο Χριστό, όχι στο Θεό. Τώρα πώς τα διαχωρίζει, προσπαθώ να καταλάβω εδώ και 23 χρόνια. Μην της μιλήσετε όμως για παπαδαριό! Τους σιχαίνεται, με ελάχιστες εξαιρέσεις αγίων ανθρώπων – έναν είχα την τύχη να της τον γνωρίσω εγώ.

Πώς σας φάνηκε το striptease της allmylife; Αν έχει κι άλλο; Μα φυσικά, δεν είναι όμως σωστό να την αφήσω και τσίτσιδη. Εξάλλου, με τι θα έχω να την εκβιάζω, αν δεν μου κάνει κάποιες φορές αυτό που θέλω; Ε; Μην ξεχνάτε, είμαι ο πλέον έγκριτος allmylife-ολόγος, κανείς δεν ξέρει όσα εγώ!
Είσαστε τυχεροί που τη συναντήσατε. Ήρθε στη ζωή σας. Δεν ξέρω αν θα χαρείτε ή θα σας προκαλέσει θλίψη. Για ένα είμαι όμως σίγουρος: θα περάσετε έντονα μαζί της, αληθινά και παθιασμένα. Το προκαλεί αυτό, η νεραϊδογενιά που λέγαμε.
Δεν ξέρω για πόσο θα μείνει μαζί σας. Ένα σας λέω όμως: αν φύγει, θα φταίτε εσείς. Κάτι δεν υπολογίσατε, κάτι από τα χιλιάδες μικρά ή μεγάλα που την ενοχλούν. Αυτή δεν φταίει, πολλέσ φορές ούτε καν θέλει να φύγει. Δεν μπορεί να κάνει αλλιώς...
Και μην παρασυρθείτε και απαιτήσετε αποκλειστικότητα! Αυτό ξεχάστε το. Αυτήν την χαρίζει μόνο εκεί που η ίδια αποφασίζει, κι αυτό πολύ σπάνια. Μην σας στενοχωρεί όμως αυτό. Καλύτερα. Δεν ξέρετε τι κέρατο βερνικωμένο που είναι! Για φανταστείτε να την έχετε και αποκλειστικά!
Και μια υποσημείωση: όποιος ή όποια απ’ αυτά που έγραψα αισθανθεί ανασφάλεια, τότε δεν καταλαβαίνει ούτε εμένα, ούτε την allmylife. Είναι μακριά νυχτωμένος.


Επίλογος

Στην αίθουσα του αεροδρομίου στην Αβάνα, κάθεται σε ένα τραπέζι, κοιτώντας έξω από την τζαμαρία το αεροπλάνο που μόλις προσγειώθηκε. Αυτό που σε λίγο θα απογειωθεί ξανά για να τον πάει στις ΗΠΑ. Να τον ταξιδέψει μακριά από τη γυναίκα που περισσότερο απ' οτιδήποτε αγάπησε στη ζωή του.Έρχεται αθόρυβα πίσω του, εκείνη, στέκεται για λίγο και τον ρωτάει:

Roberta Duran (Lena Olin): Are you waited for me?
Jack Weil (Robert Redford): All my life!

Και έτσι προέκυψε το όνομά της στο διαδίκτυο, από την ταινία HAVANA.


Σημείωση: Γιατί έφυγε ο μαλάκας και δεν την πήρε μαζί του; Γιατί; Γιατί δεν τη βούταγε από το μαλλί να την χώσει στο αεροπλάνο; Τι ήθελε να μας αποδείξει; Πως σεβάστηκε αυτό που η ίδια ήθελε; Πίπες! Άστο διάολο με τον χέστη. Τα είπα και ξεθύμανα.