Τετάρτη, Αυγούστου 29, 2007

Σκηνές του Νότου (part 2)


Σκηνή έκτη (4 μέρες μετά την πέμπτη σκηνή)




Κάθομαι στο μαγαζί. Εδώ και λίγο καιρό, πηγαίνω άκεφος. Το μυαλό μου είναι στην Άντζελα. No way out. Η κατάσταση είναι γνωστή, τα δεδομένα έχουν αποκωδικοποιηθεί. Κι όμως λύση δεν υπάρχει. Τέλμα. Πίνω μια γουλιά από το ποτήρι μου και αφηρημένος κοιτώ μια κοπέλα να χορεύει στο στύλο. Νοιώθω δίπλα μου μια παρουσία. Κι ένα φιλί στο μάγουλο. Είναι η Μάσα, η κολλητή της. Τα μεγαλύτερα βυζιά στην νύχτα - φυσικά εννοείται, γιατί από τεχνητά υπάρχει κάθε μέγεθος και σχήμα. Μια κοπέλα ξηγημένη, πάνω από 10 χρόνια στα στριπτιζάδικα. Από τις παλιοσειρές. Από αυτές που έχουν τραβήξει πολλά. Παντρεμένη δυο - τρεις φορές, με μια κόρη ούτε και γω ξέρω από ποιον γάμο, μπερδεύεσαι από ένα σημείο και πέρα.

" - Τι κάνεις ρε;"

" - 'Ο,τι μ' αφήνουν."

" - Καλό! Ξέρεις πόσο καιρό μου πήρε για να καταλάβω το ελληνικό χιούμορ; Πολύ."

" - Η κόρη σου καλά; Φέτος θα πάει σχολείο, έτσι δεν είναι;"

" - Ναι ρε συ, θα πάει πρώτη τάξη. Και είναι μεγάλη γάτα. Δεν μπορώ να την κάνω καλά. Πού θα πάει; Κάποια φορά θα τύχει να τη γνωρίσεις. Θέλω να μου πεις τη γνώμη σου, γιατί εγώ μπορεί να λέω και μαλακίες από την μεγάλη αγάπη που της έχω."

" - Δεν μου λες ρε συ Μάσα, ήρθες να συζητήσουμε για την κόρη σου;"

" - Όχι. Για την αγάπη σου ήρθα να συζητήσουμε"

" - Πότε σου είπα πως είναι η αγάπη μου; Απλώς την γουστάρω."

" - Καλά, καλά. Τέλος πάντων. Γιατί δεν πας να την δεις; Αφού περιμένει."

" - Και εγώ περίμενα. Πάνω από ένα χρόνο. Και τι έγινε;"

" - Έλα ρε συ, λες και δεν ξέρεις. Είναι τρελλή μαζί σου, αλλά δεν μπορεί να αφήσει τον άλλο. Και συ δεν τη βοηθάς καθόλου."

Πράγμα που σημαίνει πως δεν την πιέζω όπως πρέπει. Δεν της προσφέρω καταφύγιο, σπίτι, χρηματική υποστήριξη. Δεν της δείχνω έτοιμη τη λύση, της προκαλώ ανασφάλεια. Μα δεν μπορώ να το κάνω. Δεν γίνεται να υποσχεθώ κάτι σε μια γυναίκα, που είναι με άλλον. Δεν το επιτρέπει ο εγωισμός μου. Και αν το κάνω... Κι αν έρθει μαζί μου, πώς θα ξέρω αν ήρθε λόγω των αισθημάτων της και όχι λόγω βολέματος; Αυτό πού το βάζεις; Αποκλείεται. Το ρίσκο που αναλαμβάνουμε είναι το μέτρο των αισθημάτων μας για τον άλλο. Το άλμα στο κενό. Και η ελπίδα, η προσμονή, η πίστη πως ο άλλος θα απλώσει το χέρι του και θα μας πιάσει. Αν με ρωτάτε, μόνο έτσι αξίζει να ξεκινά μια σχέση.

" - Και ούτε πρόκειται να την βοηθήσω, όπως εσύ το εννοείς. Μετά, ό,τι θέλει το κορίτσι. Μετά όμως!"

" - Τι να σου πω τώρα... Εγώ λέω να πας να τη δεις." Επιμένει η Μάσα.

" - Εγώ λέω να μου πεις καλύτερα για την κόρη σου."


Σκηνή έβδομη (περίπου 20 μέρες μετά)


Κατά τις δυόμιση τη νύχτα, πίνω καφέ στο Θησείο με τον Πέτρο. Φίλος καλός, αλλά τόσο διαφορετικός από μένα. Ειδικά στην αντιμετώπιση των γυναικών. Στο μυαλό του είναι αδιανόητο που δεν είμαι με την Άντζελα. Και φταίω εγώ, λέει. Της φέρθηκα πολύ καλά, της πρόσφερα αυτό που ήθελε. Δεν "έπαιξα" μαζί της, δεν την έφτυσα, δεν την πλήγωσα. Η θεωρία του γραμματόσημου, για άλλη μια φορά στο προσκήνιο: Όσο τη φτύνεις, τόσο κολλάει.

Αλήθεια είναι αυτό, στις περισσότερες των περιπτώσεων. Μόνο που δεν μπορείς να το κάνεις πάντα, εγώ τουλάχιστον. Όχι από σεβασμό στην άλλη, όσο από σεβασμό στα αισθήματά σου. Όταν κάτι είναι πιο βαθύ, πέρα από την κάβλα και κάνα δυό γαμήσια, δεν μπορώ να προκαλώ "τεχνητές κρίσεις". Όχι πριν εξαντλήσω όλα τα περιθώρια τουλάχιστον.

" - Μα τα εξάντλησες πια ρε μαλάκα" επιμένει ο Πέτρος. " Ή κάνε αυτό που πρέπει ή άστη να πάει να γαμηθεί". " - Πρέπει να της προκαλέσεις ένα σοκ. Πρέπει να αισθανθεί πως σε έχασε, μόνο έτσι μπορεί να κινηθεί το μυαλό της. Να κάνει κάτι ουσιαστικό."

" - Ή να εξαφανιστεί..."

" - Ναι ρε ας εξαφανιστεί. Δηλαδή και τώρα που γυροφέρνετε ο ένας τον άλλο, τι γίνεται; Άσε με ρε μαλάκα, βαρέθηκα."

" - Αυτό να μου πεις. Άσε που παραβαίνω και τον πρώτο νόμο: Ποτέ μην προσπαθήσεις να εξηγήσεις τα λόγια ή τη συμπεριφορά μιας στριπτιζέζ σαν να είναι κανονική γυναίκα. Νόμος απαράβατος. Δίκιο έχεις ρε Πέτρο. Λοιπόν, άκου να δεις τι θα γίνει. Σκέψου τι πρέπει κατά τη γνώμη σου να κάνω. Ό,τι μου πεις θα το κάνω. Στο λόγο μου."


Σκηνή όγδοη ( την επόμενη νύχτα)

Το σχέδιο εκπονήθηκε. Η δέσμευσή μου δεδομένη - πρέπει να το εκτελέσω. Δεν μπορώ αν κάνω πίσω. Συναντηθήκαμε με τον Πέτρο κατά τη μία, ήπιαμε καφέ. Με ενημέρωσε για τις λεπτομέρειες του σχεδίου.

" - Μήπως παραείναι..."

" - Μην αρχίζεις τις μαλακίες. Έδωσες το λόγο σου. Σκάσε και κάνε ό,τι σου λέω."

" - Εντάξει."

Φτάνουμε στο στριπτιζάδικο που δουλεύει η Άντζελα. Η ώρα είναι δύο και - μπαίνουμε. Καθώς προχωρώ στο χώρο υποδοχής, αναρωτιέμαι αν θα δουλεύει σήμερα ή θα έχει ρεπό. Περνάμε μια πόρτα και το μάτι μου πέφτει στα 2 φλίπερ που στέκουν σβηστά και σκονισμένα. Απομεινάρια μιας άλλης δεκαετίας. Το μαγαζί αποπνέει φθορά και πτώση. Θα μπορούσε να γίνει το αγαπημένο μου. Περπατώντας, κοιτάω όσο μπορώ να διακρίνω τη φθαρμένη μοκέτα. Προχωρούμε στα εσώτερα. Πριν καν έρθει ο μετρ, για να μας οδηγήσει σε κάποιον καναπέ, το πρώτο πρόσωπο που αντικρύζουμε από το μαγαζί, είναι η Άντζελα.

Με βλέπει. Κοιταζόμαστε. Είναι που μέσα σε δέκα δευτερόλεπτα το πολύ, τα μάτια μπορούν να αλλάξουν τέσσερις και πέντε φορές έκφραση: έκπληξη, χαρά, ανακούφιση, έρωτας, φόβος.

Πέφτει στην αγκαλιά μου. Σφίγγοντάς με, ξεφυσάει και ακουμπάει το κεφάλι της μεταξύ ώμου και στέρνου - χαλάρωση. Φιλιόμαστε στα όρθια, στη μέση της σάλας. Οι άνθρωποι του μαγαζιού κοιτούν με απορία. Ένας ξένος - εγώ - που μόλις μπήκε, φιλιέται με την κοπέλα. Ασυνήθιστο.

Καθόμαστε στο καναπέ. Μόνο τότε μου μιλάει.

" - Τι κάνεις, όλα καλά;"

" - Όλα καλά, εσύ πώς πας;"

Αρχίζει μια συνομιλία από αυτές που άλλα λένε κι οι δύο και άλλα θέλουν να πουν. Κρατάει κάνα δεκάλεπτο. Στο μεταξύ, μια παλιά γνωστή έχει έρθει και κάθεται με τον Πέτρο. Αυτός βέβαια το νου του τον έχει σε μένα. Έχει προηγηθεί και εγκάρδιος χαιρετισμός του με την Άντζελα. Και τότε έρχεται η στιγμή.

" - Να πάρω ένα ποτό, μωρό μου;"

Από συνήθεια πάω να πω ναι. Ίσα που το προλαβαίνω.

" - Όχι μωρό μου, να μην πάρεις."

Έκπληξη. Ανοίγουν διάπλατα τα μάτια της. Απορία.

" - Μα τι λες; Τρελλάθηκες; Θα φύγεις;"

" - Όχι μωρό μου, δεν θα φύγω. Αφού όμως είμαι πελάτης, εγώ θα αποφασίσω πώς θα ξοδέψω τα λεφτά μου."

Αρχίζει να σκέφτεται πως θα την διώξω και θα κάτσω με άλλη, για να της την σπάσω. Η αλήθεια όμως είναι χειρότερη.

" - Θες να φύγω;"

" - Όχι φυσικά. Θέλω αν πάμε να μου κάνεις πριβέ χορό."

Με κοιτάει σαν να είμαι εξωγήινος. Δεν πιστεύει σε αυτό που ακούει.

" - Μου κάνεις πλάκα. ε;" ρωτάει με ένα μισερό χαμόγελο στα χείλη της. Φοβάται τη συνέχεια. Δίκιο έχει.

" - Με βλέπεις να γελάω; Όχι, θέλω χορό. Να νοιώσω το σώμα σου γυμνό πάνω μου, να σε χαιδέψω, να φιλήσω τις ρόγες σου, να γευτώ την ηδονή σου. Αυτό θέλω. Όσες κάρτες κι αν κοστίζει."

" - Αυτό αποκλείεται" ψελλίζει, ενώ ήδη τα δάκρυα αρχίζουν να κυλάνε στα μάγουλά της. "Ξέχασέ το".

Την κοιτάω χωρίς να μιλάω. Πάντα μου άρεσε το βουβό της κλάμα. Ομορφαίνουν τα μάτια.

" - 'Η αυτό ή τίποτα" λέω μετά από κάποιο διάστημα. Κοιτάει γύρω της. Ψάχνει κάποια φίλη της. Για να το πει. Για να κλάψει. Για υποστήριξη. Σκοτάδι γύρω. Με κοιτάει ξανά, περιμένει να ξυπνήσει από το κακό το όνειρο. Εις μάτην. Σηκώνεται αμίλητη. Με κοιτάει μια τελευταία φορά και απομακρύνεται αργά. Εξουθενωμένη. Κι εγώ. Περισσότερο.


To be continued

Τρίτη, Ιουλίου 31, 2007

Σκηνές του Νότου (part 1)


Σκηνή πρώτη (από τις πολλές)

Στον καναπέ, στο στριπτιζάδικο, καθισμένοι βλέπουμε ο ένας τα μάτια του άλλου σαν να είναι η πρώτη φορά. Μερικά δευτερόλεπτα που μοιάζουν ώρες. Σε απόλυτη ησυχία, ενώ τα ηχεία τρίζουν από την ένταση του techno κομματιού που παίζει. Της είχα πει την τελευταία φορά πως θα περιμένω μιαν απάντηση. Ήταν η ώρα, αν και ήξερα τι θα ακούσω από την ώρα που έκανα την ερώτηση. Όμως, έτσι έπρεπε.

" - Λοιπόν;" είπα με την ταχυπαλμία που προηγείται της θλίψεως.
" - Γιατί γαμάς μυαλό μου;", απάντησε με απόγνωση. " Αφού σου είπα πως λυπάμαι αυτόν. Δεν μπορώ να φύγω , περιμένω μόνο κάποτε να φύγει αυτός. Και ξέρω πως εσύ δεν περιμένεις. Να βρεις μόνο μια καλή κοπέλα. Θα χαρώ, μπορεί να κλάψω αλλά θα χαρώ."

Σκηνή δεύτερη (μετά από 10 μέρες)

Κάθομαι στον καναπέ, τον ίδιο πάντα, με μιαν άλλη κοπέλα. Όχι τυχαία. Αυτή που ζήλευε περισσότερο η Άντζελα. Η άλλη, μες στην καλή χαρά, μες στις περιπτύξεις. Ο γυναικείος ανταγωνισμός στο μέγιστο. Να σου τον πάρω, να τον χάσεις. Εγώ ανταποκρίνομαι και με την άκρη του ματιού κοιτώ στο μαγαζί τι κάνει η Άντζελα. Γυροφέρνει τα τραπέζια και ψάχνει πελάτη. Άνευρα, σπασμωδικά, με το μυαλό της στον δικό μας καναπέ.

Σκηνή τρίτη (μιάμιση ώρα μετά)

Το παίρνει απόφαση. Πλησιάζει στον καναπέ, έχει πιεί πολύ. Έρχεται στο πλάι του καναπέ και χαιρετάει. Ανταποδίδω τον χαιρετισμό - η άλλη κοπέλα στην αγκαλιά μου περιμένει την έκρηξη. Αμηχανία. Μετά από μισό λεπτό που στεκόταν όρθια, σαν καλαμιά στον κάμπο, με κόπο πάνω στα ψηλοτάκουνά της (ποτό γαρ), με την καρδιά μου να σπαράζει στο θέαμα, επιστρατεύει όλη την ευγένεια που είχε:
" - Μπορώ να καθήσω λίγο μαζί σου;"
" - Μα αφού βλέπεις μωρό μου πως έχω παρέα" απαντώ και νομίζω πως δεν ακούγονται αυτά που λέω. Θέλω να την πάρω αγκαλιά, όμως έτσι πρέπει να κάνω. Κόλαση, ελπίζω μόνο να μην φαίνεται στη μούρη μου.

Γυρίζει και απομακρύνεται σαν σε slow motion με το αγέρωχο αν και μεθυσμένο περπάτημά της.

Σκηνή τέταρτη (πέντε μέρες μετά)

Είμαι χωρίς γυναικεία παρέα στον καναπέ. Η "άλλη" έχει ρεπό. Η Άντζελα όχι. Έρχεται και χαιρετάει την παρέα μου. Εμένα τελευταίο, σαν να μην τρέχει τίποτα. Κοντοστέκεται για λίγο, μήπως την καλέσω να κάτσει μαζί μου. Δεν κάνω κίνηση. Απομακρύνεται.

Μετά από δύο ώρες και πέντε-έξι ποτά, έρχεται ξανά - εγώ πάντα μόνος, στο μαγαζί καμία δεν έρχεται στην παρέα μας αν δεν προσκληθεί ή αν δεν είναι από τις "δικιές" μας. Κάθεται. Κοιταζόμαστε. Αμηχανία - ξανά. Μιλάει στα Αγγλικά. Το κάνει όποτε είναι σε σύγχυση.
" - Γιατί δεν με φωνάζεις να καθήσω;"
" - Μα αφού το συμφωνήσαμε. Δεν θα ξανακάτσουμε μαζί. Δεν μπορεί να συνεχίζεται αυτή η κατάσταση."
Λίγα λεπτά σιωπής.
" - Μα καλά, με την Τζένη; Με την Τζένη;"
Τζένη είναι η "άλλη".
" - Γιατί μωρό μου; Μια χαρά κοπέλα είναι."
" - Ναι φυσικά. Όμως εγώ δεν μπορώ να σε βλέπω με άλλη". Ήμουν ο γκόμενός της στο μαγαζί! Όχι την μέρα, όχι έξω, μέσα κει όμως, ήμουν δικός της.
" - Και τι να κάνουμε; Τελείωσαν αυτά είπαμε" επιστρατεύω όση δύναμη διαθέτω, ελπίζω μόνο η ηθοποιία μου να την πείθει.
" - Να μην ξανάρθεις στο μαγαζί! Σε παρακαλώ! Δεν αντέχω άλλο."
" - Αυτό να μην το ξαναπείς. Θα πηγαίνω όπου γουστάρω. Και στο μαγαζί θάρχομαι, πάρτο απόφαση."
" - Καλά τότε, θα φύγω εγώ από το μαγαζί. Θα πάω αλλού. Μην με ψάξεις. Γεια σου μωρό μου". Φιλί στο μάγουλο, βλέμμα, αγέρωχο περπάτημα απομάκρυνσης.

Σκηνή πέμπτη ( 2 εβδομάδες μετά)

Είμαι στον καναπέ και έρχεται η αδελφή της Άντζελας να χαιρετήσει.
" - Γεια σου family" έτσι με αποκαλεί εδώ και καιρό.
" - Γεια σου κούκλα μου, μια χαρά σε βλέπω. Μου φαίνεται μάλιστα πως πήρες και κάνα δυό κιλά". Έχει πρόβλημα αδυναμίας, μια κούκλα, μια γυναικάρα, που δεν ξεπερνά όμως τα 45 κιλά. Ψυχολογικοί οι λόγοι.
" - Ξέρεις, από τότε που χώρισα νομίζω πως άρχισα να παίρνω λίγο βάρος."
" - Μπράβο!"
" - Ξέρεις η αδελφή μου δουλεύει στην Πειραιώς (μου λέει το μαγαζί)."
Πρέπει να ήταν η τεσσαρακοστή φορά που το άκουγα. Όλες οι κοπέλες που ήξεραν τι συμβαίνει, με ενημέρωναν ανελλιπώς και επαναληπτικώς.
" - Το ξέρω μωρό μου, το ξέρω" αποκρίθηκα.
" - Καλά, δεν την αγαπάς πια; Ούτε πας να τη δεις, ούτε με ρωτάς γι' αυτή"
" - Έτσι μου ζήτησε η ίδια. Να μην πάω. Το ότι είναι καλά το μαθαίνω. Αυτό αρκεί."
" - Και δεν μου λες, με τη Τζένη, έχετε σοβαρή σχέση;"

Χαμογελώ. Η αλήθεια είναι πως με την Τζένη δεν είχαμε καν σχέση, πόσο μάλλον σοβαρή. Ήξερα όμως τα κουτσομπολιά που κυκλοφορούσαν στο μαγαζί. Τα ενθάρρυνα, είναι η αλήθεια.
" - Κάνε μου μια χάρη. Ρώτα τη Τζένη. Ότι σου πει, αυτό συμβαίνει. Δεν μου αρέσει να μιλάω γι' αυτά τα πράγματα. Άντε τώρα, πήγαινε να δουλέψεις".


To be continued

Τετάρτη, Ιουλίου 25, 2007

Πες του να πάει να γαμηθεί και καλή σταδιοδρομία!


Είναι ένας πραγματικά αυθεντικός άνθρωπος. Η ζωή του, βιβλίο ολόκληρο. Ποτέ δεν τη διηγείται. Αποσπάσματα μόνο. Το μεγαλύτερο μέρος της έχει περιστραφεί - και συνεχίζει να περιστρέφεται - γύρω από την Πλάκα. Εκεί δουλεύει και τώρα. Υπεύθυνος σε μια ταβέρνα. Ξέρετε. Από εκείνους που στροβιλίζονται στο πεζοδρόμιο έξω από το μαγαζί, προς άγραν πελατών.
Όπως λέει κι ο ίδιος: " - Βγαίνω για λίγο στη βίζιτα, να φέρω κάνα πελάτη." Στην πραγματικότητα, δεν λέει "βίζιτα", αλλά "ζιταβί". Μιλάει τα ποδανά.
Τρομερός ατακαδόρος, κατευθείαν απόγονος των κουτσαβακίων, από την προπολεμική Αθήνα. Κάθεσαι μαζί του ή στο μαγαζί που δουλεύει και απλώς παρακαλάς να πει κάτι, να διηγηθεί κάτι, να τον δεις να μιλάει σε τουρίστες. Με αυτό το ύφος, που ποτέ δεν είναι ξεκάθαρο αν τους ειρωνεύεται ή αν ειρωνεύεται τον εαυτό του...

Μέγας αλογομούρης. Χαμένος συνήθως - ή μόνο τότε σε πληροφορεί για την κούρσα που έπαιξε, το άλογο που παραλίγο να "έρθει". Κάποτε είχε και δικά του άλογα στον ιππόδρομο. Κάποτε είχε και μαγαζιά δικά του. Και λεφτά φυσικά. Πολλά. Τώρα πια όχι, νομοτέλεια.

Έχω ακούσει συγκλονιστικές ιστορίες για το άτομό του. Δεν μασάει ποτέ και από κανέναν. Άνθρωπος της νύχτας. Κάποτε σε ένα από τα μαγαζιά που είχε, ήρθαν μπάτσοι - τον κυνηγούσαν καιρό, για κάποιο λόγο που δεν ξέρω δεν τα έβρισκε μαζί τους. Κατάλαβε πως δεν μπορούσε να ξεφύγει, πως θα τον γαμούσαν. Βγήκε στην πόρτα και τους ρώτησε αν έψαχναν αυτόν. Μετά την καταφατική απάντηση, ζήτησε μια χάρη. Να τον περιμένουν απ' έξω να διευθετήσει κάποιες εκκρεμότητες. "Εντάξει" του είπαν. Ξαναμπήκε μέσα και μέσα σε δέκα λεπτά έσπασε όλο το μαγαζί του. Μιλάμε τώρα, για κανονική ισοπέδωση, γυαλιά - καρφιά. Βγαίνει μετά και τους λέει:
" - Τι νομίζατε κουφάλες, θα σας άφηνα να πάρετε τέτοια χαρά; Άντε γαμηθείτε παλιόπουστες!"

Η φωνή του μπάσα, το τσιγάρο πολύ - το ποτό επίσης. Το χαμόγελό του γοητευτικό, αν και σπάνιο. Κλασική φιγούρα noir, θα μπορούσε να ανήκει στον αμερικάνικο υπόκοσμο. Διαθέτει το απαραίτητο στυλ - μετανάστης στη Νέα Υόρκη, μπλεγμένος με μπούκηδες, παράνομα στοιχήματα και στημένες κούρσες στον ιππόδρομο. Και θα τον έλεγαν Νικ δε Γκρικ.

Προχθές τρώγαμε με φίλους μου στην Πλάκα, στη ταβέρνα που δουλεύει. Η κουβέντα ήρθε σε κάποιον κοινό μας φίλο, μεγάλη αδυναμία του - και δική μου. Πάντα όμως όταν μιλάει γι' αυτόν, τον βρίζει. Έτσι δείχνει την αγάπη του. Κάθε φορά περιμένουμε την ατάκα που θα πετάξει γι' αυτόν. Ξεπέρασε κάθε προσδοκία, αυτή την φορά.
" - Τώρα μίλαγα με τον Σ. στο τηλέφωνο. Σου στέλνει χαιρετίσματα" του είπα και περίμενα!

" - Πες του να πάει να γαμηθεί και καλή σταδιοδρομία!"

Κάγκελο. " - Αν δε το γράψω αυτό, είμαι πούστης" του λέω.

" - Πούστης είσαι αγόρι μου, γράψεις δε γράψεις" και χαμογελάει σχεδόν τρυφερά. " - Άντε τώρα και μη μου ζαλίζεις τ' αρχίδια. Βγαίνω για ζιταβί".

Κυριακή, Ιουλίου 22, 2007

Is there anybody out there?


Είμαι εδώ. Είμαι; Ξέρω κι εγώ; Μάλλον.

Μου λείψατε. Οι δουλειές πάλι όχι. Τα λεφτά ναι - πάντα λείπουν, το μεγάλο μου ταλέντο.

Δεν σας ξέχασα. Θέλω να συνεχίσω την έκθεσή μου. Οι φιλόλογοι μου έλεγαν πάντα πως την αφήνω στη μέση. Γράφω, γράφω και μετά βαριέμαι και την τελειώνω στο άψε-σβήσε.

Όχι, δεν βαρέθηκα. Αγχώθηκα λίγο. Μπλόκαρα. Και όσο περνούν οι μέρες, τόσο μου φαίνεται πιο δύσκολο να ξαναμπώ στη διαδικασία. Κι ύστερα σκέφτηκα:

- Δεν είναι καταναγκαστικό, ρε μαλάκα. Όταν έχεις κέφι, γράφεις. Μην γίνει κι αυτό υποχρέωση!

Έτσι, χαλάρωσα λιγάκι. Και κάθομαι να ψιλογράψω. Άντε να δούμε, θα ξεμπλοκάρω;

Και έχω τόσα να σας γράψω...

Μόλις πρόσεξα πως εξελληνίστηκε και ο blogger. Μπράβο εξελίξεις!

Τες πα. Εύχομαι να είστε όλοι καλά. Να αρχίσουμε να επικοινωνούμε ξανά.

Πάντα δικός σας ( αλλά κυρίως δικός μου, έτσι;)

Sofogreg

Δευτέρα, Μαΐου 14, 2007

Ο άρχων της γλυφάδας

Πέτρος. Μια μοναδική περίπτωση. Λίγο μετά τα 30, έχοντας ζήσει μια δύσκολη και γεμάτη βάσανα ζωή. Από τα δεκαπέντε του άρχισε να δουλεύει. Όχι για χόμπι, αλλά από ανάγκη. Ο πατέρας του ήταν πολύ πλούσιος αλλά και πολύ ανεύθυνος συνάμα. Ο Πέτρος μεγάλωσε στη Βουλιαγμένη, σε χλιδάτο σπίτι, με μια μεγαλύτερη αδελφή και μια μάνα που σε όλη του τη ζωή τη θυμόταν να ανέχεται τις μαλακίες του πατέρα.
Ο Πέτρος ανήκε στην κατηγορία εκείνη των αγοριών που είχε σαν όνειρο να κάνει μια οικογένεια, διαφορετική από τη δική του: με μια γυναίκα που να την αγαπάει, να την φροντίζει, να μην τη βρίζει ή να την χτυπάει, να κάνει πολλά παιδιά και να δώσει όλη του τη ζωή να τους έχει ευτυχισμένους. Από τα δεκαέξι του, έκανε μόνο σταθερούς και μακροχρόνιους δεσμούς - στα εικοσιδύο ήθελε να παντρευτεί την κοπέλα με την οποία τότε ήταν μαζί. Πριν κλείσει τα τριάντα είχε ήδη τρεις αποτυχημένους αρραβώνες στην πλάτη του.
Ακούω ήδη τις γυναίκες που διαβάζουν το ποστ να μιλούν για την ανευθυνότητα ή την ανωριμότητά του. Μπορεί να είναι κι έτσι. Ήταν όμως ο διακαής πόθος του - μια οικογένεια. Και οι τρεις τις οποίες αρραβωνιάστηκε του φέρθηκαν άσχημα: η μια του είπε μετά από χρόνια δεσμού πως οι γονείς της δεν θεωρούν σωστό να παντρευτεί κάποιον που δουλεύει σε φάμπρικα, η άλλη πως δεν τον θέλει πια γιατί της έκανε πάντα όλα τα χατήρια και βαρέθηκε, η τρίτη γαμιόταν ασυστόλως με όποιον έβρισκε όσο αυτός δούλευε σε δυο δουλειές.
Μετά την τρίτη φορά, ο Πέτρος τρελάθηκε. Πέρασε τρία βράδυα κλεισμένος στο δωμάτιό του, αυτός και ο καθρέφτης του, ένας καθρέφτης γεμάτος ροχάλες. Και πήρε την απόφασή του:
" Να πάνε να γαμηθούν όλες οι καριόλες. Από δω και στο εξής θα τις γλύφω, θα τις γαμάω και θα την κάνω. Ποτέ ξανά έρωτας, αγωνίες, προσφορά σε καμία καριόλα".
Και άρχισε να μεταλλάσεται. Σιγά -σιγά στην αρχή, με γοργό ρυθμό στη συνέχεια. Ίσως γι' αυτό ο αγαπημένος του ήρωας comics είναι ο Spiderman.Και έγινε κάτι μεταξύ του Punisher και πρωταγωνιστή τσόντας. Μελαχροινός, γύρω στο 1.80, σώμα καλό και αθλητικό (στα νειάτα του ποδοσφαιριστής και μετά kick-boxer) το οποίο με ευλάβεια φροντίζει, κίνηση χαριτωμένη και ταυτόχρονα αντρική. Προδιαγραφές ζιγκολό και ψυχοσύνθεση επίσης - με σημαντική τη συνεισφορά των τριών "κυριών".
Τον γνώρισα λίγο μετά την πλήρη μετάλλαξή του. Έμεινα άφωνος από την εκπληκτική ικανότητά του να "ρίχνει" όποια γκόμενα βρισκόταν στο δρόμο του. Την κοίταζε μερικά δευτερόλεπτα και στις περισσότερες περιπτώσεις μουρμούριζε "-Την έχω εύκολα". Και 99% είχε δίκιο. Μότο του ήταν πάντα η φράση: "Μωρό μου, να σου κάνω μια γλυφάδα θέλω, όχι να σε γαμήσω, να σε γευτώ μονάχα". Ώσπου να βεβαιωθώ πως ήταν το μεγαλύτερο φυσικό ταλέντο στο καμάκι που είχα γνωρίσει, πλήρωσα καμιά πεντακοσαριά ευρώ σε στοιχήματα. Αποκορύφωμα ήταν ένα σούρουπο στην πλατεία Κολωνακίου. Είχε πάει η παρέα για καφέ. Καθόμασταν σε κεντρικό καφέ της περιοχής και η κουβέντα ήρθε στην ικανότητα του Πέτρου. Ψιλοαστεία - ψιλοσοβαρά τον αμφισβήτησα για άλλη μια φορά. Η αντίδρασή του στερεότυπη:
" - Δείξε μου το στόχο και βάλε τα λεφτά στο τραπέζι. Αν έχεις άντερα."
Αποφάσισα να χοντρύνω το παιχνίδι - αυτό ήταν για τον Πέτρο, ένα παιχνίδι. Κοίταξα γύρω και εντόπισα το στόχο. Σε ένα τραπέζι λίγο πιο μακρυά μας, κάθονταν δύο κοπέλες (τόσο όμορφες και περιποιημένες, με τόσο τουπέ που μου φάνηκαν μανεκέν) συνοδευόμενες από δύο άντρες. Δύσκολος ο στόχος, πολύ δύσκολος αν και μάλλον δεν ήταν γκόμενοι οι λεβέντες - όταν κάθονται οι δύο κοπέλες στην ίδια πλευρά και απέναντί τους οι άλλοι, συνήθως δεν είναι ζευγάρια.
" - Την ξανθειά σ' εκείνο το τραπέζι" δείχνω με τρόπο.
" - Μμμμ, θα δυσκολευτώ κάπως" απαντά καθώς διερευνεί το στόχο. " 200 ευρώ το bet".
Δέχομαι και ξεκινά. Σηκώνεται από το τραπέζι και με κυκλοτικές κινήσεις πλησιάζει το στόχο, σαν πάνθηρας την αντιλόπη. Το τραπέζι είναι τόσο μακρυά που δεν έχουμε ηχητική επαφή, μόνο οπτική. Φθάνει την ξανθειά και σκύβοντας αρχίζει να της μιλάει. Οι υπόλοιποι από την παρέα της παρακολουθούν αμήχανα. Μετά από συνομιλία δύο-τριών λεπτών, κάθεται στο χερούλι της καρέκλας της ενώ ταυτόχρονα βάζει το χέρι του απαλά γύρω από τους ώμους της. Συνεχίζει να μιλάει για περίπου δέκα λεπτά. Οι υπόλοιποι τον αγνοούν πλέον - ή έτσι δείχνουν - και συζητούν μεταξύ τους. Κάποια στιγμή ο Πέτρος σηκώνεται και τείνοντας το χέρι του σηκώνει και την ξανθειά. Την αγκαλιάζει - απαλά πάντα - από τους ώμους και αφού χαιρετάει την παρέα της (!) την παίρνει και φεύγουν.
Είκοσι λεπτά αργότερα, δέχομαι ένα sms στο κινητό: "Έχει πάει στο μπάνιο να πλυθεί. Της έκανα ήδη μια γλυφάδα και θα τη γαμήσω. Ξενοδοχείο Πρίαμος, δωμάτιο χχχ".
Αυτό ήταν! Έχασα τα τελευταία μου 200 ευρώ - τελευταία γιατί δεν ξανατόλμησα να βάλω στοίχημα - και πλέον είμαι σίγουρος: αν τον αφήσω τον Πέτρο, ίσα που θα γαμήσει κι εμένα!

Σάββατο, Μαΐου 12, 2007

Αγαπημένη...Ένι


Πριν από κάποιο διάστημα είχα γράψει το ποστ "'Αντε ρε μαλάκα...(sorry Pascal) " .Αφορούσε στη συνομιλία μου με μια κοπέλα που εργάζεται σε στριπτιζάδικο και διάβασε το blog μου. Την έλεγα Μίκα. Λοιπόν η Μίκα - που το όνομά της είναι Ένι, την έψαξε τη δουλειά και τελικά μπόρεσε να μου αφήσει το σχόλιό της, όπως με είχε "απειλήσει". Κι εγώ για να την ευχαριστήσω για την τιμή που μου έκανε, πρώτη φορά παραθέτω σε ποστ ένα σχόλιο:


Ανώνυμο είπε...
su grfo gia na mi ksana bo stin diadikasia na se brizo pali ssto magazin k to kanis tema.lipon oso gia tis aidies pu grafis "re malaka" kalitera mi miliso ,to leksiko su distihos ine poli ftoho k hamilu epipedu ideea den ehis na grafis,alla edaksi ehis to dikeoma na prospatisis.Aaaaaaaaa k to alo ,erhodas sto magazin nomizis k grafis oti ta kseris ola alla ideea den ehis ti ginete giro su bistepseme.prin na ta grfis ola afta rota k kanena alon,tha dis oti tha ehi alo apopsi k mipos kataferi ,i malon prolaveni na se stamatisi na stilis ola afta ta lantazmena minimata ston kosmo pu ta diavazi.epidi mipos se bistevune k olas.kata'tala se simpato poli den pavis na eise kalo pedi,apla daksi den ta ehis k poli me afto to grapsimo telika.(kala afto me to Armani to diaskedasa poli) sas hereto olus.ENI i alios i Mika opos o "malakas" egrapse.


sofogreg:

Καλή μου Ένι, χαίρομαι πολύ που μου έγραψες, αλήθεια σου λέω. Μη σταματήσεις όμως να με βρίζεις στο μαγαζί! Πάντα μου αρέσει να βριζόμαστε (χα χα χα). Συγχαρητήρια για τα ικανοποιητικά Ελληνικά σου, αφού έχεις τόσο λίγα χρόνια στην Ελλάδα. Δεν νομίζω πως τα ξέρω όλα. Ούτε στο μαγαζί σου, ούτε σε άλλα μαγαζιά. Απλώς παραθέτω τη δική μου άποψη, λέω όσα βιώνω - με ολίγη φαντασία μερικές φορές. Και μην φοβάσαι, δεν παίρνει κανείς λανθασμένα μηνύματα. Με διαβάζουν λίγοι - στο ξαναείπα και δεν συχνάζουν σε στριπτιζάδικα (αν και αρκετοί μου έχουν ζητήσει να πάμε μαζί). Πάντως πριν βγάλεις συμπέρασμα για το τι γράφω, καλό θα ήταν να διαβάσεις και άλλα κείμενά μου. Βέβαια, δεν σου αρέσει το πως γράφω. Τι να κάνω γι' αυτό; Θα προσπαθήσω περισσότερο! Ευτυχώς σε μερικούς άλλους αρέσει.

Το ξέρω πως με συμπαθείς, αυτό εξάλλου είναι αμοιβαίο. Δεν ξέρω αν είμαι καλό παιδί, χαίρομαι όμως που το πιστεύεις.

Σμαααααααααακ (αφού μου είπες πως σου αρέσει!)

.........................................................................

Αυτή ήταν η απάντησή μου στην Ένι. Θα μπορούσα να γράψω πολλά γι' αυτήν αλλά το αφήνω για μια άλλη φορά. Είναι ένα γαμάτο κορίτσι, αντράκι σωστό - μα και τόσο θηλυκό συνάμα. Ζει και αυτή, όπως τόσες άλλες, μια δύσκολη ζωή. Μια ζωή που σε καμιά τους δεν αρέσει, αλλά που ελάχιστες αποφασίζουν να την αλλάξουν. Μια ζωή με πολλά λεφτά, που συνήθως δεν χαίρονται. Με την Ένι δεν θυμάμαι πώς πρωτομιλήσαμε. Ξέρω όμως πως στ' αλήθεια συμπαθούμε ο ένας τον άλλο. Άλλες φορές έρχεται και κάθεται στα πόδια μου με το δικό της μοναδικό στυλ αρνούμενη να την κεράσω έστω ένα ποτό ("νομίζεις πως έρχομαι εδώ για τα λεφτά σου ρε μαλάκα;" συνηθίζει να λέει), άλλες απλώς περνάει και μου ρίχνει ένα μπινελίκι - όποτε το ακούω, αμέσως το μεταφράζω σε γλυκόλογο, γιατί στην ουσία τέτοιο είναι - μερικές φορές απλώς κοιταζόμαστε και κάποιες φορές κάνει σαν να μην με βλέπει. Ξέρω πως πάντα με παίρνει είδηση. Έχω αποφασίσει η σχέση μας να καθοδηγείται απ' αυτήν: ανάλογα με τα κέφια της. Της παραχώρησα το δικαίωμα να συμπεριφέρεται όπως θέλει χωρίς να μου εξηγεί το γιατί. Είναι η μόνη στο μαγαζί που έχει τέτοιο δικαίωμα. Δεν την ρωτάω σχεδόν ποτέ. Όταν θέλει ή αισθάνεται την ανάγκη θα έρθει να μου μιλήσει. Την βλέπω μόνο την ώρα της δουλειάς της. Την νοιώθω ή έτσι τουλάχιστον νομίζω εγώ. Την σέβομαι. Δυστυχώς δεν μπορώ να την βοηθήσω ουσιαστικά σε κάτι - δεν θα μου το ζήταγε άλλωστε ποτέ, δεν το επιτρέπει ο εγωισμός της. Την θεωρώ "δικό" μου άνθρωπο.

Αγαπημένη Ένι!